Διακοπές εδώ και ...τότε!

18:21 2/8/2011 - Πηγή: Gazzetta
Πρώτη Τρίτη του Αυγούστου και η ρετρό ιστορία που ακολουθεί θα μας πάει σε έναν παλιό Αύγουστο, στα τέλη των έιτις και στη γνωστή πια παλιοπαρέα που ετοιμαζόταν για ...διακοπές. Τώρα που το σκέφτομαι, δεν ξέρω τι διακόψαμε για να πάμε διακοπές. Ο μοναδικός που δούλευε, ο Δεμπασκαλάς, ήταν ο μοναδικός που είχε κάτι να διακόψει για να πάει διακοπές, αλλά δεν το διέκοψε και μάλιστα μας έκοψε με τον καθιερωμένο του τρόπο όταν ο Φώτης του πρότεινε να έρθει μαζί μας: «Δεν πας καλά». Κι έμεινε να δουλέψει και εκείνο τον Αύγουστο στον καφενέ του Μπάφα...
Οι υπόλοιποι μόλις είχαμε αποφοιτήσει από το λύκειο και είχαμε δώσει Πανελλήνιες εξετάσεις, ωστόσο περιμέναμε τα αποτελέσματα με λιγότερη αγωνία από όση περιμέναμε τις πρώτες μας διακοπές. Ο Πατούσας, ο οποίος μόλις είχε αγοράσει -κατόπιν συμφωνίας που είχε κάνει με τον πατέρα του για να πάρει το ρημάδι το απολυτήριο- την αναθεματισμένη τη ντοματοτοσικλέτα που τον ταξίδεψε μακριά μας, μας ξεκαθάρισε πως «εγώ θα πάω Λευκάδα με τη μηχανή». Ο Φώτης, όμως, είχε άλλη άποψη: «Τι να κάνεις, ρε καημένε, στη Λευκάδα; Να κοιμάσαι με τις κότες; Μύκονο θα πάμε. Είπα», είπε δανειζόμενος την κατάληξη από τις καθιερωμένες δηλώσεις του Μαστρομανέλου. Η λέξη «Μύκονος» ήταν -και- τότε από μόνη της μια πρόκληση. Ένα φανταστικό πακετάκι που όποιος το άνοιγε, θα τα έβρισκε όλα μέσα: γκόμενες, ποτά, ξενύχτια. Ψήθηκα. Κι άφησα τον Πατούσα να πάει μοναχός στη Λευκάδα, στο πρώτο και τελευταίο ταξίδι που θα μπορούσαμε να πάμε μαζί. Την τελευταία στιγμή, στο Κτελ που θα μας κατέβαζε στον Πειραιά, πήδηξε μέσα και ο Πέτρος ο Αρμένης, που παλιά τον λέγανε Κεβόρκ κι εμείς τον φωνάζαμε «ο Γιάννης ο Μορφονιός». Εγώ χάρηκα που τον είδα, γιατί ο μαντράχαλος ο Πέτρος ήταν μια ασφάλεια. Ο Φώτης δεν χάρηκε που τον είδε, γιατί «θα βλέπουν τη μυτόγκα του οι γκόμενες και θα μας περνάνε κι εμάς για άσχημους»! Τελικά ο Πέτρος είχε μεγάλο σουξέ στη Μύκονο. Ο Φώτης μικρότερο. Εγώ δεν είχα κανένα σουξέ, ίσως γιατί πέρναγα τη φάση που μου άρεσαν τα παλιά του Τουρνά. Εδώ που τα λέμε, δεν προλάβαινα κιόλας να ασχοληθώ με το γυναικείο φύλο, επειδή είχα άλλο, διπλό ρόλο: του διαιτητή ανάμεσα στον Πέτρο και τον Φώτη που τσακώνονταν συνέχεια ακόμα και για τις ψάθες (τότε οι οργανωμένες πλαζ με ομπρέλες και ξαπλώστρες ήταν ελάχιστες), αλλά και του «διαχειριστή κρίσεων» των δυο τους, που έμπλεξαν για τα καλά. Μαζί μας είχαμε δύο ψάθες. Τη δικιά μου και του Πέτρου. «Ρε σεις, αφήστε κάτω την ψάθα μου», έλεγε ο Φώτης, που δεν είχε φέρει ψάθα, σαπούνι, ξυραφάκια, αφρό, πετσέτες, ο Φώτης που δεν είχε φέρει τίποτα άλλο πέρα από τρία σώβρακα και μισό βαλιτσάκι προφυλακτικά κι όμως ισχυριζόταν πως είχε την ψάθα του, την πετσέτα του και όλες τις απαιτήσεις του: «Καλά, ρε, πού το καταχωνιάσατε πάλι το ξυραφάκι μου; Μορφονιέ, δεν πιστεύω να το χρησιμοποίησες». Στη συγκεκριμένη περίπτωση έπρεπε να προλάβω να ξεδιπλώσω τα 187 εκατοστά μου μπροστά στα 175 του Φώτη, ώστε να μην καταφέρουν να πέσουν πάνω του τα 199 του Πέτρου. Ήμουν γρήγορος... Ο Φώτης γύρισε πίσω αρτιμελ
Keywords
Τυχαία Θέματα