Ο πλούτος που κρύβει κάθε αρχαία επιγραφή

05:01 19/12/2011 - Πηγή: 24wro

«Θα ήμασταν πολλαπλασίως φτωχότεροι αν χάναμε τις αρχαιοελληνικές επιγραφές, απ’ ό,τι αν χάναμε τα αγάλματα»...

Η συντροφιά που ξεναγήθηκε στους θησαυρούς του Επιγραφικού Μουσείου από έναν ανέλπιστο ξεναγό κρεμάστηκε κυριολεκτικά από τα χείλη του καθηγητή Μανώλη Κορρέ. Ο καθηγητής αρχιτεκτονικής που αφιερώθηκε στην αποκατάσταση του Παρθενώνα, τους σαγήνεψε με την εφηβική ζωντάνια, το άσβεστο πάθος και κυρίως το εύρος των γνώσεων που κατέχει σε βάθος. Ενώ η φιλική ξενάγηση τον βγάζει όπως είπε «έξω από τα νερά» του, μοιάζει σαν το ψάρι στο νερό στο απέραντο και δυσπέλαστο πεδίο της
επιγραφικής επιστήμης. Το εν λόγω μουσείο της δύσμοιρης οδού Τοσίτσα με τις 14.000 επιγραφές του «δεν έχει όμοιό του» πουθενά στον κόσμο. Εντούτοις, ίσως και να είναι και το πιο υποτιμημένο στο πανελλήνιο.

Το κάλλος των έργων της αρχαιοελληνικής τέχνης γίνεται εύκολα αντιληπτό ακόμα και στο αδαές, σύμφωνα με τον μουσειολόγο Ζαν Κλερ, σημερινό κοινό των μουσείων. Είναι, δε, ένας πλούτος ευκόλως εξαργυρώσιμος - το ιδανικό φόντο για τη φωτογράφιση υπουργών Πολιτισμού. Ο ιλιγγιώδης όμως αυτός πλούτος δεν γίνεται αντιληπτός, ακόμα και από ένα καλλιεργημένο κοινό, χωρίς τη διαμεσολάβηση ενός επαΐοντος. Το έργο της αποκατάστασης μιας επιγραφής είναι κολοσσιαίο, ανάλογο με τη χαρτογράφηση ενός απάτητου κόσμου. Μέσω των επιγραφών ανακαλύπτουμε την ιστορία της γραφής, τη μετάβαση από τον προφορικό στον γραπτό λόγο, τα διαφορετικά ελληνικά ιδιώματα, ενώ αποτελεί κλειδί για την αποκατάσταση του χρονολογικού συστήματος των αρχαίων Ελλήνων. Οι επιγραφές αποτυπώνουν την ιστορία και κυρίως το ήθος των αρχαίων. Οι περισσότερες διασώθηκαν ως δομικό υλικό μέσα στους τοίχους.

Εμείς σήμερα μοιάζουμε έτοιμοι να χάσουμε τα πάντα, ίσως και διότι δεν θεωρήσαμε ότι η επιγραφική χρήζει μιας έδρας στο ελληνικό πανεπιστήμιο.

Όψη αύλειου χώρου με τις επιγραφές

Το Επιγραφικό Μουσείο ιδρύθηκε το 1885 και στεγάσθηκε εξ αρχής στο χώρο όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα. Τροποποιήσεις και προσθήκες, που έγιναν στο κτήριο τη δεκαετία του 1950 από τον αρχιτέκτονα Πάτροκλο Καραντινό, εξασφάλισαν νέους χώρους στο μουσείο, το οποίο έλαβε έτσι τη σημερινή του μορφή.

Τον πρώτο πυρήνα των συλλογών του αποτέλεσαν οι επιγραφές, που με συγκινητική αυταπάρνηση και ζήλο συγκέντρωνε σε διάφορα σημεία των Αθηνών ο Κυριάκος Πιττάκης. Σε αυτές προστέθηκαν οι επιγραφές των παλαιών συλλογών της Αρχαιολογικής Εταιρείας - Βαρβακείου, καθώς και ευρήματα από τις ανασκαφές της Ακροπόλεως των Αθηνών. Βαθμιαία, οι συλλογές του μουσείου εμπλουτίζονταν με νέα ευρήματα από ανασκαφές ή περισυλλογές, κυρίως από την Αττική αλλά και από άλλα μέρη της Ελλάδας. Λόγω έλλειψης χώρου, όμως, ο εμπλουτισμός του μουσείου διακόπηκε γύρω στο 1960, και έκτοτε προστίθενται ελάχιστες επιγραφές από δωρεές, καθώς και ενεπίγραφα θραύσματα από άλλα μουσεία των Αθηνών (κυρίως από την Αρχαία Αγορά), τα οποία συνανήκουν με επιγραφές που φυλάσσονται ήδη στο Επιγραφικό Μουσείο.

Η
Keywords
Τυχαία Θέματα