Παρμενίδης: « ἔστι γὰρ εἶναι, μηδὲν δ΄ οὐκ ἔστιν»

Γράφει ο Γιώργος Εχέδωρος

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως ο άνθρωπος για να φθάσει στην αναζήτηση της προέλευσης του κόσμου πέρασε από πάρα πολλά πνευματικά στάδια.
Όταν μιλάμε για το ελληνικό πνεύμα του 5ου και 6ου αιώνα π.Χ. οφείλουμε να παραδεχτούμε πως προϋπήρξε της εποχής εκείνης μια τεράστια αρχέγονη πνευματική παρακαταθήκη.
Ένα λογικό όν, δεν μπορεί ποτέ να ενστερνιστεί, να παραδεχθεί και να ακολουθήσει μια υπόθεση κατά φύση απαράδεκτης.

Ποια είναι αυτή;

Ξαφνικά, μέσα στο πουθενά, ένας λαός που έμαθε να γράφει με …συλλαβές, μόλις πριν δύο αιώνες (τον 8ο, δηλαδή,

αιώνα π.Χ., όπως ισχυρίζεται η φιλολογία) άρχισε να φιλοσοφεί με τέτοια δύναμη πνεύματος που ακόμη και σήμερα αισθανόμαστε θαυμασμό και δέος.

Λειτουργούσαν σχολές φιλοσοφίας στον τότε ελληνικό κόσμο, όπου διδάσκονταν κατά εκατοντάδες Έλληνες της εποχής, διαμορφώνοντας, έτσι, ένα μοναδικό πνευματικό επίπεδο στην αρχαιότητα.

Η ευρωπαϊκή φιλοσοφία η οποία εδράζεται στην αρχαία ελληνική δεν μπόρεσε, δυστυχώς, να την ξεπεράσει.
Παρουσιάστηκαν, βέβαια, κάποιες στρεβλώσεις.
Μόνο, ο Μάρξ, είπε το περίφημο: η αρχαία ελληνική φιλοσοφία αποτελεί τη νηπιακή ηλικία της ανθρωπότητας(!) θεωρώντας το πνεύμα του, ως …εξέλιξη της ανθρωπότητας.

Όταν άρχισα να γράφω το παρόν αρθρίδιο, στο μυαλό μου ήρθε, το : ‘τίποτε δεν προέρχεται από το τίποτε’ το γνωστό απόφθεγμα του Καρτέσιου (ex nihilo nihil fit) που προήλθε από τα φιλοσοφικά κείμενα του Παρμενίδη.

Τα λιγοστά κείμενα του Παρμενίδη που έφθασαν έως εμάς δείχνουν, συν τοις άλλοις, τη ζωντάνια και την απαράμιλλη λογοτεχνική ευστροφία του.

Στα κείμενά του παρουσιάζεται, ο Ελεάτης φιλόσοφος, πως έρχεται με μια άμαξα από τον ουρανό και συνομιλεί, αναπτύσσοντας τις φιλοσοφικές του απόψεις, όχι με θνητό αλλά με μια θεά. Αποδίδει με τον τρόπο αυτό την πνευματική δύναμη των απόψεων του.

Ο λόγος του είναι απόλυτος:
«ὡς ἀγένητον ἐὸν καὶ ἀνώλεθρόν ἐστιν,
ἔστι γὰρ οὐλομελές τε καὶ ἀτρεμὲς ἠδ΄ ἀτέλεστον·
[5] οὐδέ ποτ΄ ἦν οὐδ΄ ἔσται, ἐπεὶ νῦν ἔστιν ὁμοῦ πᾶν,
ἕν, συνεχές·»

Δηλαδή:
Η ουσία του σύμπαντος είναι μία, αγέννητη, ακατανόητη, μονογενής τέλεια, ανεπανάληπτη. Δεν ήτανε ποτέ, ούτε θα είναι κάποτε, γιατί το τότε και το τώρα αποτελούν μαζί το παν, το Ένα, τη Συνέχεια.

Και πιο κάτω:
«Χρὴ τὸ λέγειν τε νοεῖν τ΄ ἐὸν ἔμμεναι· ἔστι γὰρ εἶναι,
μηδὲν δ΄ οὐκ ἔστιν·»

Είναι απαραίτητο να λέγεται και να νοείται πως το Ον υπάρχει. Γιατί το Είναι, η ουσία του σύμπαντος υπάρχει. Το μηδέν όμως δεν υπάρχει.

Είναι ακριβώς η αντιγραφή του Καρτέσιου, όπως προαναφέραμε, που κυριάρχησε στην ευρωπαϊκή διανόηση:
‘ex nihilo nihil fit’ από το τίποτε δεν δημιουργείται τίποτε
ή
κατά Παρμενίδη- δύο χιλιάδες χρόνια πριν τον Καρτέσιο:
« ἔστι γὰρ εἶναι,
μηδὲν δ΄ οὐκ ἔστιν·»

Παραδέχεται, δηλαδή, πως δεν υπάρχει γένεση ούτε φθορά.
Γιατί η γένεση προϋποθέτει μια κατάσταση «μη είναι» που μεταβαίνει στην κατάσταση του «είναι» και αντίστροφα για

Keywords
Τυχαία Θέματα