Η μοναξιά των τεράτων

Οι γείτονες τον περιγράφουν ως παράξενο τύπο, κάτι μεταξύ ιδιοφυίας και φρικιού. Οι συμμαθητές ορκίζονται ότι πρόκειται για διάνοια, να και κανείς τους δεν θυμάται να είχε ιδιαίτερες σχέσεις μαζί του. Οι γονείς χώρισαν, ο αδερφός έφυγε να σπουδάσει αφήνοντας τον μόνο σε  ένα σπίτι 350 τετραγωνικών με πισίνα, κήπο, ιδιωτικό γκαράζ και ατέλειωτη μοναξιά. Με video games, τηλεόραση και όπλα. Είχε άδεια, σε κανένα άλλωστε δεν φάνηκε παράξενη η συλλογή τους. Οι ανταποκρίσεις από το Κονέκτικατ
αναπαράγουν τα ίδια στοιχεία: δεν υπάρχουν διαφωνίες για το ποιος είναι ο Ανταμ Λάνζα, ο αυτόχειρας σφαγέας 26 ανθρώπων. Δεν υπάρχει μια δραματική ιστορία πίσω από το λουτρό αίματος: το Κονέκτικατ δεν μαστίζεται από ανεργία, δεν είναι μια πολιτεία στην οποία υποβόσκει κάποιος υπόγειος θυμός, δεν έχει παράδοση εγκληματική. Εχει ακόμα ανάπτυξη, μια μεσαία τάξη που ζει αρκετά καλά, παράδοση ναυτική που επιτρέπει στους κατοίκους να νοιώθουν υπερηφάνεια για την καταγωγή και τη Νέα Υόρκη δίπλα για όσους την ησυχία του την βαριούνται. Κάποιες ερασιτεχνικές ψυχιατρικές εκτιμήσεις αποδίδουν την κλειστοφοβική συμπεριφορά του Λάνζα στο σύνδρομο Ασπεργκερ – σίγουρα οι ειδικοί κάτι παραπάνω ξέρουν. Αλλά με ή χωρίς ψυχιατρικά σύνδρομα η μοναξιά γεννάει εμμονές και ψυχασθένειες. Και τέρατα.Δεν έχω ποτέ φοβηθεί τη μοναξιά και έχω περάσει πολλές μέρες στη ζωή μου μόνος μου. Αλλά δεν υπάρχει μεγαλύτερος παραμορφωτικός καθρέφτης από αυτήν και δεν υπάρχει τίποτα να σε κάνει να χάνεις την αίσθηση της αληθινής ζωής περισσότερο. Συχνά παραμιλάς, μετά αρχίζεις να ψάχνεις σε δικές σου κατά κανόνα βλακώδεις συνήθειες απολαύσεις την αξία των οποίων καταλαβαίνεις μόνο εσύ. Μπορεί να περνάς ώρες χτίζοντας στο μυαλό σου ιστορίες για ανθρώπους που δε γνωρίζεις και που μπορεί να μένουν στο διπλανό διαμέρισμα ή να τους συναντάς στο μετρό. Μπορεί να φαντάζεσαι πράγματα κι αισθήματα που δεν υπάρχουν, ν ακούς θορύβους το βράδυ, ν’ αρχίσεις να φοβάσαι απλά κρυολογήματα, να θεωρείς ότι έξω δεν υπάρχει τίποτα σημαντικό. Με τον καιρό κάνεις τα πάντα λίγο παραπάνω για να γεμίσεις αυτό το βασανιστικά άδειο από ανθρώπους χρόνο. Αν πίνεις πίνεις παραπάνω, αν τρως τρως παραπάνω. Αν γράφεις γράφεις παραπάνω, αν διαβάζεις διαβάζεις παραπάνω, αν μιλάς στο τηλέφωνο μιλάς παραπάνω, αν παίζεις με τράπουλες ή video games παίζεις παραπάνω. Αν τρομάζεις τους ανθρώπους τους τρομάζεις παραπάνω και μένεις κι άλλο μόνος, πιο πολύ μόνος περισσότερο μόνος.Ένα βράδυ ξυπνάς τη νύχτα για να παίξεις, κολλάς. Η καλύτερη φίλη της μοναξιάς είναι η εμμονή. Ο κόσμος γίνεται ξαφνικά ολόκληρος ένα video game: αν είναι το championship manager το κακό είναι μικρό – το πολύ πολύ να περάσεις νύχτες ξάγρυπνος προσπαθώντας να κερδίσεις το Τσάμπιονς λιγκ με την Εβερτον. Αν όμως είναι ένα από αυτά που πρέπει να καθαρίσεις κάποιους δεκάδες εχθρούς για να ανέβεις επίπεδο, τότε ο ίδιος σου ο κόσμος είναι μια στοίβα από ηλεκτρονικά πτώματα που δημιουργείς αυτάρεσκα. Τρυπάς το μυαλό σου με θανάτους πριν βαρεθείς το video game κι ασχοληθείς με το άλλο παιγνίδι που έχεις σπίτι και που στη μοναξιά σου το λαχταράς: τα όπλα.Τα έχεις δει τα όπλα από μικρός. Οι ήρωές σου ήταν πιστολάδες στα γουέστερν, Ράμπο, Σβαρτσενέγκερ, Σλάι, Μπρους Γουίλις σε μεγάλωσαν. Όταν κοιτάς πίσω σου και θυμάσαι με ποιους διασκέδασες ακούς σφαίρες και βλέπεις καπνούς. Αν το παρελθόν εμπνέει, η έμπνευσή σου είναι τα όπλα: προετοιμάζεσαι καιρό για τη στιγμή που θα τα χρησιμοποιήσεις, όμως το Κονέκτικατ δεν σου δίνει ευκαιρίες. Πιθανότατα θέλεις να βγεις ένα βράδυ μόνος και να σκοτώσεις όλους τους κακούς – το χεις δει, δεν είναι δα και τίποτα το δύσκολο. Όμως για να υπάρχουν κακοί πρέπει να υπάρχουν και καλοί: όταν είσαι μόνος δεν υπάρχει κανείς και τίποτα. Δεν απαξιώνεις τη ζωή του άλλου πριν απαξιώσεις τη δική σου, και η δική σου απλά δεν υπάρχει. Η μοναξιά είναι το αντίθετο της ζωής, της πραγματικής ζωής. Όταν αυτή δεν έχει κανένα απολύτως περιεχόμενο θα της το δώσεις εσύ: η φύση απεχθάνεται τα κενά. Δεν υπάρχουν κενές και άδειες ζωές κανείς δεν τις αντέχει και η τρέλα δεν είναι καταφύγιο για όλους – υπάρχουν πολλοί που δεν βρίσκουν σε αυτή τις απαντήσεις. Ο παραμορφωτικός καθρέφτης της μοναξιάς σε κάνει να βλέπεις ένα κόσμο που δε σε θέλει. Και δεν τον θες κι εσύ: σκοτώνοντας τα παιδιά πολλαπλασιάζεις τη δυστυχία των ζωντανών, σκοτώνεις τον κόσμο δυο και τρεις φορές. Γλυτώνουν μόνο όσοι πέθαναν, οι υπόλοιποι στη ρωγμή του χρόνου που κάθε αληθινή δυστυχία δημιουργεί, συντρίβονται. Μπορεί να μοιραστούν την ίδια οδύνη, τη δική σου όχι όμως.Οι Αμερικάνοι προβληματίζονται πάλι για την οπλοκατοχή, τις κοινωνικές τους υπηρεσίες, την ασφάλεια των σχολείων τους. Διαβάζω πολλά και μαθαίνω πολλά και όλοι όσοι εκφράζουν προβληματισμούς μετά από τέτοιες ιστορίες εστιάζοντας σε λύσεις κάνουν μια δουλειά χρήσιμη. Αλλά τη μοναξιά που παράγει τέρατα δεν τη νίκησε ποτέ κανένας και ούτε και πρόκειται. Μοναξιά, εμμονή, απαξίωση, έγκλημα: δε μιλάμε για τραγωδίες αλλά για το τέλος του κόσμου. Οι Μάγια έχουν δίκιο – στην πολιτεία του Κονέκτικατ ο κόσμος όπως τον γνώριζαν τελείωσε. Ο δικός μας αντέχει, μόνο αν δεν είμαστε μόνοι…
Keywords
Τυχαία Θέματα