Η μάχη και οι οιωνοί για τα εργασιακά

ΠΟΛΙΤΙΚΗΈντυπη Έκδοση

Η κυβέρνηση υψώνει τη σημαία των εργασιακών εν μέσω υποδείξεων για την πλήρη «ιδιοκτησία» του προγράμματος και γρήγορο κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης. Μεταστροφή του αρνητικού κλίματος μέσα από το αφήγημα της «δίκαιης ανάπτυξης», το συριζικό δηλαδή «success story», επιχειρεί η κυβέρνηση, εκτιμώντας ότι έτσι ικανοποιεί όλες τις πλευρές, δηλαδή και το επιχειρηματικό - επενδυτικό ακροατήριο, που αναμένει κινήσεις τόνωσης της οικονομικής δραστηριότητας, και το μικρομεσαίο κοινωνικό - εκλογικό της ακροατήριο, το οποίο απογοητευμένο αναμένει με ανησυχία την επόμενη φάση της
υλοποίησης του προγράμματος που έχει στο επίκεντρο τα εργασιακά. Η κυβέρνηση διαμηνύει σε όλους τους τόνους ότι θα δώσει τη μάχη για την αποτροπή των ομαδικών απολύσεων (τις οποίες βάζουν στην ατζέντα οι δανειστές) και την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων (που το θέτει η ίδια), υπό το επιχείρημα ότι δεν επιδιώκει ανάπτυξη γενικώς και αορίστως, αλλά ανάπτυξη η οποία διασφαλίζει σταθερές θέσεις εργασίας και εν τέλει είναι βιώσιμη και για τους πολλούς. Η τακτική που έχει χαράξει στην πορεία ως την έναρξη της κρίσιμης δεύτερης αξιολόγησης φαίνεται να έχει δύο σκέλη: ♦ Αφενός προβάλλει την ανάγκη αναζήτησης εσωτερικών συμμαχιών – με κόμματα και κοινωνικούς εταίρους – έναντι όσων εκ των δανειστών (βλ. ΔΝΤ) πιέζουν για απελευθέρωση των απολύσεων. ♦ Αφετέρου επιδιώκει να εκθέτει τη Ν.Δ. καθώς εκτιμά ότι επί της ουσίας συντάσσεται με τις πιο επιθετικές ως προς τα εργασιακά επιδιώξεις των δανειστών. Σε αυτό το πλαίσιο αξιοποιήθηκε και η επίσκεψη Γιούνκερ, του οποίου η λιτή αναφορά στις ομαδικές απολύσεις («δεν είμαι φίλος των ομαδικών απολύσεων») προβλήθηκε ως στήριξη στην κυβέρνηση από την Κομισιόν στο θέμα αυτό. Ο πρόεδρος Γιούνκερ παρέπεμψε επίσης στις «καλές ευρωπαϊκές πρακτικές» και είπε πως «οι διαπραγματεύσεις για τη μεταρρύθμιση της νομοθεσίας, σε ό,τι αφορά τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους την ελληνική πραγματικότητα» (κάτι που πάντως θα μπορούσε να είναι ανοιχτό σε ερμηνείες). Ενδεχομένως, το πιο υποστηρικτικό μήνυμα που εξέπεμψε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ήταν ότι δεν υπάρχει θέμα Grexit και ότι η Ελλάδα είναι «πλήρως αγκιστρωμένη στη ζώνη του ευρώ». Πιέσεις για γρήγορη αξιολόγηση Από την άλλη, παρά τις αβρότητες περί της φιλίας μεταξύ των δύο που ανταλλάχθηκαν κατά τη διάρκεια των κοινών δηλώσεων, ο Γιούνκερ δεν δίστασε να μεταφέρει, έστω με κάπως κομψό τρόπο, ένα αυστηρό μήνυμα: την ανάγκη «οι πολιτικοί φορείς αλλά και σύσσωμος ο ελληνικός λαός» να αποκτήσουν την «ιδιοκτησία» του προγράμματος. Η αναφορά αυτή σε συνδυασμό ♦ με την αναφορά Τσίπρα ότι στις κατ’ ιδίαν συνομιλίες των δύο ανδρών συμφωνήθηκε η δεύτερη αξιολόγηση να προχωρήσει χωρίς καθυστερήσεις, ♦ και με την παρόμοια επισήμανση που γίνεται στην έκθεση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) ότι «η Ελλάδα δεν μπορεί να αντέξει άλλες καθυστερήσεις στην υλοποίηση του προγράμματος ή μια νέα περίοδο υπερβολικής πολιτικής αβεβαιότητας, εάν επιθυμεί η οικονομία της να επωφεληθεί πλήρως από τις βελτιώσεις που έχουν ήδη επιτευχθεί στο πλαίσιο του τρίτου προγράμματος προσαρμογής. Η ελληνική κυβέρνηση και οι επίσημοι πιστωτές πρέπει να συνεχίσουν να χτίζουν τη σχέση εμπιστοσύνης και η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να αναλάβει την πλήρη κυριότητα του προγράμματος» οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι δανειστές πιέζουν – κι έχει ήδη διαμηνυθεί στον Τσίπρα – για γρήγορο κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, χωρίς διαπραγματεύσεις που τραβούν σε μάκρος και άρα χωρίς πολλά περιθώρια για εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι και οξείες αντιπαραθέσεις. Ενδεχομένως, ως κρίσιμος διαπραγματευτικός χρόνος θα αξιοποιηθεί το καλοκαίρι, οπότε ατύπως θα τρέχει η συζήτηση για τα εργασιακά, με δανειστές και κυβέρνηση να ανταλλάσσουν μηνύματα. Ωστόσο, η σκληρή μάχη που προαναγγέλλεται ύστερα από όλα αυτά δείχνει περισσότερο ως προσπάθεια καθησυχασμού της κοινωνίας με στόχο να κερδηθεί λίγος χρόνος. Κόντρα για τα πλεονάσματα Οι… «διακριτικές» πιέσεις συνεχίστηκαν και κατά τη διάρκεια της πρώτης μέρας (χθες) του συνεδρίου του «Economist», όπου, εκτός από τις υποδείξεις προς την κυβέρνηση για πλήρη εφαρμογή του προγράμματος, δεν έλειψε και η διασταύρωση πυρών μεταξύ των θεσμών για χρέος και πλεονάσματα. Ενδεικτικά: ♦ Ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ επανέλαβε ότι δεν πρέπει να καθυστερούν πολύ οι αξιολογήσεις και ότι η κυβέρνηση πρέπει να αποκτήσει σε μεγαλύτερο βαθμό την «ιδιοκτησία» του προγράμματος, ενώ συνέδεσε με την επιτυχή εφαρμογή του την ανάκτηση της πρόσβασης στις αγορές και την απόδοση των όποιων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους. ♦ Η εκπρόσωπος του ΔΝΤ στους θεσμούς Ντέλια Βελκουλέσκου αμφισβήτησε εκ νέου τη βιωσιμότητα του προγράμματος κι επανέφερε το θέμα της άμεσης ελάφρυνσης του χρέους (πριν από τις γερμανικές εκλογές) σε συνδυασμό με τα ρεαλιστικότερα πλεονάσματα (γραμμή που μεταφέρει και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας), λέγοντας μεταξύ άλλων ότι τα δημοσιονομικά μέτρα, ακόμη κι αν εφαρμοστούν πλήρως, δεν είναι αρκετά ενώ άσκησε κριτική στην κυβέρνηση για το ότι οι μεταρρυθμίσεις περιορίζονται στην αύξηση της φορολογίας και τη μείωση των συντάξεων. ♦ Η σύμπλευση Χουλιαράκη με το ΔΝΤ στο θέμα των πλεονασμάτων (κατέθεσε την προτίμηση της κυβέρνησης σε πλεονάσματα 1,5% με 2% για μετά το 2018, συμπλέοντας με ΔΝΤ και Στουρνάρα) προκάλεσε την επίθεση του εκπροσώπου του ESM Νικόλα Τζιαμαρόλι, ο οποίος υποστήριξε ότι η Ελλάδα έχει αναλάβει δεσμεύσεις διατήρησης του 3,5% του ΑΕΠ και μετά το 2018 – μπορεί πάντως, είπε, η κυβέρνηση να το επαναδιαπραγματευτεί. Να σημειωθεί πάντως ότι και ο πρωθυπουργός ζήτησε ταχύτερη υλοποίηση της συμφωνίας εκ μέρους των δανειστών και κυρίως να επιταχυνθεί η υλοποίηση της συμφωνίας για τη βραχυπρόθεσμη ρύθμιση του ελληνικού χρέους και να οριστούν λεπτομέρειες για τη μεσομακροπρόθεσμη διαχείρισή του.ΔΝΤΤτΕΚυβέρνησηΑλέξης ΤσίπραςαξιολόγησηανάπτυξηπλεονάσματαIssue: 1922Issue date: 23-06-2016Has video: Exclude from popular: 0
Keywords
Τυχαία Θέματα