Ρατσισμός και θέαμα

της Αγγελικής Γκαλμπένη

Ένα θέμα που απασχολεί πολύ την κοινωνία και την πολιτική καθημερινότητα παγκοσμίως, είναι αυτό του ρατσισμού. Το γεγονός αυτό δεν άφησε απτόητο και τον πολιτισμό, όπως φαίνεται από τις καινούργιες παραγωγές που παρουσιάζονται αυτή τη στιγμή στις αίθουσες. Ο λόγος για τις ταινίες «12 χρόνια σκλάβος» και «The Butler», που, και οι δύο, καταπιάνονται με το θέμα της σκλαβιάς, της δουλείας και του ρατσισμού, αλλά στην ουσία, όπως κάθε αμερικάνικη ταινία που σέβεται τον εαυτό της, παράγουν θέαμα και ανυπομονούν για τις υποψηφιότητες μετρώντας εισιτήρια.

12 χρόνια σκλάβος

Δραματική, 2013, Σκηνοθεσία: Στιβ ΜακΚουίν/παίζουν: Τζιούιτελ Ιτζίοφορ, Μαικλ Φασμπέντερ, Μπραντ Πιτ.

Στο προεμφυλιακό τοπίο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, ο Νεοϋορκέζος Σόλομον Νόρθαπ, ζει ως ελεύθερος Αμερικανός πολίτης, μέχρι που τον απαγάγουν και τον πωλούν ως σκλάβο στον οπισθοδρομικό Νότο. Εκεί έρχεται αντιμέτωπος με την βία, την δουλεία και δίνει σκληρό αγώνα για την επιβίωση, αλλά και για την ανάκτηση της ελευθερίας του. Η αναπάντεχη τροπή στην ήρεμη οικογενειακή ζωή του κρατάει 12 ολόκληρα χρόνια, μέχρι που η συνάντηση του με έναν φιλάνθρωπο Καναδό ρεφορμιστή θα δώσει τέλος σ’ αυτό το πολυετές μαρτύριο.

Ο σκηνοθέτης επέλεξε να τονίσει την μεγάλη διάρκεια αυτών των δώδεκα χρόνων σκλαβιάς, με μακρόσυρτα πλάνα και βουβές σκηνές, αφήνοντας ελάχιστα σημεία με ροή κανονική, πράγμα που κουράζει τον θεατή, αφού από πολύ νωρίς γίνεται αισθητός ο τρόπος που σκέφτεται κάθε ήρωας και ποιός είναι ο στόχος του. Θεωρώ ότι η έμφαση στην αδικία που δίνει η ταινία, έρχεται σε αντίθεση με την άδικη έμφαση στην ταινία που έχει δοθεί από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Το θέμα της ταινίας είναι, μεν, πολύ δυνατό και όσες φορές και να χρειαστεί να ειπωθεί θα αξίζει τον κόπο, αλλά υπάρχουν πολύ καλύτερες ταινίες που αξίζουν βραβείο, τυγχάνουν, όμως, θα μου πείτε, μικρότερης παραγωγής! Στην ταινία ξεχωρίζουν ο Μάικλ Φασμπέντερ με την εξαιρετική ερμηνεία του, ενώ ο Μπραντ Πιτ με την ολιγόλεπτη εμφάνιση του σίγουρα δεν πέρασε απαρατήρητος. Για να καταλήξω: Αυτή η ταινία είναι αυτό που λένε... πολύ κακό για το τίποτα! (διάρκεια 134’)

The Butler

Δραματική, 2013 /Σκηνοθεσία: Lee Daniel/παίζουν: Forest Whitaker, Oprah Winfrey, John Cusack, Robin Williams, Mariah Carey.

Πρόκειται για τη ζωή ενός Αφροαμερικάνου, που είδε την ιστορία να περνάει μπροστά απ’ τα μάτια του, υπηρετώντας ως μπάτλερ του Λευκού Οίκου, εφτά διαφορετικούς προέδρους της Αμερικής (απ’ τον Αϊζενχάουερ έως και τον Ρέιγκαν). Ο πραγματικός τίτλος της ταινίας είναι «Lee Daniel’s The Butler», όχι λόγω εγωκεντρισμού του σκηνοθέτη, αλλά για αποφυγή σύγκρισης και μπερδέματος με την ταινία «The Butler» του 1916.

Την ταινία πλαισιώνουν λιγότερο τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα μέσα στον Λευκό Οίκο, απ’ όσο αυτά που συμβαίνουν σε όλη την υπόλοιπη χώρα και στο σπίτι του πρωταγωνιστή, Cecil. Κάτι που είναι άκρως ενδιαφέρον, αφού είναι απ’ τις ελάχιστες φορές που έχουμε την δυνατότητα να δούμε πραγματικά την ζωή των ανθρώπων της κατώτερης τάξης εκείνα τα χρόνια, με όλες τους τις σκέψεις, τα τραγούδια τους, τις διαφωνίες τους, αλλά και τις χαρές τους. Κοιτώντας τους συντελεστές φαίνεται κάπως γελοίο το ότι πάρα πολλοί απ’ τους ηθοποιούς δεν είναι ηθοποιοί, αλλά τραγουδιστές, παρουσιαστές εκπομπών και γενικά μεγάλα ονόματα της αμερικάνικης σόουμπιζ! (Αν και κατά τη διάρκεια της ταινίας σε κάποιους ο ρόλος πάει γάντι).

Η ταινία ξεκινάει την αφήγησή της από το 1926, όταν ο νεαρός τότε Cecil δούλευε μαζί με τους γονείς του στις βαμβακοφυτείες της Τζόρτζια. Θεωρούταν μεγάλη εξέλιξη και προαγωγή το να είσαι ο νέγρος υπηρέτης κάποιου σπιτιού για την κοινωνία τους, κι έτσι ο μικρός Cecil αφού μαθαίνει τα βασικά, όπως το να σερβίρει τσάι και να γυαλίζει τα ασημικά, παίρνει και το σημαντικότερο μάθημα της ζωής του: Να είναι αόρατος όταν στο ίδιο δωμάτιο βρίσκονται λευκοί. Αυτό το κράτησε σε όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του, αφιερώνοντας σχεδόν όλες τις ώρες της ημέρας στη δουλειά του και δημιουργώντας έτσι προβλήματα στο σπίτι του με την γυναίκα του να δυσανασχετεί.

Ο θεατής παίρνει την ακριβή γεύση της ζωής τότε, χωρίς να υπάρχει καμία κρίση πάνω σε αυτό. «Έτσι ζήσαμε» μάς λένε οι ήρωες αυτής της αληθινής ιστορίας, «έτσι ήταν τα σπίτια μας και αυτή ήταν η μουσική μας». Βλέπουμε τις αποφάσεις που παίρνανε και τις επιπτώσεις που ακολουθούσαν. Το περίεργο είναι ότι, ενώ εμφανίζονται ηχηρά ονόματα στους ρόλους π.χ. των εφτά προέδρων, αυτοί που σου μένουν περισσότερο, είναι οι άνθρωποι της εργαζόμενης τάξης. Κάτι που κρατάμε απ’ την ταινία είναι ότι «βλέπουμε» αυτούς που επέλεξαν να είναι «αόρατοι» σε όλη τους τη ζωή.

Keywords
Τυχαία Θέματα