Κούρεμα: Κυβέρνηση υπό τον φόβο πολιτικού κόστους & Κεντρική συρόμενη πίσω της

Απόφαση προς όφελος ενάγοντα για την απομείωση (κούρεμα) των καταθέσεων του από την Λαϊκή Τράπεζα το 2013, εξέδωσε την Τετάρτη το επαρχιακό δικαστήριο Λεμεσού, με την Κυπριακή Δημοκρατία να καλείται να καταβάλει, ως αποζημίωση, το χρηματικό ποσό των €780.832 ευρώ.

Πρόκειται για την πρώτη απόφαση δικαστηρίου υπέρ ενάγοντα για το κούρεμα καταθέσεων,

ο οποίος καταχώρησε αγωγή εναντίον της Λαϊκής Τράπεζας, της διαχειρίστριας της, της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου και της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Στην απόφαση του, το δικαστήριο αναφέρει ότι «η απομείωση των καταθέσεων του ενάγοντα οφειλόταν στις αμελείς πράξεις της Κυπριακής Δημοκρατίας και στη σοβαρή αμέλεια της ΚΤΚ και όχι σε λόγους που αφορούν τους κανόνες της αγοράς».

Προσθέτει ότι «η οικονομική κρίση που έπληξε την Κύπρο το 2009 δεν αντιμετωπίστηκε ως θα έπρεπε από την κυβέρνηση, ως του υπεύθυνου θεσμού για τον σχεδιασμό, ανάπτυξη και προστασία της οικονομίας, αλλά ούτε και από την ΚΤΚ ως θεσμικού οργάνου – επόπτη, που ήταν ο προστάτης του χρηματοπιστωτικού συστήματος και της ορθής λειτουργίας των τραπεζών, καθώς και του ελέγχου γενικότερα του τραπεζικού συστήματος, και της προστασίας των καταθετών, μεταξύ αυτών και του ενάγοντα», υποδεικνύοντας ότι «επακόλουθο όλων (ήταν) η παραβίαση του δικαιώματος της περιουσίας του ενάγοντα».

Η ευθύνες στην Κυβέρνηση Χριστόφια

Συγκεκριμένα, το δικαστήριο έκρινε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία επί διακυβέρνησης Δημήτρη Χριστόφια υπέδειξε αμέλεια έναντι του ενάγοντα, ως καταθέτη της Λαϊκής Τράπεζας καθώς δεν αποτάθηκε έγκαιρα στους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς για δανεισμό, ενώ στη συνέχεια βασίστηκε, «χωρίς σοβαρότητα και προγραμματισμό», στην επιλογή του δανεισμού χωρίς να γνωρίζει τις ανάγκες των τραπεζών, οι οποίες ήταν πολύ ψηλότερες από τις ανάγκες του κράτους.

Μάλιστα, επισημαίνει την απουσία σχεδίου Β, ενώ «είχε την υποχρέωση και γνώριζε πως αν οι τράπεζες δεν κατόρθωναν από μόνες τους να ανακεφαλαιοποιηθούν, τα κράτη θα τις στήριζαν, οπότε, όταν δεν εγκρίθηκε το δάνειο που ζήτησε βρέθηκε μπροστά σε ανεπιθύμητα διλήμματα και μονόδρομους, χάριν στην απροθυμία της κυβέρνησης να λάβει μέτρα για αποκοπές μισθών αλλά και να πληροί τις προϋποθέσεις ώστε να εξασφάλιζε δάνειο».

Το «δεσμεύομαι» του Αναστασιάδη

Ενδεικτικές είναι οι αναφορές στον πρώην πρόεδρο, Νίκο Αναστασιάδη, ο οποίος είχε πει ότι «δεν επρόκειτο να επιτρέψει «κούρεμα» καταθέσεων, γεγονός που λειτούργησε, δικαιολογημένα, ώστε ο ενάγοντας να μην αποσύρει προγενέστερα τις καταθέσεις του, με αποτέλεσμα να υποστεί πραγματική ζημιά δια της απώλειας τους».

Ακόμα όμως και εάν αναγνωρίζεται ότι «ο ΠτΔ πίστευε ειλικρινά όταν έκανε τη σχετική δήλωση, πως θα πετύχαινε την αποφυγή του «κουρέματος» των καταθέσεων, ωστόσο και με αυτή την εκδοχή κρίνεται πως ενισχύεται το συμπέρασμα του Δικαστηρίου ότι η ΚΔ ανέλαβε την ευθύνη της προστασίας των καταθετών και των δικαιωμάτων τους, πλην όμως δια της προγενέστερης χρονικά αμέλειας της, ως έχει πιο πάνω επεξηγηθεί, προκάλεσε εντέλει ζημιά στα συμφέροντα του ενάγοντα ως καταθέτη. Η εγγύτητα της ΚΔ εδράζεται στις συνταγματικές υποχρεώσεις της για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων στη Δημοκρατία, ειδικότερα του Άρθρου 23 του Συντάγματος και του Άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, αλλά και στη θετική υποχρέωση που είχε για την εν λόγω προστασία».

Ευθύνες της ΚΤΚ για επίβλεψη του τραπεζικού τομέα

Σε σχέση με τις ευθύνες της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, το δικαστήριο αναφέρει στην απόφαση του πως «επέτρεψε όπως ο τραπεζικός τομέας επεκταθεί χωρίς έλεγχο ή προστασία στα συμφέροντα των καταθετών και χωρίς να παίρνει μέτρα αντιμετώπισης για την έλλειψη ρευστότητας, η οποία από το 2010 διαπιστώθηκε από την ίδια την ΚΤΚ ότι πιεζόταν».

Ειδικότερα, στην απόφαση τίθεται το ερώτημα «κατά πόσον η ΚΤΚ λειτούργησε, κατά τη δημιουργία αλλά και εξέλιξη των επίδικων γεγονότων, ως ανεξάρτητος θεσμός και όργανο εκπληρώνοντας την υποχρέωση της για εξασφάλιση των συμφερόντων των καταθετών ή «ακολουθούσε» ή «συμπορευόταν» με τις αποφάσεις ή τις επιλογές του κράτους ή αν στο πλαίσιο των εξουσιών της, για την εποπτεία των τραπεζών και ειδικότερα της Λαϊκής Τράπεζας, διέπραξε βαριά ή σοβαρή αμέλεια όπως της αποδίδεται».

Όπως προκύπτει από το δικαστήριο, «η ΚΤΚ επέτρεψε όπως ο τραπεζικός τομέας επεκταθεί χωρίς έλεγχο ή προστασία στα συμφέροντα των καταθετών και χωρίς να παίρνει μέτρα αντιμετώπισης για την έλλειψη ρευστότητας, η οποία από το 2010 διαπιστώθηκε από την ίδια την ΚΤΚ ότι πιεζόταν». Προσθέτει ότι «δεν ήταν λογικό να επιτρέπονταν τέτοια οικονομικά ανοίγματα χωρίς διακρίβωση ή μελέτη ότι τα συμφέροντα των πιστωτών προστατεύονταν».

«Δεν λαμβάνονταν μέτρα αποτελεσματικά προς διόρθωση των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε η Λαϊκή και η ΚΤΚ συρόταν πίσω από τις ενέργειες της κυβέρνησης, η οποία αρνείτο πεισματικά να πάρει μέτρα για βελτίωση των οικονομικών του κράτους», συνεχίζει το δικαστήριο στην απόφασή του και τονίζει ότι η Κεντρική Τράπεζα δεν λειτουργούσε ανεξάρτητα, ως όφειλε, και δεν αξιολόγησε τις παραλείψεις της κυβέρνησης.  Μάλιστα, αναδεικνύει και το εξής παράδοξο: «Το κατά πόσο βέβαια είναι ορθό νομικά κάποιος πιστωτής να είναι ταυτόχρονα και το όργανο που ελέγχει ή εποπτεύει τον χρεώστη ή ο προστάτης των πιστωτών – καταθετών, αλλά και στη συνέχεια να είναι η Αρχή Εξυγίανσης, είναι ένα εξαιρετικά λεπτό και σοβαρό θέμα προς συζήτηση, το οποίο θα πρέπει να απασχολήσει την πολιτεία για ενδεχόμενη διαμόρφωση νέου συστήματος ή μηχανισμών ελέγχου».

Δεν αξιολόγησε τις παραλείψεις της κυβέρνησης

Εξηγεί ότι «η ΚΤΚ όφειλε να αξιολογήσει και τις παραλείψεις της κυβέρνησης που δεν αποτάθηκε για εξωτερική οικονομική βοήθεια- δανεισμό - έγκαιρα, συνυπολογίζοντας και αυτόν τον παράγοντα σε σχέση με τις αδυναμίες και τα προβλήματα που παρουσίαζε η Λαϊκή Τράπεζα, αλλά και η Τράπεζα Κύπρου, γεγονός που ήταν ακόμη πιο επιβαρυντικό, ως κρίνεται, αφού είναι αποδεκτό ότι και η Τράπεζα Κύπρου είχε τα προβλήματα της, εξ ου και εκ του αποτελέσματος υπήρξαν μέτρα, το 2013, και ως προς αυτήν. Υπήρχαν δύο συστημικές τράπεζες και η ΚΔ δήλωνε πως θα στήριζε τον τραπεζικό τομέα, ενώ χρειαζόταν αυτή στήριξη».

Το Δικαστήριο σημείωσε «ότι ο ρόλος της ΚΤΚ δεν ήταν να αποδέχεται ανεπιφύλακτα, και χωρίς ενάσκηση ανεξάρτητης κρίσης με βάση τη δική της αποστολή, σε ό,τι αποφάσιζε ή εισηγούνταν ή παρέλειπε να πράττει η κυβέρνηση ή το Υπουργικό Συμβούλιο. Είναι προφανές πως παρά το γεγονός ότι υπήρχαν διαφωνίες από τον τότε διοικητή, η ΚΤΚ εν τέλει δεν πήρε τις δικές της αποφάσεις, που υπαγόρευαν οι περιστάσεις για τη Λαϊκή Τράπεζα».

Συμπόρευση Κυβέρνησης και ΚΤΚ

Αποδίδει στην ΚΤΚ «συμπόρευση με τις επιλογές της κυβέρνησης. Αφενός δεν τόλμησε να πάρει δραστικά μέτρα έγκαιρα έναντι της Λαϊκής Τράπεζας, αφετέρου ήλπιζε πως το πρόβλημα το οποίο υπήρχε, και ήταν εμφανές, αναφορικά με τα οικονομικά της Λαϊκής Τράπεζας, θα επιλυόταν με τη δανειοδότηση του κράτους όταν και το κράτος θα δανειζόταν, αφού χρειαζόταν και αυτό δανεισμό, σε τέτοιο ποσό που θα ανακεφαλαιοποιούνταν οι δύο προβληματικές τράπεζες, ήτοι Τράπεζα Κύπρου και Λαϊκή. Όταν όμως αυτό δεν έγινε κατορθωτό ήταν πλέον αργά και κυρίως χωρίς δεύτερο σχέδιο ή εναλλακτική λύση αντιμετώπισης του προβλήματος, αλλά και απροετοίμαστα, με αποτέλεσμα οι καταθέτες της Λαϊκής Τράπεζας, μεταξύ αυτών και ο ενάγοντας, να παραμείνουν εκτεθειμένοι. Όφειλε η ΚΤΚ να είχε, εφόσον έκανε αυτή την επιλογή, εναλλακτικό σχέδιο προστασίας των καταθετών». 

Επιπλέον τονίζει ότι «η αγαστή συνεργασία της ΚΤΚ με την εκάστοτε κυβέρνηση, η οποία θα πρέπει να είναι δεδομένη, δεν αποτελεί εμπόδιο στην τέλεση του ανεξάρτητου ρόλου της ΚΤΚ. Ο διακριτός ρόλος απαιτεί και καθήκοντα και υποχρεώσεις. Ως διαφάνηκε μέσα από τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, ουσιαστικά η ΚΤΚ δεν διαχώρισε την πορεία της σε σχέση με την κυβέρνηση, η οποία λειτουργούσε με κριτήρια μη επιστημονικά, αντίθετα λάμβανε υπόψη το πολιτικό κόστος σε κάθε ενέργεια της σχετιζόμενη με την ανακεφαλαιοποίηση ή λειτουργία ή και διαχείριση της Λαϊκής Τράπεζας, αποφεύγοντας να αποταθεί έγκαιρα σε ευρωπαϊκούς μηχανισμούς στήριξης, ή να συμμορφωθεί με τη συμφωνία των Αρχηγών των Κρατών Μελών, τη Σύσταση της ΕΑΤ».

Μεταξύ άλλων στην πολυσέλιδη απόφαση του Δικαστηρίου αναφέρεται «…συναφώς κρίνεται πως η ΚΤΚ όφειλε να λειτουργεί στο πιο πάνω πλαίσιο, ανεξάρτητα από τις επιλογές και ενέργειες της κυβέρνησης, κάτι που απέτυχε να πράξει, αντίθετα, ως φαίνεται, παρ’ ότι υπήρχαν διαφωνίες από τον τότε διοικητή της, στην πράξη, με την αδράνεια στη λήψη δραστικών μέτρων, συμπορεύτηκε με τις επιλογές της κυβέρνησης, η οποία αγνοούσε τις υποδείξεις των ειδικών, φοβούμενη το πολιτικό κόστος.

Ο φόβος για κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος

Η απόφαση αναφέρει ακόμη πως «είναι προφανές ότι φόβιζε την ΚΤΚ η κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος, όμως είναι εξ αιτίας και των δικών της ενεργειών ή παραλείψεων που τα πράγματα οδηγήθηκαν στην εξυγίανση της Λαϊκής», ενώ καταληκτικά διαπιστώνει ότι λόγω των πράξεων και παραλείψεων της, η Κεντρική Τράπεζα παραβίασε το καθήκον της να προστατεύσει τα συμφέροντα των καταθετών και του ενάγοντα, με αποτέλεσμα αυτός να στερηθεί μέρος των καταθέσεων που είχε σε τραπεζικούς λογαριασμούς του στη Λαϊκή Τράπεζα.

«Παραγνωρίζοντας» τα σημάδια

Το δικαστήριο αναφέρει ότι «ένα άλλο σημαντικό γεγονός που δεν λήφθηκε σοβαρά υπόψη από την ΚΤΚ, ώστε να λαμβάνονταν έγκαιρα τα αναγκαία μέτρα έναντι της Λαϊκής Τράπεζας, ήταν και ο αποκλεισμός της ΚΔ τον Μάϊο του 2011 από τις διεθνείς αγορές, λόγω της μεγάλης έκθεσης των κυπριακών τραπεζών στα ΟΕΔ και τις ζημιές €4.500.000.000,00 (προς 5% του ΑΕΠ της Κύπρου). Το συμβάν ως αποτέλεσμα των επιλογών της Λαϊκής Τράπεζας, σ’ ότι αφορά στις δικές της ζημιές ύψους €2,3 δις, και οι δικαιολογίες της ότι δεν ευθυνόταν αυτή, αλλά η οικονομική κρίση στην Ελλάδα, δεν θα έπρεπε να κατανοούνταν από την ΚΤΚ, η οποία όφειλε αμέσως να ασκήσει τις εξουσίες που είχε.  Η ΚΤΚ επίσης επέδειξε αμέλεια, σε συνέχεια με την παράλειψη να αξιολογήσει τις εξελίξεις που υπήρξαν τον Μάϊο του 2011 (όταν η ΚΔ αποκλείστηκε από τις διεθνείς αγορές), και όταν 2 μήνες μετά, τον Ιούλιο του 2011 επήλθε η έκρηξη στο Μαρί με πολύ μεγάλες ζημιές, περίπου €2,3 δις αλλά και τον Οκτώβριο του 2011 με την απομείωση των ΟΕΔ».

Η λάθος παροχή ELA στη Λαϊκή Τράπεζα

Επισημαίνεται ότι «ήταν λάθος η συνέχιση παροχής ELA στη Λαϊκή Τράπεζα μετά που αυτή ήταν φαινομενικά μόνο φερέγγυα (ενώ αν σταματούσε τον Νοέμβριο του 2011 το ELA θα ήταν €3,3 δις και αν σταματούσε πριν τις 17.05.2012 θα ήταν €4,3 δις, αντί των €9,1 δις που κατέληξε τον Μάρτιο του 2013). Το γεγονός ότι τόσο κατά το 2009 όσο και κατά το 2010 η Λαϊκή Τράπεζα είχε ισχυρή κερδοφορία και εύρωστη κεφαλαιακή επάρκεια, όπως διαφαίνεται μέσα από τις ελεγμένες οικονομικές της καταστάσεις, δεν φάνηκε πως ήταν αρκετό και προφανώς δεν αποτελεί δικαιολογία, αφού οι αριθμοί δεν ήταν αρκετοί και οφειλόταν προσεκτικότερη αξιολόγηση, δεδομένης της πίεσης που υπήρχε από το 2010 στη ρευστότητα της. Άλλωστε η συνέχιση παροχής ELA δεν διαφάνηκε να βελτίωνε αυτό το πρόβλημα».

Διαβάστε επίσης:

ΝΥ: Η πρώτη απόφαση που δικαιώνει κουρεμένο-Αποκλίνει απ'τις προηγούμενες

Σε έφεση απόφασης για τον κουρεμένο καταθέτη προχωρούν ΝΥ και ΚΤΚ

Δικαίωση κουρεμένου: «Ο δικαστής είδε όσα συνέβησαν πριν το έγκλημα του 2013»

Ιστορική απόφαση Δικαστηρίου δικαιώνει κουρεμένο καταθέτη της Λαϊκής

Keywords
Τυχαία Θέματα