Η ζωή του Πι ήταν άλλη...

Ηθελα να περάσει λίγος καιρός για να γράψω κάτι για «Τη ζωή του Πι» γιατί μου μοιάζει αδύνατο να σημειώσω οτιδήποτε για το βιβλίο του Γιαν Μαρτέλ και την ταινία του Ανγκ Λι  χωρίς να αποκαλύψω μέρος της πλοκής. Πάντοτε στεναχωριόμουν όταν έπεφτα πάνω σε κείμενα που μου αποκάλυπταν στοιχεία βιβλίων που θα ήθελα να διαβάσω – πόσο μάλλον την δραματουργία των ταινιών που θα ήθελα να δω. Για να μη στεναχωρήσω κανένα, άφησα να περάσει λίγος καιρός, ώστε να έχουν
δει την ταινία οι πιο πολλοί – οι υπόλοιποι, αν ενδιαφέρονται, ας διαβάσουν το συγκεκριμένο σημείωμα αφού τη δουν. Δε χωρά αμφιβολία για το τι τράβηξε το ενδιαφέρον του Ανγκ Λι: η συνύπαρξη ενός πιτσιρίκου και μιας σαρκοφάγου τίγρης της Βεγγάζης σε μια βάρκα στη μέση του ωκεανού για πάνω από διακόσιες μέρες είναι κάτι τόσο θεαματικά απίστευτο που από μόνο του είναι η βάση μιας ωραίας εξωφρενικής ιστορίας. Μόνο που στην προκειμένη περίπτωση ο συγγραφέας Γιαν Μαρτέλ, στο βιβλίο του οποίου πολύ πιστά στηρίχθηκε το σενάριο, δεν χρησιμοποιεί το εξωφρενικό αυτό εύρημα για να στήσει μια ιστορία σασπένς και τρόμου, όπως κάποιος θα πίστευε. Το φινάλε είναι γνωστό από την πρώτη σελίδα, ο Πι τα έχει καταφέρει και η εξιστόρηση της περιπέτειας δεν έχει παρά μόνο μια ενδιαφέρουσα πτυχή: το πώς τα κατάφερε να επιβιώσει – είναι σαν να ξέρεις το αποτέλεσμα του ματς και να σου διηγείται κάποιος το πώς φτάσαμε σε αυτό. Το βιβλίο του Μαρτέλ ανήκει στην κατηγορία των δοκιμίων, τα οποία συγγραφείς, όπως ο Μαρτέλ, κρύβουν πίσω από μυθιστορηματικές ιστορίες. Για όποιον δεν έχει γνώση του βιβλίου θέλω να πω ότι αυτό είναι γραμμένο με την προσχηματική ελαφράδα των μυθιστορημάτων του Κοέλιο – να και είναι ελαφρώς βαρύτερο από τον Αλχημιστή π.χ. Με πρόσχημα αυτή την προφανώς φανταστική ιστορία ο Μαρτέλ θέλει να μιλήσει για τη θρησκεία και κυρίως για την ανάγκη των ανθρώπων να πιστεύουν. Μόνο που προσοχή: ο Μαρτέλ δεν περιγράφει ένα θαύμα, δεν καταπιάνεται με κάτι ανεξήγητο για να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι υπάρχει ένας καλός Θεός που μας προστατεύει (αν πιστεύουμε στη δύναμη του) και δεν χρησιμοποιεί την ιστορία ως παράδειγμα θεϊκής παρέμβασης – ίσα ίσα. Ο Μαρτέλ στο βιβλίο μιλάει για τη δύναμη της επιβίωσης, την ικανότητα του ανθρώπου κατά κάποιο τρόπο να τα βάζει με τον πανίσχυρο Θεό φτάνοντας σε ένα είδος τίμιου συμβιβασμού μαζί του. Κυρίως εξηγεί με ένα πλάγιο, αλλά γλαφυρό λόγο, το γιατί θέλουμε να πιστεύουμε: η αναζήτηση του Θεού, λέει ο Μαρτέλ, είναι ταυτόσημη με την ανάγκη του ανθρώπου να πιστεύει στο θαύμα. Τον ορισμό του θαύματος τον δίνει ο καθένας μας, λέει ο συγγραφέας. Για τον Πι ήταν η συνύπαρξή του με την τίγρη, αλλά μια τίγρη μπορεί να κουβαλάει μέσα του ο καθένας μας. Μάλιστα στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου ο Μαρτέλ σχεδόν ανατρέπει τα πάντα αφήνοντας την υποψία ότι η ιστορία δεν υπάρχει, αλλά είναι απόλυτα αλληγορική και παραβολική: δεν υπήρξε καμία τίγρη στη βάρκα, αλλά μόνο ο ήρωας Πι και το Κακό που έβγαλε από μέσα του, ώστε να σκοτώσει και να επιβιώσει. Όμως, οι άνθρωποι, μοιάζει να λέει ο Μαρτέλ, δεν θα άκουγαν ποτέ με το ίδιο ενδιαφέρον τη μάχη ενός ανθρώπου με το κακό της ψυχής του στη μέση του ωκεανού – αν βάλεις μια τίγρη στη βάρκα σίγουρα θα σε προσέξουν. Για τον ίδιο λόγο ψάχνουν και το Θεό τους, όλοι και παντού: έχουν ανάγκη τη δική του εξώκοσμη δύναμη πιο πολύ από την επιστήμη, που στο βιβλίο δεν μπορεί καν να λύσει το μυστήριο του ναυαγίου που έφερε τον Πι και τον τίγρη του στην ίδια βάρκα.      Ένα μυθιστόρημα με διπλό επίπεδο ανάγνωσης είναι δύσκολο να γίνει ταινία. Ο Ανγκ Λι εντυπωσιάστηκε από το βασικό θέμα του μυθιστορήματος και προσπάθησε να το αποδώσει πιστά: υποθέτω ότι και τεχνικά η αρτιότητα της εικόνας, αλλά και η πρόκληση να υπάρξει ένα κάποιο σασπένς σε μια ιστορία το τέλος της οποίας ήταν εξ αρχής γνωστό, ήταν για τον καλό σκηνοθέτη ένα μεγάλο στοίχημα. Όμως αντίθετα με το σκηνοθέτη, ο συγγραφέας του βιβλίου δεν έχει βάλει στοιχήματα.  Ο Μαρτέλ, αν και σου αποκαλύπτει ευθύς εξ αρχής ότι ο Πι και η τίγρη του συμβίωσαν, το κάνει, όχι γιατί τον ενδιαφέρει να σου περιγράψει το πώς, αλλά για να καταδείξει το πόσο η συμβίωση αυτή άλλαξε τελικά τον ίδιο τον ήρωα. Το στοχαστικό δοκίμιο του Μαρτέλ, μεταμφιεσμένο σε μυθιστόρημα, προσπαθεί να δημιουργήσει απορίες στον αναγνώστη και να τον αναγκάσει να προβληματιστεί κι ο ίδιος με το θέμα, το οποίο είναι η πίστη και τα γιατί της. Η ταινία δυστυχώς αυτό δεν το κάνει – ίσως γιατί ο σκηνοθέτης της, παρασύρεται από την εικαστική πρόκληση και την φορτώνει με θεαματικές εικόνες, της δίνει δραματικότητα, αλλά όχι και το δεύτερο επίπεδο που είναι απαραίτητο: στο τέλος σου μένει η θεαματικότητα του ωκεανού και η χαρισματικότητα του Πι, που είναι ένας πολύ ενδιαφέρον χαρακτήρας κυρίως για τον τρόπο που αντιλαμβάνεται  το Θεό και τη θρησκεία. Αλλά δεν προβληματίζεσαι, δεν αναρωτιέσαι, δεν σκέφτεσαι: απλά καταναλώνεις. Αν στον Μαρτέλ η μυθιστοριογραφία υπηρετεί το δοκίμιο, στην ταινία το δοκίμιο χάνεται και μένει μόνο ο μύθος.   Η αλήθεια είναι ότι περνάς ωραία κάποιες στιγμές – όπως ωραία μπορεί να περνάς και στο Πλανητάριο, αλλά η «Ζωή του Πι», στη φιλοσοφική διάσταση του βιβλίου του Μαρτέλ, στην ταινία δεν υπάρχει. Το σινεμά του Ανγκ Λι είναι ενδιαφέρον, η «ζωή του Πι» όμως  είναι κάτι άλλο…
Keywords
Τυχαία Θέματα