Γάιδαρος… τελευταίο μοντέλο!

του Μανόλη Παντινάκη
Ο σβέλτος των 89 χρόνων στις Βρύσες Αμαρίου Δημήτρης Βλαστός, ο…
«πάντα ανοιχτή καρδιά», ολόκληρα εβδομήντα οκτώ χρόνια, από τα 12 του, ποτέ «ούτε μια ώρα» δεν έμεινε χωρίς το...
ζωντανό που τον υπηρετεί στις μετακινήσεις του και στις αγροτικές απασχολήσεις και «χωρίς το γάιδαρο του δεν μπορεί να κάνει τη δουλειά του». Γι'αυτό και τον φροντίζει σαν… παιδί του και το πρωινό του, απαραίτητα έχει «τρεις φέτες ψωμί!» Συνέχεια θα ακολουθήσουν τα… κολατσιά, τα γεύματα, τα απογευματινά και τα βραδινά. Ε πως ύστερα να μην είναι ακμαίος για δουλειά και μετακινήσεις;

Το υπομονετικό τετράποδο έφτασε στις Βρύσες από τις Μέλαμπες και από τον τζαμπάζη Γερμαναντώνη πριν τρία χρόνια και τούτη τη φορά «αποδείχτηκε καλό έχνος και λεβέντικο». Και μάλλον πως ο έμπειρος ζωέμπορος δεν πούλησε στον Βλαστό «γουρούνι στο σακί», όπως έχει κάνει σε άλλες περιπτώσεις, ούτε με τη βαφή έκανε… νέας ηλικίας το ζώο. Ο νέος ιδιοκτήτης το χαίρεται και τον υπηρετεί, γιατί είναι στα… μέτρα του!

«Μια ζωή είχαμε ζωντανά στο σπίτι μας», εξηγεί ο κ. Βλαστός. «Με τον αδερφό μου το Γιάννη είχαμε μουλάρια, τα καλύτερα στσι Βρύσες. Δεν εμάθαμε να οδηγούμε, δεν τα θέλαμε και τα αμάξα και πήραμε τα χτήματα να κάνομε τσι δουλειές στο χωριό…»

Μικροκαμωμένος αλλά κινητικότατος όλες τις ώρες με έξυπνο χιούμορ και το χάρισμα της επικοινωνίας ο Δημήτρης Βλαστός νιώθει άδειος όταν, όπως ορίζουν οι παραδοσιακές αξίες στα ψηλά χωριά, δε σε βάλει στο σπίτι του και δε σου δώσει έστω «ένα νερό», δείγμα των φιλόξενων αισθημάτων του…

«Η ΖΩΗ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΖΩΝΤΑΝΟ…»

-Κι όταν θέλεις να του δώσεις τροφή, τις φέτες το ψωμί που λες, σε ακούει και έρχεται

«Βέβαια, έχει μάθει και με περιμένει και στο πρωινό του ξέρει ότι θα του δώσω τρεις φέτες και με το που θα του πω «έλα μικιό μου» έρχεται. Η ζωή μου είναι αυτό το ζωντανό!»

Η σχέση είναι αμφίδρομη. Ο υπερήλικας αφέντης του τον φροντίζει σαν παιδί του και το τετράποδο του ανταποδίδει στις δουλειές στο χωράφι και στις μετακινήσεις. «Τον βάζω, παρότι ο γιός μου έχει τρακτέρ, και μου κάνει χωράφι και φυτεύω κηπευτικά και κάνει ούλες τσι δουλειές. Πάντα στο σπίτι μας είχαμε αυτά τα ζώα και του μακαρίτη του πατέρα μου ποτέ δεν του έλειπαν. Μου βγήκε μερακλίδικο, δεν κλωτσά, δε δαγκάνει και δεν έχει χούγια…»

-Μπορείς εύκολα να ανέβεις στο σαμάρι;

«Άμα ανέβεις εσύ θα ανέβω και εγώ!» Κι όταν το επιχείρησα τα κατάφερα, έστω και με δυσκολία. Όταν όμως το επιχείρησε ο ίδιος, ένιωσα ότι ήταν ένας νεαρός αναβάτης κι εγώ στη σβελτάδα του υστερούσα! Κατέβηκε μετά με τη ίδια σβελτάδα και ανέβηκε ο μικρός Νίκος Χανιωτάκης.

Ήταν βέβαιο ότι είχα απέναντι μου ένα γίγαντα της ζωής που ανάθρεψε και μεγάλωσε σε δύσκολους καιρούς οκτώ παιδιά, «πέντε αγόρια και τρεις κοπελιές», και σήμερα του δίνουν ευτυχία πέρα από τα παιδιά τα δεκαοχτώ εγγόνια και τα τέσσερα δισέγγονα. Εκείνο, μόνο που τον βυθίζει κάποιες ώρες είναι η απώλεια του ενός από τους πέντε άντρες του.

Όμως και πάλι στο μαχαίρι που του καρφώνει κάθε μέρα την καρδιά αντέχει! Όπως άντεξε και στη διάρκεια της καταστροφής των Βρυσών και στις εκτελέσεις των συγχωριανών του, που κατάφερε να διαφύγει με τον αδελφό του, ενώ οδηγούνταν στο σχολείο για την επιλογή των μελλοθανάτων…
Keywords
Τυχαία Θέματα