Δημήτρης Ραυτόπουλος: «Εμφύλιος και λογοτεχνία», εκδόσεις Πατάκης

του Δημήτρη Φύσσα

Πριν λίγο καιρό, ο κ. Δημήτρης Ραυτόπουλος μας έκανε την εξαιρετική τιμή να μας παραχωρήσει συνέντευξη στο «Φελέκι» της Κυριακής, σε τούτο το σταθμό. Το παρόν αυτό μικρό σημείωμα ας θεωρηθεί συμπλήρωμα εκείνης της συνομιλίας. Άλλωστε το θέμα είναι το ίδιο: το πρόσφατο βιβλίο «Εμφύλιος και λογοτεχνία» (εκδόσεις Πατάκη).

Ο κριτικός της λογοτεχνίας, δοκιμιογράφος και δημοσιογράφος Δημήτρης Ραυτόπουλος δεν είναι καθόλου, μα καθόλου συνηθισμένη περίπτωση. Ένα χρόνο πριν τα 90 του, είναι ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους,
που συνέβαλαν στο να αλλάξει κατεύθυνση η αριστερή σκέψη και η λογοτεχνική κριτική που συνδέεται μ' αυτήν. Να φύγει από την απλοϊκή, μανιχαϊστική αντίληψη, που κληροδότησε ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός και ο ζντανοφισμός και ν' ανοιχτεί σε νέους δρόμους- έτσι που να είναι περισσότερο κριτική και λιγότερο (ή και διόλου) αριστερή. Μια κριτική που, απαλλαγμένη από τα βαρίδια της θεολογίας του «Κομμουνιστικού μανιφέστου», αναδεικνύεται σε πολύπλευρη, οξυδερκή και βαθιά κοινωνική επισκόπηση, που ενοχλεί εξίσου τους μανδαρίνους «και των δύο ημισφαιρίων», όπως θα έγραφε ο φίλος του κ. Ραυτόπουλου, ο Άρης Αλεξάνδρου, ο σημαντικότερος, κατά την ταπεινή μου γνώμη, μεταπολεμικός πεζογράφος (για τον οποίο ο κ. Ραυτόπουλος έχει γράψει πιθανώς το σημαντικότερο βιβλίο του, το «Άρης Αλεξάνδρου, ο εξόριστος». Εξάλλου, κείμενο για τον Αλεξάνδρου περιλαμβάνεται και στο παρουσιαζόμενο βιβλίο). Θέλω να πω ότι άνθρωποι από τη δική μου γενιά, τη λεγόμενη «του Πολυτεχνείου», χρωστάμε πολλά σε ανθρώπους σαν τον κ. Ραυτόπουλο, που συμβάλανε στην απελευθέρωση και της δικής μας σκέψης.

Ο «Εμφύλιος και λογοτεχνία» είναι ένα «βιβλίο - οδηγός» με 23 δοκίμια - κριτικογραφίες, που καλύπτουν μια εικοσαετία περίπου και με κοινό σημείο ορισμένα βιβλία που, άμεσα ή έμμεσα, αναφέρονται στον εμφύλιο πόλεμο. Οι 17 συγγραφείς που αποτελούν επίκεντρο των κειμένων του κ. Ραυτόπουλου είναι: Γιάννης Μανούσακας, Δημήτρης Χατζής, Στρατής Τσίρκας, Αντρέας Φραγκιάς, Άρης Αλεξάνδρου, Θανάσης Βαλτινός, Αλέξανδρος Κοτζιάς, Μ. Καραγάτσης, Μάριος Χάκκας, Ρέα Γαλανάκη, Τάσος Γουδέλης, Μισέλ Φάις, Δημήτρης Πετσετίδης, Τάσος Λειβαδίτης, Τίτος Πατρίκιος, Μανώλης Φουρτούνης, Χρίστος Ρουμελιωτάκης. Η «ντριμ τιμ» της μεταπολεμικής λογοτεχνίας, θα έλεγα, με ελάχιστες μονάχα απουσίες: πράγμα που σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι ο εμφύλιος αποτέλεσε συγγραφικό αντικείμενο από τα λίγα. Και πέραν αυτών των 17, πολλοί άλλοι αναφέρονται σε συγκρίσεις ή άλλου τύπου αναφορές, όπως ο Ρένος Αποστολίδης και η «Πυραμίδα 67» του.

Έγραψα νωρίτερα ότι ο εμφύλιος σχετίζεται με τα κείμενα αυτά «άμεσα ή έμμεσα». Εννοώ ότι η φανέρωσή του προσλαμβάνεται πολύ διαφορετικά στον αυτοδίδακτο και λαϊκό (αλλά όχι γι αυτό λιγότερο σημαντικό) Μανούσακα απ' ό,τι στον (υπαινικτικό και μοντερνιστικό) Γουδέλη, για να πάρω δυο πεζογραφικά άκρα. Θέλω επίσης να προσθέσω, με τη συγκίνηση του θαυμαστή - αναγνώστη, ότι ο τόμος αυτός, μαζί με τα «ιερά τέρατα» της λογοτεχνίας μας, επαναφέρει στο προσκήνιο συγγραφείς που σήμερα δεν πολυακούγονται, όπως οι προαναφερθέντες Μανούσακας και Φουρτούνης, ο σχεδόν άγνωστος στους νεότερους Μάριος Χάκκας (μερικοί μάλιστα τον θεωρούν και ελάσσονα- αν είναι δυνατόν) ή ο, πολύ χαμηλών τόνων και δημοσιότητας, ποιητής Χρίστος Ρουμελιωτάκης.

Όσον αφορά το κυρίως περιεχόμενο του βιβλίου, κριτικοί (και όχι απλοί παρουσιαστές όπως εγώ) το έχουν πει κιόλας και πολύ καλύτερα. Κατά την κ. Λίζυ Τσιριμώκου («Τα Νέα») καταγράφονται εδώ «αντιεπικά σκηνικά, αντιηρωισμός, απομάγευση, σίγηση του τηλεβόα, γείωση στην άδοξη, διαβρωτική ή σπαρακτική καθημερινότητα είναι οι συνέπειες της παλαιάς ιστορίας, των εφιαλτικών σκηνών, των επεισοδίων βίας και φρίκης που καταγράφονται ενίοτε με ρεαλιστική ενάργεια ωστόσο, οι επιζώντες και οι επίγονοι λογοτέχνες της μιας ή της άλλης παράταξης που αναμετρήθηκαν σκληρά (αμφότερες ηττημένες στο βάθος) επιλέγουν κατά πλειοψηφία την απομυθευτική σκηνοθεσία». Ακόμα καλύτερα, βέβαια, τα λέει ο ίδιος ο κ. Ραυτόπουλος. Σταχυολογώ δυο από τις απαντήσεις που έδωσε σε συνέντευξή του στον κ. Γιάννη Μπασκόζο («Βήμα»):
«Γιατί επιλέξατε να μελετήσετε τη λογοτεχνική έκφραση του Εμφυλίου;
Πρώτον, επειδή θεωρώ ότι ο Εμφύλιος είναι η σπορά και η φύτρα των δεκαετιών παρακμής, όχι μόνο πολιτικής βέβαια: γενικευμένη ανομία, θεσμική - εξωθεσμική βία, κιβδηλία, ψέμα, αρπακτικότητα, έξαρση του αντικοινωνικού εγωισμού κτλ. Δεύτερον, γιατί βλέπω στον Εμφύλιο γενικά τον θρίαμβο του θανάτου, την άρνηση του πολιτισμού με την αποχαλίνωση των ενστίκτων της καταστροφής και της κακουργίας. Ας μην ξεχνάμε ότι ο εμφύλιος είναι ολοκληρωτικός πόλεμος. Δεν έχει μέτωπο, δεν έχει "δίκιο", έστω και τυπικό, δεν αναγνωρίζει ουδετερότητα, ούτε βέβαια κριτική. Περνάει μέσα από κάθε ανθρώπινη κοινότητα και σχέση. Τρίτον, πιστεύω ότι η στρατηγική του Εμφυλίου ως κοινωνική επανάσταση είναι ο θάνατος της επανάστασης. Η σταλινική Γ' Διεθνής θέλησε την επανάσταση ως γενικευμένο εμφύλιο πόλεμο. Στρατιωτικοποίησε λοιπόν τα κινήματα, επέβαλε την υποταγή στην κομματική εξουσία, την εγκεφαλική ισοπέδωση και τον εγκιβωτισμό των συνειδήσεων. Τα «μέσα» δεν παραμέρισαν απλώς τον σκοπό, αλλά τον υποκατέστησαν. Δεν υπάρχει πια σκοπός, αυτός επαναπατρίστηκε στην ουτοπία.

Λέτε κάπου ότι η λογοτεχνία είναι η μόνη που μπορεί να διαβάσει σωστά την Ιστορία. Αυτό όμως δεν είναι έργο των ιστορικών;
Οι ιστορικοί διαβάζουν τον Εμφύλιο σε διάφορα επίπεδα. Το ανθρώπινο πεδίο δεν ενδιαφέρει τον ιστορικό. Παράδειγμα, στη δίτομη Ιστορία του Εμφυλίου του καθηγητή Γιώργου Μαργαρίτη δεν υπάρχει τίποτε σχετικό. Τίποτε που να αφορά την ανθρώπινη κατάσταση, τα δράματα, τις συγκρούσεις, τις ενοχές - όλο δηλαδή το εσωτερικό χάος που δημιουργεί ο Εμφύλιος. Αυτό μόνον η λογοτεχνία μπορεί να το κάνει. Γιατί χωρίς αυτήν η καταγραφή των γεγονότων είναι ελλιπής και λιγότερο ενδιαφέρουσα. Ακόμη και όταν ο Μαργαρίτης ασχολείται με έναν λογοτέχνη, τον Θανάση Βαλτινό, το κάνει για να τα βάλει μαζί του επειδή δεν συμφωνεί με τη δική του άποψη για τον Εμφύλιο».
Το βιβλίο αντενδείκνυται απολύτως σε όσους έχουν πλήρεις πολιτικές βεβαιότητες, αριστερές, δεξιές ή άλλες. Συνιστάται, αντίθετα, σε όσους θέλουν να μάθουν με βασανιστικό τρόπο πώς η σπουδαία λογοτεχνία μπορεί να επηρεάσει και τον κριτικό και τον αναγνώστη. Επιπλέον, συνιστάται σε όσους θέλουν να σπουδάσουν ένα δοκιμιακό συγγραφικό ύφος εξαιρετικά σφιχτό, ακριβολογικό και ειρωνικό, συνδυασμένο με περιεχόμενο που δε μασάει τα λόγια του.
Ο Δημήτρης Ραυτόπουλος (Πειραιάς 1924) υπήρξε συντάκτης της εφημερίδας «Ελεύθερη Ελλάδα» (1946-1947), του περιοδικού «Νέα Γενιά» (1944-1945), των εφημερίδων «Η Αυγή» (1952-1967), «Ελεύθερος», «Ώρα» (1955-1956), ενώ πρωτοστάτησε στο περίφημο περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης», προδικτατορικό λίκνο της αμφισβήτησης πολλών νέων αριστερών, και μεταδικατορικά στο περιοδικό «Ηριδανός» και την εφημερίδα «Απογευματινή». Εκτός από το «Εμφύλιος και λογοτεχνία» και «Άρης Αλεξάνδρου, ο εξόριστος», έχει γράψει και άλλα σημαντικά βιβλία, καθώς και αναρίθμητα άρθρα.

[email protected]
Keywords
Τυχαία Θέματα