«Όσο ψηλότερα πηδάει η μαϊμού…

09:42 29/5/2012 - Πηγή: Olympia
Γράφει ο Δ. ΝατσιόςΔάσκαλος, Κιλκίς…τόσο περισσότερο φαίνεται ο κώλος της». Ευθύβολη και περιεκτικότατη η λαϊκή παροιμία, αποτυπώνει, «ακραιφνώς και ακιβδήλως», μιαν ανθρώπινη συμπεριφορά. Και, ως γνωστόν, το συμπαθέστατο, κατά τα άλλη, αυτό ζώο, η μαϊμού, εκτίθεται από την… πισινή του, θέα. Οι παροιμίες, σύμφωνα με τους μελετητές, είναι συμπυκνωμένοι μύθοι. Άρα, οφείλουμε, να παραθέσουμε το επιθύμιον, να την προβάλλουμε στην ανθρώπινη βιοτή. Λοιπόν. Κάποιοι άνθρωποι, ατάλαντοι και ασήμαντοι, «νοσούντες εξ ελαφρότητος και ρεκλαμομανίας», όπως θα έλεγε ο Παπαδιαμάντης, ονειροφαντάζονται λαμπρές
καριέρες, υπερεκτιμούν τις δυνατότητές τους, αναρριχώνται στα υψηλά και… αποκαλύπτεται ο δυσειδής κώλος τους. (Το φαινόμενο αυτό το μελέτησε επαρκώς, ο Καστοριάδης, στο εξαιρετικό βιβλίο του «η άνοδος της ασημαντότητας». Και οι αρχαίοι το συνόψισαν, αριστοτεχνικά και δωρικώς, με τρεις λέξεις: «αρχή άνδρα δείκνυσι»).Αν σκαλίσουμε λίγο τα περασμένα, ένα κλασικό παράδειγμα εγωτικής μεγαλαυχίας και ψωροπερηφάνειας (θαυμάσια λέξη), συναντάμε στα «απομνημονεύματα» του Μακρυγιάννη. Ας προσέξουμε το «πνεύμα ανεκτικότητας» και δημοκρατικότητας» με το οποίο αντιμετωπίζει ο βαθύτατα Ορθόδοξος χριστιανός, στρατηγός, μία τέτοια υπερφίαλη και φίλαυτη «μαϊμού»:«Αφού είμουνα εις την Αρκαδία άκουγα τον πρόβοδον των Αράπηδων, ντρεπόμουν να καθήσω με τις γυναίκες, με τρακόσιους άνδρες διαλεχτούς οπούχα. Το λέγω του διοικητή της Αρκαδίας, να τον αφήσω έναν αξιωματικόν με πενήντα ανθρώπους και να πάγω με τους άλλους εις την ανάγκη της πατρίδας. Μ’ αποκρίνεται: «Δεν έχεις να πας πουθενά, ότι εγώ είμαι από κείνους οπού κατεβάζω κι ανεβάζω στρατηγούς». Ήταν ένας μπαρμπέρης, φίλος του αρχηγού Κολοκοτρώνη και του Πρωτοσύγκελου κι αλλουνών. Εγώ ‘λεγα να πάγω να σκοτωθώ με τους οχτρούς αυτός γύρευε να μου γκρεμίσει τον βαθμό μου. Του μίλησα δι’ αυτό, του κακοφάνη. Είπε ενός ανηψιού του, οπούχε εις το ψωμί και γεμεκλίκια και μας τάκοψε. Πήγα και τον έπιασα και τόδωσα ένα ξύλο διά πεθαμόν· κι αν δεν πήδαγε από το παλεθύρι κάτον ο διοικητής δεν ξέρω αν έμενε ζωντανός».Βεβαίως, ένας εκλεπτυσμένος παρασιτοδιανοούμενος της σήμερον υπέρμαχος των ατομικών δικαιωμάτων, θα χαρακτήριζε, αυτήν την συμπεριφορά, βαρβαρική (ή φασιστική). Τι να κάνουμε όμως; Κάτι τέτοιοι μας απελευθέρωσαν, που έριχναν «ξύλο διά πεθαμόν» στις κενόδοξες «κοπριές» της εποχής τους.Πεδίον λαμπρόν στο οποίο σταδιοδρομεί το συνοθύλευμα αθλίων και μετρίων είναι… ποιό άλλο; Η πολιτική τέχνη. Το 1877, ο Ροϊδης, με το γνωστό σκωπτικό ύφος, γράφει στις «Σκνίπες», του «Ασμοδαίου»: «Το έθνος ημών υφίσταται πολιτικήν τινά ζύμωσιν, καθ’ ην τα ακαθαρτότερα στοιχεία ανέρχονται και επιπλέουσιν, εν είδει εξαφρίσματος, επί της επιφανείας. Ο τοιούτος αφρός, κατέχων, κατά τους νόμους της φυσικής, τα ανώτερα στρώματα, θέλει κυβερνά, φλυαρεί και κλέπτει ασυστόλως την Ελλάδα, μέχρις ου (τώρα αυτό το «ου» γυμνό από τα στολίδια του, την δασεία και την περισπωμένη, που έπαιρνε η αναφορική αντωνυμία δεν καταλήγει να φαίνεται αρνητικό μόριο;) τελε
Keywords
Τυχαία Θέματα