«Τιτάνες» από τον Ευριπίδη Λασκαρίδη

O Ευριπίδης Λασκαρίδης είναι ένας ιδιαίτερα ταλαντούχος καλλιτέχνης. Οι αλλόκοτες δημιουργίες του, στις οποίες το διαβρωτικό χιούμορ, ο σαρκασμός, η υστερία και η ευαισθησία εναλλάσσονται συνεχώς, διακρίνονται κυρίως για την πρωτότυπη και απόλυτα προσωπική σκηνική του γλώσσα.

Μια γλώσσα μοναδική στο είδος της, που δεν μπορεί να ενταχθεί σε καμία κατηγορία και γλιστρά μεταξύ θεάτρου, χορού, παντομίμας και περφόρμανς.

Οι «Τιτάνες», έργο που δημιουργήθηκε το 2017, επανέρχεται στις μέρες μας, σηματοδοτώντας την έλλειψη επαφής που επέβαλε ο ιός SARS-CoV-2. Γιατί, όπως λέει ο ίδιος, «τίποτα

δεν μοιάζει να είναι ίδιο πια… Και το πιο απλό άγγιγμα ακολουθείται από δισταγμό…. Δεν συναντιόμαστε όπως παλιά κι όμως η επιθυμία για εγγύτητα δεν σβήνει».

Κατ’ επέκταση, το βλέμμα των δύο μοναχικών πλασμάτων, που οικοδομούν τον παράδοξο κόσμο της παράστασής του, κουβαλάει την ιστορία όλων μας.

Και είναι δύο ανοίκεια πλάσματα, που έζησαν ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι, πριν δημιουργηθεί ο κόσμος, και από την πρώτη στιγμή αναζήτησαν τρόπο να βρεθούν ο ένας κοντά στον άλλο. Και στο τέλος, ύστερα από έναν επώδυνο και επεισοδιακό αγώνα, μοιάζει σαν να κατάφεραν να είναι και πάλι μαζί.

Στη διαδρομή σκορπούν άφθονο γέλιο που, ωστόσο, κρύβει τη γεμάτη ρωγμές ψυχή τους. «Εκείνη» (εξαιρετικός ο Ευριπίδης Λασκαρίδης), μια γυναικόμορφη (ή μάλλον ανδρόγυνη) σκηνική περσόνα, με σουβλερή μύτη, ροζ δέρμα και αστείες περούκες, είναι εμφανώς έγκυος, προτάσσοντας ενδεχομένως το γεγονός ότι κυοφορεί τη δημιουργία ενός νέου κόσμου.

Καταργώντας ειρωνικά το φύλο της αλλά και τη διαστρέβλωση στον τρόπο επαφής μας, «μιλάει» ακατάπαυστα, με λόγια ακατάληπτα, που όμως γίνονται «κατανοητά». Οι παραμορφωμένοι ήχοι, οι λαρυγγισμοί, τα πλαταγίσματα της γλώσσας με φωνήεντα τραβηγμένα και σύμφωνα ψαλιδισμένα σαν ουρά φιδιού, γίνονται μέσα επικοινωνίας.

Από την άλλη, άλλοτε τρώει κομμάτια από φελιζόλ (που ταυτόχρονα μεταμορφώνονται σε τοίχο, πόρτα, καθρέφτη, αφρό ή χιόνι), άλλοτε ποτίζει τα πλαστικά λουλούδια για να τα στεγνώνει μετά με ένα σεσουάρ, άλλοτε ανοίγει έναν σκουπιδοτενεκέ που γίνεται συντριβάνι, ενώ συνεχώς μεταμφιέζεται και ερωτοτροπεί.

Ωστόσο, ο μαυροντυμένος άνδρας με τη μάσκα (στέρεος ο Δημήτρης Ματσούκας), που γίνεται η σκιά της, την απορρίπτει. Και η αποτυχία της απενοχοποιεί την όποια δική μας αποτυχία.

Η παράσταση του Λασκαρίδη, μια ποιητική αμφισημία ανοιχτή σε κάθε ερμηνεία, «είναι ένα μανιφέστο χωρίς λόγια, μία πρόκληση χωρίς κατεύθυνση, μία συναισθηματική εκκένωση χωρίς ρίζες», όπου ευτελή υλικά και σώματα βρίσκονται σε μια αέναη ροή. Είναι ταυτόχρονα ένας δίαυλος για να αγγίξουμε τα δικά μας αδιέξοδα, να απαλλαγούμε από το άγχος για την «επιτυχία» που μας επιβάλλεται από τις κοινωνικές νόρμες και να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα.

Είναι, τέλος, ένα παράδειγμα έξοχου συντονισμού της δραματουργικής συνεισφοράς του Αλέξανδρου Μυστριώτη, των φωτισμών της Ελίζας Αλεξανδροπούλου, της μουσικής του Γιώργου Πούλιου και των ευφάνταστων κοστουμιών του Άγγελου Μέντη.

Διαβάστε επίσης

Κυβέρνηση… «σπεύδε βραδέως»

Κατακραυγή από ΣΥΡΙΖΑ για τη διαχείριση – «παρωδία»

Η Μεγάλη Παραίτηση

Keywords
Τυχαία Θέματα