«Τα Χριστούγεννα των ποιητών»

Τα Χριστούγεννα «έρχονται» για ακόμη μια φορά.Για κάποιους εορταστική επέτειος, ίσως, μιας «Γέννησης» και ενός «Θανάτου»º για άλλους, ίσως, απλά ένα σημάδι στον απρόσωπο χρόνο και μια ευκαιρία συνάμα να ξαποστάσουν.

Πάντως όποια και να είναι η προσωπική, εσώτερη, πρόσληψη αυτής της εορτής, και όσο ασήμαντες ειναι οι συμβατικές ημερομηνίες και οι χρονολογίες, είναι πάντα ευκαιρία να διαγνώσει κανείς μια σύγκρουση που πιθανώς οξύνεται, αυτή μεταξύ εννοιών όπως του ατόμου και του προσώπου, της εσωστρεφούς κατανάλωσης και του δια-λόγουº και μιας και αυτή η ανάρτηση αφορά «τα
Χριστούγεννα των ποιητών», ας αφουγκραστούμε μονάχα τον σιωπηλό διάλογό τους με τα απτά και μη νοήματα των ημερών, καθώς αυτοί, όπως και αναφέρει ο Δ. Κοσμόπουλος στο άρθρο που ακολουθεί, «καθαρίζουν την όραση από τις τρέχουσες επιχωματώσεις και μας κάνουν αισθητό το αίτημα για πραγματικότητα βίου εορταστική και πένθιμη συνάμα».Εύχομαι ολόψυχα, με αυτό τον τρόπο, Καλά Χριστούγενναα.α.

http://anaghrapho.blogspot.com/2011/08/blog-post_17.html

Αναδημοσίευση απόΤΟ ΒΗΜΑ, 24/12/2005, Σελ.: B46Κωδικός άρθρου: B14649B461του Δημήτρη Κοσμόπουλου
(Το βρήκα πρώτη φορά εδώ)
«Ἐὰν τὸ Πάσχα εἶναι ἡ λαμπροτάτη τοῦ Χριστιανισμοῦ ἑορτή, τὰ Χριστούγεννα βεβαίως εἶναι ἡ συγκινητικωτάτη» γράφει στὴν Ἐφημερίδα τῆς 25ης Δεκεμβρίου τοῦ 1887 ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Γιὰ τὸν πεζογράφο Παπαδιαμάντη διόλου τυχαῖα ὁ Μαλακάσης δήλωνε ὅτι εἶναι ὁ καλύτερος ποιητὴς ποὺ γνώρισε. Ἀλλὰ ὁ Παπαδιαμάντης ἔγραφε καὶ ποιήματα. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ ἀναφέρεται στὸν ναὸ τῆς Γεννήσεως, τόσο ἀπαράμιλλα εἰκονιζόμενο στὸ διήγημα «Στὸ Χριστὸ στὸ Κάστρο» (1892):Μὲ χρόνους μὲ καιροὺς καὶ ἥμισυ καιροῦ,κάποιος ἀμαθής, ἁμαρτωλὸς χυδαῖος,καμμία γυναίκα τοῦ λαοῦ πτωχὴσ᾿ ἐνθυμεῖται κι ἔρχεται νὰ σοῦ φέρ᾿ὄχι χρυσόν, ἀλλὰ ὀλίγο λιβάνι,ἕνα κερί, κι ὀλίγο λάδι στὴν μποτίλιασ᾿ ἐσὲ ποὺ εἶσαι ὅλων ὁ δοτήρ.Ἂν ὁ Παπαδιαμάντης (ἀλλὰ καὶ ὁ Μωραϊτίδης) πηγάζουν ἀπὸ τὴν ὑμνογραφία τῆς ἐκκλησιαστικῆς λατρευτικῆς ἐμπειρίας καὶ τῆς βαθύρριζης ἀπήχησής της στὸ συλλογικὸ σῶμα, ὅμως καὶ οἱ δυὸ διαπιστώνουν ὅτι ἡ νεοελληνικὴ συνθήκη διαμορφώνεται μέσα στὰ ὅρια τοῦ νεωτερικοῦ κόσμου, ἀπομακρυνόμενη ἀπὸ τὸν πυρήνα τῆς Γιορτῆς, ὡς ἀναφορᾶς νοήματος. Πάντως στὴν πεζογραφία μας, καὶ μάλιστα στὴ διηγηματογραφία, οἱ χριστουγεννιάτικες ἱστορίες ἔχουν διαμορφώσει ὁλόκληρο ξεχωριστὸ εἶδος, μὲ ἐξαιρετικὰ ἐπιτεύγματα. Δειγματοληπτικὰ ὑπενθυμίζουμε ἐκτὸς ἀπὸ ἐκεῖνα τῶν δυὸ παραπάνω συγγραφέων τὸ «Θεῖον ὅραμα» τοῦ Ἀνδρέα Καρκαβίτσα (Λόγια τῆς πλώρης, 1899), τὰ «Μεσολογγίτικα Χριστούγεννα» τῆς Πηνελόπης Δέλτα (Παραμύθια καὶ ἄλλα, 1915), «Τὰ Χριστούγεννα τοῦ Ἀμερικάνου» τοῦ Ἀντώνη Τραυλαντώνη (1922), τὸν «Ξένο τῶν Χριστουγέννων» τοῦ Στέφανου Δάφνη (1927).

Η ΔΙΨΑ ΓΙΑ ΔΙΑΡΚΕΙΑ

Στὴν ποιητικὴ ἐπικράτεια οἱ χριστουγεννιάτικες ἀναφορὲς εἶναι ἐξίσου πλούσιες, ἀλλὰ ἴσως καὶ περισσότερο πολυσήμαντες. Στὸν καθρέφτη τοῦ ποιητικοῦ ἀποτελέσματος, δηλαδὴ στὰ ἑκάστοτε μέσα στὴν ποιητική μας παράδοση μορφικὰ ἐπιτεύγματα, τὰ πράγματα δὲν μένουν μόνο στὴν ἀναπόληση ἢ στὴ ν
Keywords
Τυχαία Θέματα