Σιζόπουλος: Έπρεπε να έχουμε δώσει τεμάχιο σε ρωσική εταιρία

Την άποψη ότι η Κύπρος θα έπρεπε να προχωρήσει σε απευθείας ανάθεση τεμαχίων της κυπριακής ΑΟΖ σε ρωσικές εταιρίες, εμπλέκοντας έτσι τη Ρωσία στη διαδικασία εξεύρεσης και εξόρυξης φυσικού αερίου και κατά συνέπεια προάσπισης των συμφερόντων της Κύπρου, εξέφρασε ο Πρόεδρος της ΕΔΕΚ

Μαρίνος Σιζόπουλος.

Μιλώντας στην εκπομπή «Όλα στο φως» του Ράδιο Πρώτο, ο κ. Σιζόπουλος υπενθύμισε ότι υπάρχουν αρκετές φωνές που εκφράζουν παράπονα για τη στάση της χώρας απέναντι στα τελευταία γεγονότα, λέγοντας ότι αυτή δεν είναι ικανοποιητική.

«Όταν βρίσκεσαι σε μια περιοχή με συγκρουόμενα και εμπλεκόμενα συμφέροντα και με έναν επεκτατικό και επικίνδυνο γείτονα, οφείλεις να ξεφύγεις από τις οικονομικές παραμέτρους και να παραθέσεις πρώτα την πολιτική σκοπιμότητα, τη γεωστρατηγική ασφάλεια και μετά το οικονομικό όφελος», τόνισε, διευκρινίζοντας ότι δεν έπρεπε να δοθεί το σύνολο, αλλά μόνο ένα μέρος.

Ζήτησε δε να διερευνηθεί από την Κυβέρνηση, αν υπάρχει πρόθεση από πλευράς της εταιρίας ENI, να μοιραστεί ένα μερίδιο των ευρημάτων της στην κυπριακή ΑΟΖ με μια άλλη εταιρία, άλλης μεγάλης χώρας, όπως η Ρωσία ή οι ΗΠΑ.

«Τίθεται αμέσως το ερώτημα: Εμείς τι κάναμε μέχρι στιγμής για να εξυπηρετήσουμε οποιαδήποτε συμφέροντα της Ρωσίας; Τη στιγμή που μας ζήτησε να τής προσφέρουμε ναυτικές στρατιωτικές διευκολύνσεις, όταν έγινε η κρίση στη Συρία το πράξαμε; Όχι. Όταν ζήτησε να λάβει μέρος στη διάσκεψη για το Κυπριακό, το πράξαμε; Όχι. Πήγαμε στην πενταμερή μόνο με τη Βρετανία και τις ΗΠΑ, διά μέσου των Βρετανών. Τώρα γιατί να ζητήσουμε υποστήριξη;», είπε.

«Εδώ και τόσα χρόνια έχουμε μονόπλευρα τοποθετηθεί υπέρ των βρετανικών και των αμερικανικών συμφερόντων. Διερωτώμαι: Είδαμε “χαΐρι”; Όχι. Αντίθετα, είδαμε την υπονόμευση, την υπόσκαψη, τη στήριξη που είχε η Τουρκία για να κάνει την εισβολή και όλα τα υπόλοιπα τα οποία βιώνουμε. Οφείλουμε -χωρίς να λέω ότι θα πρέπει να πάμε από την άλλη πλευρά- όσο μικροί και να είμαστε, να μελετήσουμε εναλλακτικά σενάρια εξισορρόπησης συμφερόντων στην περιοχή», συμπλήρωσε.

Σύμφωνα με τον κο Σιζόπουλο, πάντα κρινόμαστε από το αποτέλεσμα και όχι από τις προθέσεις, σημειώνοντας ότι ο τουρκικός επεκτατισμός δεν επικεντρώνεται μόνο στην Κύπρο, αλλά και στο Αιγαίο, κάτι που θα πρέπει να κάνει την Κύπρο και την Ελλάδα να συνεργαστούν ακόμα πιο στενά, δεδομένου ότι όλοι οι σχεδιασμοί της Τουρκίας έχουν γίνει από τη δεκαετία του ’50, όταν αποφάσισε να αποκτήσει θαλάσσια διέξοδο.

Συζητώντας για την κρίση στην κυπριακή ΑΟΖ και την προσπάθεια απεμπλοκής της Κυβέρνησης, ο κ. Σιζόπουλος τόνισε ότι κατέθεσε τις προτάσεις της ΕΔΕΚ στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, υπογραμμίζοντας ότι οι τρόποι αξιοποίησής τους είναι τρεις: (α) με την υιοθέτησή τους, (β) με την ενίσχυση της επιχειρηματολογίας του, σε περίπτωση αντίθετων σεναρίων και (γ) σε περίπτωση που χρειαστεί διέξοδο διαφυγής, να γίνει αξιοποίηση των κομμάτων της αντιπολίτευσης.

Σύμφωνα με τον ίδιο, θα έπρεπε να έχει ήδη γίνει δέσμευση της θαλάσσιας περιοχής του στόχου «Σουπιά» μέσω NAVTEX, ενώ την ίδια στιγμή θα έπρεπε η χώρα να προχωρήσει στη διεξαγωγή στρατιωτικών, αεροναυτικών γυμνασίων, σε συνεργασία με άλλες συμμαχικές χώρες, όπως το Ισραήλ, η Ελλάδα, η Ιταλία και η Γαλλία. Με αυτό τον τρόπο θα δημιουργείτο ένας κλοιός ασφαλείας στο γεωτρύπανο, για να πραγματοποιήσει την έρευνά του, ανεξαρτήτως αν κάτι τέτοιο απέδιδε ή όχι.

Ερωτηθείς σχετικά με την εξαγγελθείσα κάθοδο του τουρκικού γεωτρύπανου στην Κύπρο, ο κ. Σιζόπουλος θεωρεί ότι, δεδομένου ότι η Κύπρος δε διαθέτει την στρατιωτική ισχύ για να επιβάλει όσα θέλει, θα πρέπει να κινηθεί σε διπλωματικό και πολιτικό επίπεδο και να μελετήσει διάφορα σενάρια, όπως επιβολή κυρώσεων σε βάρος της Τουρκίας, ενδεχομένως από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή τον ΟΗΕ.

Πρόσθεσε δε ότι το γεγονός πως η Τουρκία δεν έχει υπογράψει τη συνθήκη για το Δίκαιο της θάλασσας, δεν σημαίνει ότι δεν θα πρέπει να το υπολογίζει, ούτε ότι οι άλλες χώρες που το έχουν υπογράψει δεν θα πρέπει να τής επιβάλλουν κυρώσεις.

«Χρειάζεται ένας σωστός προγραμματισμός, εμπλουτισμός ιδεών, σχέδια επί χάρτου, γρήγορα και άμεσα και από εκεί και πέρα να προχωρήσουμε σε κλιμάκωση των μέτρων και όχι να λάβουμε όλα τα μέτρα ταυτόχρονα», είπε, προσθέτοντας ότι βρισκόμαστε σε μια σκακιέρα ως ένας εκ των παικτών της.

Όπως σημείωσε, κατά τη διάρκεια του Εθνικού συμβουλίου τον περασμένο Οκτώβριο, παρουσία του Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά, ο ίδιος είχε θέσει εκ μέρους της ΕΔΕΚ ότι θα πρέπει να επανέλθει το ενιαίο αμυντικό δόγμα ανάμεσα σε Κύπρο και Ελλάδα.

«Αυτή τη στιγμή θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι ο γεωστρατηγικός παράγοντας είναι ίσως το πιο ισχυρό όπλο για την επίλυση διεθνών προβλημάτων και για την υπεράσπιση των συμφερόντων μας. Βρισκόμαστε σε μια επικίνδυνη περιοχή, με συγκρουόμενα συμφέροντα. Η Κύπρος από μόνη της δεν μπορεί να αναπτύξει αυτό τον γεωστρατηγικό παράγοντα σε πολύ μεγάλο βαθμό. Η Ελλάδα από μόνη της, επίσης δεν μπορεί σε μεγάλο βαθμό. Οι δύο χώρες όμως μαζί, στο πλαίσιο μιας κοινής πολιτικής, μπορούν αυτό τον παράγοντα να τον αναβαθμίσουν», είπε.

Όπως διευκρίνισε, οι δύο χώρες θα πρέπει να κινηθούν σε τρία επίπεδα: (α) το ενεργειακό, με τις τριμερείς συνεργασίες που μπορούν να γίνουν και τετραμερείς, (β) η Ευρωπαϊκή Ένωση και (γ) η επαναφορά του δόγματος ενιαίου αμυντικού χώρου, παρά τα προβλήματα που υπάρχουν.

«Την ίδια στιγμή, πρέπει να αντιληφθούμε και κάτι άλλο: Η Κυπριακή Δημοκρατία υπάρχει και την έχουν εγγυηθεί το 1960 τρεις χώρες. Η μια από τις τρεις έχει τις βάσεις της στην Κύπρο και τις λειτουργεί ανεξέλεγκτα, κατά παράβαση των συνθηκών εγκαθίδρυσης. Η δεύτερη κατέχει το 37% του εδάφους και επιχειρεί απόσχιση, με παρουσία 30.000 και πλέον στρατευμάτων, και η Τρίτη χώρα στην ουσία έχει μηδαμινή παρουσία. Επιμένουμε ότι θα πρέπει επιτέλους να υπάρχει στην Κύπρο αυξημένη αριθμητικά και οπλικά ελληνική στρατιωτική παρουσία», επισήμανε.

Keywords
Τυχαία Θέματα