Τι έμαθε για τις τράπεζες η JP Morgan και επιμένει σε overweight

15:56 30/1/2024 - Πηγή: Emea.gr

Αυξημένα έσοδα και καλά κέρδη και τα επόμενα χρόνια θα έχουν οι τράπεζες, ακόμα και με μειωμένα επιτόκια της ΕΚΤ, ενώ στην πορεία θα αυξάνουν τα μερίσματα που θα δίνουν δυνητικά μέχρι και 40%-50% επί των κερδών σύμφωνα με τη JP Morgan. Ο οίκος έβγαλε report με τα βασικά συμπεράσματα από το roadshow που διοργάνωσε και καταλήγει να ανανεώσει την εμπιστοσύνη του στις ελληνικές τράπεζες,

συστήνοντας overweight στις μετοχές τους.

Ο οίκος αναφέρει την εκτίμηση για ετήσια αύξηση 4%-6% στα εξυπηρετούμενα δάνεια τα επόμενα χρόνια, λόγω επενδύσεων με στήριξη από το Ταμείο Ανάκαμψης με χρηματοδοτήσεις που θα φθάσουν τα 5 δισ. ευρώ.

Οι επικεφαλής των ελληνικών τραπεζών ανέλυσαν διεξοδικά, γιατί έχουν απαντήσεις στις μειώσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ, που θα ενισχύσουν τα κέρδη τους, με περισσότερα δάνεια, μείωση κόστους, αύξηση εσόδων από προμήθειες, αμοιβές, διαχείριση κεφαλαίων και bancassurance.

Υπάρχουν ακόμα οι δυνατότητες που δίνουν οι εξαγορές όπως και μία πίτα 20-40 δισ. ευρώ πρώην μη εξυπηρετούμενων δανείων που θεραπεύονται και θα αποκτηθούν από άλλες τράπεζες. Επιπλέον, ο οίκος επισημαίνει τις απαντήσεις που πήρε για ανάπτυξη της οικονομίας και αυξήσεις αμοιβών των εργαζομένων που αυξήσουν τα εισοδήματα του κοινού.

Με βάση τα παραπάνω ο οίκος αναμένει αύξηση των προ φόρων κερδών κατά 1,7% το 2025 έναντι 1,6% στο τρίτο τρίμηνο του 2023 και διψήφια απόδοση κεφαλαίων RoE με 12,7% το 2025 έναντι 9,5% μέσης απόδοσης στην ΕΕ.

Όπως αναφέρει η JP Morgan οι οικονομικοί δείκτες αποκαλύπτουν σχετικά ανοδική προοπτική για το 2024, ιδιαίτερα σε ένα ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο, ενώ οι τράπεζες βλέπουν ότι βρίσκονται σε καλή θέση για να υπερασπιστούν την απόδοση ιδίων κεφαλαίων (ROTE) παρά τις προοπτικές για χαμηλότερα επιτόκια, με αναμενόμενη ανάκαμψη στην αύξηση των δανείων, ισχυρή δημιουργία προμηθειών και χωρίς ενδείξεις υποβάθμισης της ποιότητας του ενεργητικού.

Τα 5 βασικά συμπεράσματα του οίκου είναι:

1) Ανάκαμψη της αύξησης των δανείων: Μετά από μια δύσκολη χρονιά για την αύξηση των χορηγήσεων – με αιτία τα υψηλότερα επιτόκια και τις αποπληρωμές μεγάλων εταιρικών δανείων, μια ανάκαμψη βρίσκεται τώρα σε εξέλιξη, με το 4ο τρίμηνο του 2023 να δείχνει πολλά υποσχόμενο. Οι τράπεζες προβλέπουν ετήσια αύξηση 4%-6% στα εξυπηρετούμενα δάνεια για τα επόμενα χρόνια, λόγω των εταιρικών επενδύσεων και της χρηματοδότησης που υποστηρίζεται από το Ταμείο Ανάκαμψης (RRF), η οποία είναι σε γενικές γραμμές σύμφωνη με τις προηγούμενες εκτιμήσεις.

Η χρηματοδότηση που σχετίζεται με το RRF αναμένεται να φτάσει τα 5 δισ. ευρώ το 2024, ή περισσότερο από το 2% του ΑΕΠ, που θα διατεθεί κυρίως σε έργα φιλοξενίας, πράσινης μετάβασης και ανάπτυξης υποδομών.

Οι Αμερικανοί επενδυτές εστίασαν πολύ στην αδύναμη αγορά στεγαστικών δανείων, με ετήσιες εκταμιεύσεις 1-1,2 δισ. ευρώ, που εξακολουθούν να βρίσκονται μόλις στο 10% των επιπέδων πριν από την κρίση. Οι προσπάθειες των τραπεζών να εξορθολογίσουν τις διαδικασίες, σε συνδυασμό με κυβερνητικές πρωτοβουλίες όπως το ψηφιοποιημένο κτηματολόγιο και τα προγράμματα επιδότησης στεγαστικών δανείων, αναμένεται να ενισχύσουν τον δανεισμό από το 2025.

2) Οι πιέσεις στα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) από τα επιτόκια στις προθεσμιακές αναμένεται να είναι μέτριες: Οι προοπτικές για τα καθαρά έσοδα από τόκους NII των ελληνικών τραπεζών ήταν στο επίκεντρο των επενδυτών, καθώς ο κύκλος ανάπτυξης λόγω επιτοκιακού περιθωρίου (NIM) πλησιάζει στα τελικά του στάδια και οι ίδιοι παράγοντες που οδήγησαν στην απότομη άνοδο των NII (αύξηση 51% σε ετήσια βάση το 9μηνο του 2023) μπορεί να τα φέρει ξανά υπό πίεση, όταν ο κύκλος των επιτοκίων αλλάξει.

Το μήνυμα από τις τράπεζες είναι ότι οι επιπτώσεις θα είναι σχετικά μέτριες, κυρίως λόγω των προσπαθειών για μείωση της «ευαισθησίας», καλύτερη από την αναμενόμενη αύξηση των δανείων και ευνοϊκές τάσεις καταθέσεων. Οι τράπεζες επενδύουν σε προϊόντα σταθερού επιτοκίου και επανεπενδύουν περιουσιακά στοιχεία που λήγουν με υψηλότερα επιτόκια. Η Alpha έχει περίπου 5 δισ. ευρώ χρεογράφων που λήγουν έως το 2026, που θα επανεπενδύονταν με premium 1-2% pt σε σχέση με τις τρέχουσες αποδόσεις.

3) Η διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και το bancassurance προσφέρουν σημαντική ευκαιρία στην αγορά: Οι ελληνικές τράπεζες είναι αισιόδοξες για την αύξηση των εσόδων από προμήθειες και ιδιαίτερη έμφαση στο φόρουμ δόθηκε στην αυξανόμενη διείσδυση στη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και το bancassurance. Τα υπό διαχείριση ελληνικά περιουσιακά στοιχεία ανθούν με αξιοσημείωτη ετήσια αύξηση 10% τα τελευταία τρία χρόνια, ξεπερνώντας μεγάλο μέρος της Ευρώπης.

Πάντως το μέγεθος της αγοράς της Ελλάδας παραμένει μέτριο, μικρότερο από αντίστοιχες αγορές όπως η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Ιταλία, για λόγους που χρονολογούνται από τις αρχές της δεκαετίας του 2000. Τώρα η ανάπτυξη οδηγείται από την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, την ανάκαμψη από την οικονομική κρίση και τη βελτίωση της εμπιστοσύνης του κοινού στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, τις τεχνολογικές εξελίξεις που διευρύνουν την προσβασιμότητα των προϊόντων και τις υποστηρικτικές κυβερνητικές πρωτοβουλίες. Στον ασφαλιστικό τομέα, ένα παράδειγμα είναι η εισαγωγή της υποχρεωτικής ασφάλισης περιουσίας για ορισμένες επιχειρήσεις καθώς και οι φορολογικές εκπτώσεις για τα νοικοκυριά.

Η Alpha σημείωσε ότι παρά το υψηλό ποσοστό ιδιοκτησίας κατοικίας, 75%, μόνο το 15% των ελληνικών κατοικιών ήταν ασφαλισμένο, από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη, αποκαλύπτοντας τις μακροπρόθεσμες δυνατότητες κάλυψης της αγοράς. Η Alpha τόνισε επίσης ότι πρέπει να γίνουν πολλά ακόμη από τις τράπεζες για να αξιοποιήσουν αυτή την ευκαιρία, ενώ η τράπεζα πρόκειται επίσης να επωφεληθεί από την τεχνογνωσία της UniCredit.

4) Η ποιότητα του ενεργητικού παραμένει ανθεκτική: Η ποιότητα του ενεργητικού παραμένει ισχυρή παρά τα υψηλότερα επιτόκια, υποστηριζόμενη από την ισχυρή μακροοικονομική δυναμική, τη χαμηλή εταιρική και οικιακή μόχλευση, καθώς και τα πλαφόν επιτοκίου που προσφέρονται σε ευάλωτα νοικοκυριά. Στο εταιρικό χαρτοφυλάκιο, το οποίο περιλαμβάνει τα δύο τρίτα των συνολικών δανείων, οι τράπεζες ήθελαν να τονισθεί, ότι η κερδοφορία του εταιρικού τομέα βρίσκεται σε υψηλά πολλών ετών.

Από την πλευρά των στεγαστικών δανείων, η αύξηση της απασχόλησης και οι υψηλότεροι πραγματικοί μισθοί βελτιώνουν την οικονομική δυνατότητα των νοικοκυριών, ενώ τα περισσότερα από τα υπόλοιπα στεγαστικά δάνεια είναι παλιά που έχουν επιβιώσει από την περίοδο της κρίσης και είναι διαρθρωτικά λιγότερο ευαίσθητα στις μεταβολές των επιτοκίων.

Οι θύλακες κινδύνου περιλαμβάνουν δάνεια μικρών επιχειρήσεων και στεγαστικά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου που εκταμιεύτηκαν σε μεγάλο βαθμό κατά την περίοδο 2018-2020, τα οποία, σύμφωνα με την ΕΤΕ, ανέρχονται στο 8% του συνολικού χαρτοφυλακίου δανείων της τράπεζας, αν και με ισχυρή κάλυψη και μέχρι στιγμής χωρίς σημάδια προβλημάτων. Συνολικά, ακούσαμε από την Εθνική ότι το κόστος κινδύνου θα πρέπει να ομαλοποιηθεί περαιτέρω από τα σημερινά 70-80 bps σε κάτω από 50 bps.

5) Ισχυρό μήνυμα για ανάπτυξη κεφαλαίων και μερίσματα: Οι ελληνικές τράπεζες είναι αισιόδοξες για την επιστροφή κεφαλαίου από το 2024 με την έγκριση να αναμένεται από τον SSM για τα κέρδη του 2023. Οι αρχικοί δείκτες πληρωμής μερισμάτων αναμένονται σε μέτρια επίπεδα, που κυμαίνονται από 10% για την Πειραιώς έως πάνω από 25% για τη Eurobank και την Εθνική (σύμφωνα με τις προηγούμενες αναφορές), αλλά φαίνεται να αυξάνονται σταδιακά, φτάνοντας ενδεχομένως το 40%-50%.

Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τους ισχυρούς δείκτες κεφαλαίου, ιδίως για την Εθνική και τη Eurobank, καθώς και την υψηλή οργανική δημιουργία κεφαλαίου που αναμένεται το 2023-2026, η αξιοποίηση του πλεονάζοντος κεφαλαίου γίνεται όλο και πιο σημαντική.

Η Eurobank τόνισε τις συνεχιζόμενες εξαγορές στην Κύπρο, η Εθνική ισχυρίστηκε ότι δεν υπήρχαν σχεδόν καθόλου ευκαιρίες συγχωνεύσεων και εξαγορών που να είχαν οικονομική λογική. Ως εκ τούτου, η τράπεζα θα επικεντρωθεί σε αγορές χαρτοφυλακίου καθώς και σε συνεργασίες για την ανάπτυξη κεφαλαίων.

Ένας βασικός τομέας εστίασης είναι τα δανειακά χαρτοφυλάκια που έγιναν πάλι εξυπηρετούμενα και βρίσκονται επί του παρόντος στα χέρια των servicers στους οποίους πουλήθηκαν κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισης των κόκκινων δανείων NPEs, καθώς και η χρηματοδότηση για ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων και την απόκτηση NPE, με το δυνητικό μέγεθος της αγοράς να εκτιμάται σε 20-40 δισ. ευρώ.

Keywords
Αναζητήσεις
ti-emathe-gia-tis-trapezes-i-jp-morgan-kai-epimenei-se-overweight.htm
Τυχαία Θέματα