Κάπνισμα και βάρος

Πολλοί καπνιστές αρνούνται να κόψουν το κάπνισμα, επειδή φοβούνται ότι θα παχύνουν. Πρόσφατη ανασκόπηση της δράσης του καπνίσματος στο μεταβολισμό και το σωματικό βάρος έδειξε πως στο βραχυπρόθεσμο διάστημα η νικοτίνη αυξάνει την ενέργεια που χρησιμοποιεί ο οργανισμός, ενώ ταυτόχρονα μειώνει την όρεξη. Ο καπνιστής μπορεί να προετοιμαστεί κατάλληλα για να αποφύγει τις συνέπειες της διακοπής του καπνίσματος...

Χαρακτηριστικό είναι πως ένα τσιγάρο επάγει 3% αύξηση της κατανάλωσης ενέργειας μέσα σε μισή ώρα. Σε συνήθεις καπνιστές που κάπνισαν 24 τσιγάρα μέσα σε

μία ημέρα, ο μεταβολισμός τους αυξήθηκε από 2230 θερμίδες σε 2445. Η εξήγηση για την προσωρινή αυτή δράση συνδέεται με το γεγονός πως η νικοτίνη διεγείρει το συμπαθητικό νευρικό σύστημα του οργανισμού το οποίο εκτός των άλλων επηρεάζει τον μεταβολικό μας ρυθμό. Η δράση όμως αυτή του καπνίσματος φαίνεται πως εξασθενεί σε παχύσαρκα άτομα και επηρεάζεται από το βαθμό φυσικής δραστηριότητας και τη γενικότερη φυσική κατάσταση του οργανισμού.

Οι θάνατοι που οφείλονται στο κάπνισμα, είναι τόσοι όσοι αποδίδονται στο οινόπνευμα, στα ναρκωτικά, στα τροχαία ατυχήματα και στις αυτοκτονίες μαζί. Όμως η διακοπή του καπνίσματος δεν είναι εύκολη υπόθεση, γιατί το κάπνισμα προκαλεί εξάρτηση στη νικοτίνη τόσο ισχυρή όσο εκείνη των ναρκωτικών. Η διακοπή του καπνίσματος συνοδεύεται συχνά από αύξηση του βάρους, η οποία απασχολεί ιδιαίτερα τις γυναίκες. Φαίνεται ότι η νικοτίνη εμπλέκεται στους μηχανισμούς οι οποίοι ελέγχουν το σωματικό βάρος και την πρόσληψη τροφής. Οι Ινδιάνοι της Αμερικής το γνώριζαν αυτό εδώ και πολλά χρόνια.

Οι καπνιστές ζυγίζουν κατά μέσο όρο 2,0-4,5 kg λιγότερο από τους μη καπνιστές ίδιας ηλικίας και το βάρος τους σχετίζεται με τον αριθμό των τσιγάρων που καπνίζουν. Η μέση αύξηση βάρους με τη διακοπή του καπνίσματος είναι 2,8 kg στους άνδρες και 3,8 kg στις γυναίκες. Όμως, στο 10% των ανδρών και στο 14% των γυναικών, η αύξηση του βάρους με τη διακοπή του καπνίσματος υπερβαίνει τα 13 kg. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων το σωματικό βάρος των τέως καπνιστών επανέρχεται στο βάρος των μη καπνιστών ίδιας ηλικίας και φύλου.1,2

Το κάπνισμα συνοδεύεται από τη λεγόμενη ανδροειδή ή κοιλιακή κατανομή του λίπους.3 που συνεπάγεται αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο, ενώ η διακοπή του καπνίσματος συνοδεύεται από αύξηση του περιφερικού (γυναικοειδούς) λίπους. Σε όσους ξαναρχίζουν το κάπνισμα, ενώ το σωματικό βάρος μειώνεται, μειώνεται και ο άλιπος (μυϊκός) ιστός, ιδίως στις γυναίκες και αυξάνεται το κοιλιακό λίπος.

Οι καπνιστές δεν τρώνε λιγότερο σε σχέση με τους μη καπνιστές, ακόμη και εάν έχουν λιγότερο βάρος. Όμως η διατροφή τους δεν είναι ποιοτική. Καταναλώνουν περισσότερο κρέας, αλλαντικά, τηγανητά, πλήρη γαλακτοκομικά, καφέ, οινόπνευμα, αλάτι και λίπος. Ακόμη, προσλαμβάνουν λιγότερα δημητριακά, φρούτα, λαχανικά, φυτικές ίνες, πολυακόρεστα λίπη και βιταμίνες Α, B, C και Ε σε σχέση με τους μη καπνιστές. Αυτές οι κακές διατροφικές συνήθειες π
Keywords
Τυχαία Θέματα