Τα βάσανα ενός Σουμέριου μαθητή το 2000 π.Χ.

Tweet Κατηγορία: Κοινωνία

Της Βασλικής Πλιάτσικα Τα βάσανα ενός Σουμέριου μαθητή το 2000 π.Χ. Κοπιαστικές αντιγραφές, σωματικές τιμωρίες και η αξία της δωροδοκίας σε μιά πινακίδα σφηνοειδούς γραφής από τη Μεσοποταμία   Στον Περσέα που εχτές έγινε ενός έτους κι ευτυχώς αργεί ακόμη να γνωρίσει τον καταναγκασμό της σχολικής ζωής     Το εύρημα Πινακίδα σφηνοειδούς γραφής από τη Nippur (σημερινό Ιράκ)   «Μαθητή που πήγες όταν ήσουν μικρός;»    «Πήγα σχολείο» «Τι έκανες στο σχολείο;»    «Διάβασα την πινακίδα μου,

έφαγα το κολατσιό μου, προετοίμασα την πινακίδα μου, την έγραψα, την τέλειωσα. Έπειτα μου δόθηκαν οι προετοιμασμένες μου γραμμές και το απόγευμα τα προετοιμασμένα μου χειρόγραφα. Όταν τέλειωσε το σχολείο γύρισα στο σπίτι μου. Μπήκα στο σπίτι κι εκεί καθόταν ο πατέρας μου. Μίλησα στον πατέρα μου για τα χειρόγραφά μου, έπειτα του διάβασα την πινακίδα μου και ο πατέρας μου χάρηκε.   Πραγματικά ο πατέρας μου ήταν ευχαριστημένος.    «Διψάω, δώσε μου να πιώ, πεινάω, δώσε μου ψωμί, πλύνε μου τα πόδια, στρώσε το κρεβάτι, θέλω να κοιμηθώ. Ξύπνα με νωρίς το πρωί, δεν πρέπει να αργήσω, γιατί ο δάσκαλος μου θα με δείρει.»    Όταν ξύπνησα νωρίς το άλλο πρωί, είδα τη μητέρα μου και της είπα: «Δώσε μου το κολατσιό μου, θέλω να πάω στο σχολείο.» Η μητέρα μου μού έδωσε δυό ψωμάκια κι έφυγα. Η μητέρα μου μού έδωσε δυό ψωμάκια, πήγα στο σχολείο.    Στο σχολείο ο επιστάτης μου είπε: «Γιατί άργησες;» Φοβήθηκα, η καρδιά μου χτύπαγε γρήγορα. Μπήκα στην τάξη μπροστά στο δάσκαλό μου, έκατσα στη θέση μου. Ο δάσκαλός μου μού διάβασε την πινακίδα μου, μου είπε «αυτό λείπει» και με έδειρε με το καλάμι.    Ο δάσκαλός μου μου έφερε την πινακίδα μου.    Ο επιστάτης της αυλής μου είπε «γράψε» κι έκατσα σε ένα ήσυχο μέρος, πήρα και έγραψα την πινακίδα μου. Ο δάσκαλος μου είπε «Γιατί όταν έλειπα μίλαγες;» και με έδειρε με το καλάμι.    Ο δάσκαλος μου είπε «Γιατί όταν έλειπα δεν κράταγες ψηλά το κεφάλι σου;» και με έδειρε με το καλάμι. Ο δάσκαλος του σχεδίου μου είπε «Γιατί όταν έλειπα σηκώθηκες όρθιος;» και με έδειρε με το καλάμι.   Ο επιστάτης της πύλης μου είπε «Γιατί όταν έλειπα βγήκες έξω;» και με έδειρε με το καλάμι. Ο δάσκαλος των Σουμεριακών μου είπε «Μίλαγες» και με έδειρε με το καλάμι.   Ο δάσκαλος μου είπε «Το χέρι σου δεν είναι καλό» και με έδειρε με το καλάμι.    Αμέλησα την τέχνη του γραφέα, εγκατέλειψα την τέχνη του γραφέα. την τέχνη να γίνω νεαρός γραφέας, την τέχνη να γίνω «μεγάλος αδελφός».    Ο δάσκαλός μου δεν με έμαθε την τέχνη της γραφής.   Στο σημείο αυτό το κείμενο λείπει ή είναι ασαφές, αλλά εννοείται ότι ο μαθητής αφηγείται τα βάσανά του στον πατέρα του] Κάλεσαν τον δάσκαλο από το σχολείο.    Με το που μπήκε στο σπίτι τον έκατσαν σε θέση τιμητική.    Ο μαθητής πήρε ένα κάθισμα κι έκατσε κάτω μπροστά του. Ό,τι είχε μάθει από την τέχνη του γραφέα τα αφηγήθηκε στον πατέρα του.   Ο πατέρας, με χαρούμενη καρδιά, λέει ευτυχισμένος στον δάσκαλο:  «Έδωσες ευχέρεια στο χέρι του μικρού, τον έκανες ειδικό, του έδειξες όλα τα
Keywords
Τυχαία Θέματα