Ένας χρόνος και μια αιωνιότητα

«Έφυγε», σχεδόν όπως θα ήθελε, στήνοντας ένα πλάνο, διαμορφώνοντας μια φωτογραφία, σκιαγραφώντας μια ακόμα σκηνή, εικονογραφώντας ένα κομμάτι Ελλάδας. Και φεύγοντας πέρασε στην ιστορία σαν μεγάλος δημιουργός του παγκόσμιου κινηματογράφου, τόσο με το καλλιτεχνικό του μέγεθος όσο και σαν ανανεωτής της κινηματογραφικής γλώσσας.

Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος , ήταν ένας ευαίσθητος και αξιοπρεπής

άνθρωπος. Γεννημένος το 1935 στην Αθήνα με πατέρα από τους Αμπελιώνες Αρκαδίας και μάνα από τη Κρήτη έμαθε τα πρώτα του γράμματα στο Β Γυμνάσιο Αρένων. Εγκατέλειψε τις σπουδές του στη Νομική Σχολή της Αθήνας και το 1961 έφυγε στο Παρίσι, όπου αρχικά παρακολούθησε στη Σορβόννη μαθήματα γαλλικής φιλολογίας και φιλμογραφίας, καθώς και μαθήματα εθνολογίας και στη συνέχεια μαθήματα κινηματογράφου στη Σχολή Κινηματογράφου IDHEC και στο Musee de l’ homme.

Γυρίζοντας στην Ελλάδα το 1964, εργάστηκε μέχρι το 1967 ως κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα Δημοκρατική Αλλαγή, μαζί με την Τώνια Μαρκετάκη και τον Βασίλη Ραφαηλίδη με τον οποίο ίδρυσαν το περιοδικό «Σύγχρονος Κινηματογράφος . Με τον κινηματογράφο άρχισε να ασχολείται το 1965 και το 1968 παρουσίασε την πρώτη του μικρού μήκους ταινία, « Εκπομπή», στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.

Το 1970, η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, «Αναπαράσταση», κέρδισε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, καθώς και άλλες διακρίσεις στο εξωτερικό, σηματοδοτώντας την αυγή του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου. Ακολούθησαν οι «Μέρες του ’36», ο αριστουργηματικός «Ο Θίασος», «Οι κυνηγοί», «Ο Μεγαλέξανδρος», «Αθήνα, επιστροφή στην Ακρόπολη», «Ταξίδι στα Κύθηρα», «Ο μελισσοκόμος», «Τοπίο στην ομίχλη», «Το μετέωρο βήμα του πελαργού», Ταινίες που συμμετείχαν σε πολλά διεθνή φεστιβάλ όπου κέρδισε διακρίσεις, ξεχωριστές απονομές τιμών και ένα ατέλειωτο κατάλογο από βραβεία, τα οποία τον καθιέρωσαν παγκοσμίως ως έναν από τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες του σύγχρονου κινηματογράφου

Το 1995 κερδίζει το Μεγάλο Βραβείο Κριτικής Επιτροπής του φεστιβάλ των Καννών και το 1998 κατακτά τον Χρυσό Φοίνικα για την ταινία του “Αιωνιότητα και μια μέρα” . Στα επόμενα χρόνια πιστός στα ιδεολογικά του φορτία και στις αισθητικές του αξίες γυρίζει με οξυδέρκεια και φαντασία την τριλογία «Το λιβάδι που δακρύζει», «Η σκόνη του χρόνου» και δεν προλαβαίνει να ολοκληρώσει τη ταινία « Η άλλη θάλασσα»

Φεύγοντας από τη ζωή κληροδότησε ένα μεγάλο έργο με τουλάχιστον 15 αριστουργηματικές ταινίες αυτή η σπουδαία καλλιτεχνική και πολιτική φυσιογνωμία .Έργο που σφράγισε τον νεοελληνικό βίο στα μάτια ντόπιων και ξένων θετών με την αναπαράσταση μιας Ελλάδας σχεδόν μυθικής. Μιας χώρας διαψεύσεων και ήττας, θρήνων και πένθους, οδυνηρών απωλειών αλλά και πικρών αναστοχασμών. Μέσα από τις μελαγχολικά ποιητικές αλλά με βαριά φορτία συμβολισμών ταινίες του περνάει η Ελλάδα. Εκεί περιπλανιούνται μοναχικοί οι άνθρωποί της, ζωντανοί αλλά με παγωμένα αισθήματα ενώπιον της ιστορίας, χωρίς ποτέ να την ξεπεράσουν.

Είναι η Ελλάδα του , καταγραμμένη με υψηλό φορμαλισμό αλλά με χαρακτήρα συνέπεια, ποιότητα και υπογραφή, που προκάλεσε αναρίθμητες ερμηνείες και πολλαπλές συγκρούσεις εντός των συνόρων της από φανατικούς φίλους και φανατικούς πολέμιους του έργου του. Και είναι η ίδια η Ελλάδα, αυτή που ανέδειξε με μοναδικό τρόπο, που χάρισε στο σκηνοθέτη την αποδοχή, το σεβασμό και τις διακρίσεις στο παγκόσμιο κοινό. Είναι η Ελλάδα του Θίασου και του Εμφυλίου, και ταυτόχρονα Ελλάδα της χρεοκοπίας που κατέγραφε πριν φύγει στα σκοτεινά τούνελ της Δραπετσώνας.

Ο κόσμος του Αγγελόπουλου είναι ο κόσμος της μεταπολεμικής ελληνικής Αριστεράς, της ήττας και του θαψίματος του ηρωικού στοιχείου της. Ένα κόσμος που προσπαθώντας να ορθοποδήσει, δεν βιάζεται να αναμετρηθεί με νέες προκλήσεις και αποτυπώνεται με μακρινά αργόσυρτα πλάνα πάντα σε ένα διεσταλμένο χρόνο και σταθερά στην “ανήλιαγη” πλευρά της ζωής. Με τους ανθρώπους αυτού το κόσμου σώματα-σημεία με ασαφείς χαρακτήρες συνομιλεί επίμονα και θαρραλέα ο σκηνοθέτης και μαζί τους πενθεί για μια χώρα που πεθαίνει, για ένα όνειρο που χάνεται, για μια “άλλη θάλασσα” που δεν θα τελειώσει ποτέ. Πότε με το συγκλονιστικό χορό του Μάνου Κατράκη στο «Ταξίδι στα Κύθηρα» και πότε με εκείνη την εκπληκτικής σεκανς με τους πολιτικούς εξόριστους που ανεβαίνουν αργά τις αντιθετικά τοποθετημένες κλίμακες, σε ένα σιβηριανό στρατόπεδο συγκέντρωσης στη «Σκόνη του χρόνου».

Μαρξιστής στα νιάτα του και άθεος στην ωριμότητά του έχτισε έναν καλλιτεχνικό κόσμο με υλικά την ποίηση και τη μυθολογία της, το αρχαίο κλέος και τις πληγές της σύγχρονης ιστορίας. Ενα κόσμο θρυμματισμένων μονόλογων που βγαίνουν από τη μεγάλη σιωπή του παρελθόντος που κολυμπά στην ομίχλη, τη βροχή, τα σύννεφα με οδηγό ένα βλέμμα βαθιά διεισδυτικό και οραματικά προφητικό. Και όπως έγραψε κάποτε ένας κριτικός «στην πιο αποτυχημένη ταινία του Αγγελόπουλου θα υπήρχε πάντα τουλάχιστον μία σκηνή που θα πέρναγε στην ιστορία του κινηματογράφου».

Keywords
Τυχαία Θέματα