32 Δεκεμβρίου

02:41 3/12/2012 - Πηγή: Aixmi

«Υπάρχει κάποιος που θέλει να δει το σπίτι», της είπε ο μεσίτης. «Αυτός έχει λεφτά, μπορεί να πληρώσει και cash».

Άφησε το τηλέφωνο και πήρε μια μεγάλη ανάσα. Μετά από μήνες στ’ απούλητα, κάποιος μάλλον ενδιαφερόταν σοβαρά. «Θεέ μου, σε παρακαλώ, κάνε κάτι να πουληθεί, δεν αντέχω…». Δεν υπήρχε άλλος τρόπος να βρει χρήματα. Χωρίς δουλειά πώς να πληρώσει για τα δυο παιδιά της; Τι θα ‘κανε με τους λογαριασμούς, τις Εφορίες και όσα καινούρια αποφασίζουν οι Σημαντικοί Χυδαίοι αυτού του κόσμου; Η ιστορία της μοιάζει με αμέτρητες άλλες, χάνεται πια στο αόριστο της γενικής απόγνωσης. Κάθε μέρα

θα συναντήσουμε και μια πιο δύσκολη ή τραγική αφήγηση… Δεν υπάρχει κανένα φρένο, κανένα έλεος στις ζωές των ανθρώπων. Αλλά για εκείνην το ερώτημα παρέμενε τόσο απτό και γειωμένο, που δεν χωρούσε πια άλλο συναίσθημα ή δεύτερη σκέψη. «Πρέπει θα βρω χρήματα για τα παιδιά».

Είχε φτάσει νωρίτερα στο διαμέρισμα, μαζί με το μεσίτη. Βρισκόμουν κι εγώ στη γειτονιά. «Όπου να ναι έρχεται ο αγοραστής. Α, νάτος!»

Σταμάτησε μπροστά μας, πάνω σε μια πολύ ακριβή μοτοσικλέτα. Είχα καιρό να δω μια τέτοια μηχανή στους αθηναϊκούς δρόμους. Ήταν ένας άνδρας γύρω στα 45 (μπορεί να ‘ταν και μεγαλύτερος, αλλά το ντύσιμό του- τζιν και δερμάτινο μπουφάν- και το μοντέρνο κούρεμα στα γκρίζα μαλλιά του, τον έκαναν να μοιάζει πιο μικρός). Κρατούσε το κράνος στα χέρια του και φορούσε γυαλιά ηλίου, παρόλη την συννεφιά.

«Ένας πλούσιος φιγουρατζής», είπα από μέσα μου. Αλλά με μάλωσα αμέσως. «Μη κάνεις αυτά που κοροϊδεύεις, μην είσαι επιπόλαιος στις κρίσεις σου! Ποτέ δεν ξέρεις για τον άλλον…». Κι είναι αλήθεια. Ποτέ δεν ξέρεις. Όμως αυτό θα ‘ταν κάτι που θα ‘πρεπε να γνωρίζει κι εκείνος, ο πλούσιος αγοραστής.

Είπε ένα πνιχτό βαριεστημένο «Γεια», πληκτρολογώντας κάτι στο κινητό του. Ο Μεσίτης με την υπαλληλική υποτακτική ψυχολογία του Χατζηαβάτη, τον καλωσόρισε και του σύστησε την ιδιοκτήτρια του σπιτιού. Εκείνος δεν γύρισε καν να την κοιτάξει. Του σύστηναν μια κυρία και το μόνο που είχε να πει, απευθυνόμενος στον μεσίτη, ήταν «Καλά, καλά ,πάμε τώρα να δω το σπίτι, γιατί έχω και δουλειές…»

«Τι μαλάκας είναι αυτός;» είπα ξανά από μέσα μου, χωρίς να με επαναφέρω στην τάξη ετούτη τη φορά.

Ο υποψήφιος αγοραστής άρχισε να τριγυρνά στο σπίτι. Κοιτούσε αποκλειστικά τον υπάλληλου του μεσιτικού γραφείου, ούτε μισό βλέμμα σε μας, σαν να μην υπήρχαμε. Σε κάθε εξήγηση και περιγραφή του μεσίτη, εκείνος έκανε μορφασμούς δυσαρέσκειας και απαντούσε μονολεκτικά «μάλιστα…» «καλά…» με όση περίσσεια απαξίωση διέθετε το ύφος του. Σε κάθε επόμενο τετραγωνικό του σπιτιού γινόταν πιο εμπαθής. Ακουγόταν μόνο η τσίχλα που μασούσε δυνατά και η κακία του.

«Από που αντλεί τέτοια αλαζονεία;», αναρωτήθηκα. «Επειδή έχει λεφτά; Και τι έγινε;» Δεν ήταν η πρώτη φορά που συναντούσα το θράσος της ισχύος. Αλλά ήταν μια καλή υπενθύμιση.

Πιο πολύ ήταν θλίψη.

Τον φαντάστηκα στη δουλειά του. Πως θα μιλούσε στους υπαλλήλους του – μάλλον δε θα ‘ξερε καν τα ονόματα όλων τους. Θα ‘τα

Keywords
Τυχαία Θέματα