Της θαλπωρής και του χιονιά

Του Θανάση Νικολαΐδη
ΧΙΟΝΙΑΣ, και βγήκε στομπαλκόνι. Απ’ τη ζεστασιά του δωματίου στην παγωνιά, και το μυαλό στουςάστεγους. Εκείνους που κοιμούνται σε εισόδους μαγαζιών πάνω σε χαρτόνια, σεπαγκάκια πεζοδρόμια…Κι περάσει η νύχτα χωρίς να βγει η ψυχή του και χρειαστείγιατρό ο «παρακατιανός», νοσοκομείο κι ένα ρόφημα ζεστό; Δεν τα’ χει, για ναέχουν (έχουμε) οι άλλοι, διπλά, τριπλά και πολλαπλά. Με τη σκέψη κολλημένη στονάστεγο, τον δυστυχή και πικραμένο, δεν μπόρεσε να κοιμηθεί ο Άνθρωπος, δεν πάεικάτω η μπουκιά σαν κάτσει στο τραπέζι.ΚΙ ύστερα; Πέταξε για το άλλοάκρο και άραξε στη θαλπωρή των
σαλονιών εχόντων και κατεχόντων, παιδιών ενός«ανώτερου» θεού. Έφερε γύρες εκεί όπου έριχναν τις γύρες τους γλεντζέδες τωνσκυλάδικων, με τη σαμπάνια να γαργαλάει το λαιμό και το λουλουδικό στρώμα στηνπίστα, γεμίζοντας την άδεια ψυχή τους. Εύκολο το χρήμα κι έπρεπε να το(επι)δείξουν, τη «μερσεντέ», το…αίσθημα, το ασικλίκι, κι αύριο έχει ο Θεός. Μιασύμβαση για «έργο», μια αρπαχτή, ένας «αέρας» με τη φοροκλοπή καπέλο-αυτή είναιη ζωή κι όποιος προλάβει.ΚΙ ύστερα; Συνεχίζοντας ταάλματά της η σκέψη, πάει και αράζει στα…βουλευτικά έδρανα. Βλέπει προνόμια μετη σέσουλα, ατέλειες και αταξίες, μετράει τα κρουασάν (δημοσία δαπάνη), πάει σεβίλες με φρουρούς και υπηρέτες, ξαφνιάζεται για την αλληλεγγύη των εθνοπατέρωνμας, πριν χλομιάσει με τους «πρώην» που διεκδικούν τα αναδρομικά τους.ΚΙ ύστερα; Χάνει το δρόμο-δενέχει άλλο σκαλί να ξαποστάσει. Πάει να βγάλει άκρη με τους «έντεκα» και το βιοςτους κι έμπλεξε με κωδικούς στην Ελβετία και με «υπεράκτιες» που έσβησαν ταίχνη του χρήματος και την απανθρωπιά τους. Και την…καλοπέραση των κομμάτων πούτην πας; Με την επιχορήγησή τους «δαπάνη φορολογουμένου», με τη διαχείρισή τουςαπό κάποιους «αμαρτωλούς». Μη τα χρηματοδοτηθούν παράπλευρα και «χαλάσουν»συνειδήσεις βουλευτών και υπουργών…Είδε (η σκέψη) τον κ. Πετσάλνικο και αηδίασεγια τους «εργαζομένους» της Βουλής. Είδε το Σώμα να συνεδριάζει καιαναλογίζεται «τι θέλει η αλεπού στο παζάρι;». ΔΕΣ τους πόσο…αγωνιούν γιατους άστεγους που κοιμούνται σε χαρτόνια. Καμάρωσέ τους, που ΕΝΑΣ/ΜΙΑ τους δενβρέθηκε να τα βροντήξει αηδιασμένος χτυπώντας κατακέφαλα την «κοινοβουλευτική»καφρίλα και την κοινωνική ανισότητα. Να πάει σπίτι του, με το κεφάλι ψηλά καιτην καρδιά γεμάτη.
Keywords
Τυχαία Θέματα