Eurobank: Οι εξαγωγές πεδίο δόξης λαμπρό

O λόγος των εξαγωγών προς το ΑΕΠ θα φθάσει το 39% το 2020, από 25% τώρα, σύμφωνα με εκτιμήσεις έκδοσης της Eurobank με τίτλο «Η βελτίωση της Ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής Οικονομίας και οι Προϋποθέσεις για ένα Εξωστρεφές Πρότυπο Ανάπτυξης».

Στη μελέτη αναφέρεται ότι το εξωτερικό έλλειμμα έχει μειωθεί σημαντικά από την έναρξη της κρίσης και ιδίως το 2012. Συνολικά, το έλλειμμα του ΙΤΣ αναμένεται να περιοριστεί κάτω του 5% του ΑΕΠ

το τέλος του 2012 από περίπου 15% του ΑΕΠ το 2008.

Εντυπωσιακότερη είναι η πρόοδος στο εμπορικό έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών πλην πλοίων και καυσίμων, το οποίο μειώθηκε κατά 50% τα τελευταία τρία έτη και μετεστράφη σε πλεονασματικό ήδη από το τέλος του 2011.

Ωστόσο, η μείωση του εμπορικού ελλείμματος την τελευταία τριετία οφείλεται πρωτίστως στη μείωση των εισαγωγών αγαθών και δευτερευόντως μόνο στην ανάκαμψη των εξαγωγών. Περαιτέρω, η μείωση των εισαγωγών αφορά σε μεγάλο βαθμό μείωση επενδύσεων σε πάγιο εξοπλισμό κεφαλαίου και όχι μόνο μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης, γεγονός που έχει επιπτώσεις στην αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας.

Από την άλλη πλευρά, η αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους και η νέα μείωση του επιτοκίου δανεισμού του ελληνικού δημοσίου από τους επίσημους δανειστές, απόρροια των αποφάσεων της Συνόδου Κορυφής της 26ης Νοεμβρίου 2012, έχει οδηγήσει σε σημαντική ελάφρυνση του ΙΤΣ από πληρωμές για τόκους. Αυτή η εξέλιξη, σε συνδυασμό με την εξομάλυνση των αγορών πλοίων, τη σταδιακή μείωση της εξάρτησης της χώρας από εισαγωγές πετρελαίου και την ευεργετική επίδραση της βελτιούμενης ανταγωνιστικότητας στις εξαγωγές, αναμένεται να οδηγήσει σε ισοσκελισμό του ΙΤΣ έως το 2015 το αργότερο, εκτιμά η μελέτη.

Η χαμηλή επίδοση των ελληνικών εξαγωγών τα τελευταία έτη αποδίδεται συχνά στην απώλεια ανταγωνιστικότητας ως προς τις τιμές, εξαιτίας της αύξησης του μισθολογικού κόστους. Η μελέτη δείχνει ότι η επιδείνωση στο κόστος ανά μονάδα προϊόντος δεν οφείλονταν σε μία επιθετική αναδιανομή εισοδήματος υπέρ των μισθών και εις βάρος του κεφαλαίου, αλλά κατά κύριο λόγο στην αύξηση του κόστους εργασίας και των τιμών των μη διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών σε σχέση με τα αντίστοιχα των διεθνώς εμπορεύσιμων κλάδων.

Κατά συνέπεια, η προσαρμογή απαιτεί μειώσεις μισθών και τιμών των μη εμπορευσίμων αγαθών και υπηρεσιών σε σχέση με τα διεθνώς εμπορεύσιμα, δηλαδή μία αλλαγή των σχετικών τιμών εντός της χώρας, και όχι μία οριζόντια μείωση μισθών και τιμών σε όλο το φάσμα την οικονομίας.

Σε πιο μακροχρόνιο διάστημα, ωστόσο, με βάση την εγχώρια και διεθνή εμπειρία, θεωρείται εφικτό οι εξαγωγές να επιτύχουν ρυθμό μέσης ετήσιας πραγματικής αύξησης 8%, ώστε ο λόγος των εξαγωγών προς το ΑΕΠ να φθάσει το 39% το 2020, από 25% τώρα. Αυτό είναι επαρκές για να αναπληρωθεί η μειούμενη συνεισφορά της εσωτερικής ζήτησης στο ΑΕΠ και η ελληνική οικονομία να φθάσει τον δυνητικό ρυθμό ανάπτυξής του 3%. Ο τρόπος για να επιτευχθεί δεν είναι μέσω περαιτέρω μειώσεων στους μισθούς αλλά μέσω αύξησης της παραγωγικότητας.

Keywords
Τυχαία Θέματα