Εκρήξεις

Δηµήτρης Μητρόπουλος
[Αγιογραφίες] από τα ΝΕΑ

ΟΙ θεωρίες συνωμοσίας είναι προσφιλείς στην πολιτική. Και η υπόθεση της περιβόητης λίστας Λαγκάρντ προσφέρεται για τέτοιου τύπου ερμηνείες. Οπως είπε και η Ζωή Κωνσταντοπούλου στην πολυαναμενόμενη ακρόαση-ανάκριση του Γιώργου Παπακωνσταντίνου στη Βουλή: «Αφήστε αυτό το στυλ και πείτε

μας τι κάνατε το CD».

ΩΣΤΟΣΟ, ενώ πρωταγωνιστές – Βενιζέλος, Παπακωνσταντίνου – και δευτεραγωνιστές -Διώτης, Καπελέρης – της ιστορίας έχουν μπλέξει μεταξύ Βουλής και εισαγγελικών Αρχών, τα όσα ακούμε, δεν προσφέρονται μόνο για συνωμοσιολογία αλλά και για ορισμένα μελαγχολικά συμπεράσματα. Μια πρόχειρη ματιά σε όσα είπε χθες ο Παπακωνσταντίνου στη Βουλή επιτρέπει να φτιάξει κανείς ένα ενδεικτικό χρονολόγιο.

ΔΕΝ χρειάζονται πολλές λεπτομέρειες. Τον Ιανουάριο του 2011 έκανε, κατά τα λεγόμενά του, ο τότε υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου σύσκεψη για να δει τι θα κάνει με τα στοιχεία. Ο νομικός του σύμβουλος απεφάνθη ότι, ναι, αυτά μπορούσαν να αποτελέσουν βάση έρευνας. Ο Παπακωνσταντίνου έφυγε από το υπουργείο Οικονομικών έξι μήνες αργότερα, τον Ιούνιο του 2011. Εως τότε δεν είχε γίνει τίποτε επί της ουσίας. Τίποτε δεν είχε γίνει και δέκα μήνες αργότερα, τον Μάρτιο του 2012, όταν ο Βαγγέλης Βενιζέλος, που διαδέχτηκε τον Παπακωνσταντίνου, άφηνε και αυτός το χαρτοφυλάκιο Οικονομικών. Την πόρτα έκλεισε τον Ιούνιο του 2012 ο Φίλιππος Σαχινίδης – αλλά η κυβέρνηση ήταν πια υπηρεσιακή.

ΤΙ προκύπτει από αυτή τη διαδοχή γεγονότων; Οτι το αφεντικό το είπε στον σκύλο και ο σκύλος γύρισε κι έδωσε εντολή στην ουρά του. Το γραφείο υπουργού διαβίβασε τα στοιχεία στο ΣΔΟΕ και το θέμα έμεινε εκεί. Απλώς η πολιτική ευθύνη πέρασε έξι μήνες αργότερα στον επόμενο υπουργό. Ουδείς ασχολήθηκε με το τι μπορούσε να βγει από την υπόθεση αυτή. Γιατί; Διότι, όπως φαίνεται, η σκοπιμότητα του να ζητήσουμε τη λίστα Φαλσιανί ήταν καθαρά επικοινωνιακή. Να φανεί ότι κάνουμε κάτι. Αντε και να ασκήσουμε και ολίγη φορολογική τρομοκρατία.

ΜΕ τη λίστα Φαλσιανί, όπως και με τη λίστα των γιατρών του Κολωνακίου, όπως και με τις συλλήψεις των επώνυμων οφειλετών του Δημοσίου – που έφευγαν ελεύθεροι την επόμενη ημέρα – ήθελαν απλώς να δημιουργήσουν εντυπώσεις. Να φαινόμαστε ότι κάνουμε κάτι για την πάταξη της φοροδιαφυγής. Η λίστα δεν είχε μεγαλύτερη αξία από το να βρεις τις πισίνες στα βόρεια προάστια μέσα από τον δορυφόρο της Google. Ή να κάνεις καμιά βόλτα στη Βουλιαγμένη και να δεις τι γίνεται με τα κότερα και τις offshore ή με τα σκάφη των «φίλων» διαφόρων πολιτικών. Σε όλες τις περιπτώσεις, τα ευρήματα θα ήταν αφετηρία για κλασικούς φορολογικούς ελέγχους. Από μόνα τους δεν έφερναν έσοδα – πόσω μάλλον γρήγορα. Φυσικά, η λίστα Λαγκάρντ είχε τον πρόσθετο κίνδυνο ότι αφορούσε επωνύμους. Ενας πιο έμπειρος παίκτης στη δημόσια ζωή θα διέβλεπε την πιθανότητα να κατηγορηθεί η κυβέρνηση για συγκάλυψη – ειδικά σε ένα κλίμα που δεν συγχωρεί τίποτε και που, ίσα-ίσα, διαστρεβλώνει τα πάντα.

ΣΤΗΝ πραγματικότητα, η λίστα Λαγκά

Keywords
Τυχαία Θέματα