Έρευνα Ράπανου: Η δικαιοσύνη στη δημοσιονομική προσαρμογή δεν είναι μόνο ηθική, αλλά και αποτελεσματική

Μπορεί το ίδιο το Σύνταγμα να ορίζει ότι ο καθένας εισφέρει στο δημόσιο ταμείο ανάλογα με την οικονομική δύναμή του, ωστόσο ειδικά τα τρία τελευταία χρόνια, το συγκεκριμένο άρθρο του Συντάγματος έχει γίνει απλώς κουρέλι.

Στο όνομα της αποφυγής της χρεοκοπίας και της παραμονής στο ευρώ, η κοινωνία «στα χρόνια του Μνημονίου» έχει υποστεί μια συγκεκριμένη οικονομική πολιτική, επί τη βάσει της παραδοχής ότι «θα φτωχύνουμε».

Μιας παραδοχής, η οποία ήρθε να θεμελιωθεί πολιτικά και ψυχολογικά με το περίφημο «μαζί τα φάγαμε» του Θόδωρου Πάγκαλου, το οποίο έπαιξε τεράστιο ρόλο στην συλλογική αυτοενοχοποίηση και, κατά συνέπεια, στην αποδοχή της ακραίας λιτότητας από την κοινωνία.

Για την οικονομία της συζήτησης, ας δεχτούμε ότι η πολιτική της βίαιης δημοσιονομικής προσαρμογής (το «πολυφορεμένο» Μνημόνιο, δηλαδή) ήταν μονόδρομος.

Δικαιοσύνη και αποτελεσματικότητα

Ενάμιση μήνα αφότου η Ελλάδα έγινε η πρώτη χώρα-πειραματόζωο της Ευρωζώνης και μπήκε στον τριμερή μηχανισμό δανειοδότησης, ο βασικός οικονομικός αναλυτής του ΔΝΤ, Ολιβιέ Μπλανσάρ (ο κύριος που παραδέχθηκε προσφάτως ότι ο… πολλαπλασιαστής της ύφεσης της ελληνικής οικονομίας ήταν λάθος…) και ο διευθυντής του ΔΝΤ για τη δημοσιονομικά, Κάρλο Κοταρέλι, δημοσίευσαν ένα κείμενο με τίτλο «Δέκα εντολές για τη δημοσιονομική προσαρμογή στις ανεπτυγμένες οικονομίες».
Ο προβληματισμός του ΔΝΤ και η ανάγκη του να φτιάξει έναν γενικό «μπούσουλα» για τις προβληματικές οικονομίες ήταν εύλογα: Τα «απόνερα» της «φούσκας» της Lehman Brothers είχαν μεταβληθεί σε παγκόσμια κρίση χρέους, μία χώρα της Ευρωζώνης –η Ελλάδα- είχε ήδη βγει εκτός αγορών, ο ευρωπαϊκός Νότος κινείτο στο όριο και το Ταμείο βρισκόταν, για πρώτη φορά στην ιστορία του, αντιμέτωπο με το ενδεχόμενο να πρέπει να χρηματοδοτήσει όχι αφρικανικές ή υπανάπτυκτες χώρες, αλλά χώρες με μεγάλο ΑΕΠ, με σκληρό νόμισμα, που ανήκαν στον ΟΟΣΑ και η άτυπη παράδοση τις ήθελε να εξυπηρετούν πάντα το χρέος τους.

Οι «Δέκα Εντολές» των δύο υψηλόβαθμων στελεχών του ΔΝΤ και, ειδικότερα η 6η, έγινε η αφορμή προκειμένου τρεις Έλληνες διαπρεπείς οικονομολόγοι να ξεκινήσουν μία έρευνα: αν η δικαιοσύνη στην δημοσιονομική προσαρμογή, εκτός από ηθική, είναι και πιο αποτελεσματική. Ο παραλίγο υπουργός Οικονομικών και καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Βασίλης Ράπανος, η επίκουρη καθηγήτρια Γεωργία Καπλάνογλου και η οικονομολόγος της ΤτΕ, Ιωάννα Μπαρδάκα, επιχείρησαν να διαπιστώσουν αν η κοινωνική δικαιοσύνη συνδέεται με την επιτυχία ενός δημοσιονομικού προγράμματος λιτότητας. Άλλωστε, η 6η εντολή των Μπλανσάρ-Κοταρέλι, ήταν σαφής: «Τα μέτρα προσαρμογής πρέπει να είναι δίκαια».
Έτσι, οι τρεις επιστήμονες ξεκίνησαν μία εμβριθή μελέτη και ανέλυσαν τα δεδομένα 29 χωρών του ΟΟΣΑ επί 40 χρόνια, δηλαδή από το 1971 ως το 2009. Και πράγματι, η έρευνά τους έδειξε ότι η 6η εντολή του ΔΝΤ ήταν σωστή: Το αν το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής είναι δίκαιο, το αν, δηλαδή, προστατεύονται οι πλέον ασθενέστεροι (και, εν τέλει, η κοινωνική συνοχή) από τη λαίλαπα της λιτότητας, αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την επιτυχία της δημοσιονομικής προσαρμογής.

Παραδείγματα

«Μπορούμε να αναφέρουμε δυο μόνο χαρακτηριστικά παραδείγματα που πέτυχαν όπως εκείνα της Σουηδίας και της Φιλανδίας», γράφει ο Βασίλης Ράπανος, παρουσιάζοντας την έρευνά του και εξηγεί: « Το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής που ακολούθησε η Σουηδία την περίοδο 1994-1997 (μετά από την τραπεζική κρίση των αρχών της δεκαετίας του ’90) περιόρισε το δημόσιο έλλειμμα κατά πολλά δισεκατομμύρια κορώνες, περιελάμβανε όμως και το αντισταθμιστικό μέτρο της μείωσης του ΦΠΑ σε όλα τα τρόφιμα. Η Φινλανδία, μετά από μια σοβαρή οικονομική και τραπεζική κρίση στις αρχές της δεκαετίας του ’90, υιοθέτησε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, που επίσης θεωρήθηκε εξαιρετικά πετυχημένο. Παρά τη μείωση των δημόσιων δαπανών σε πολλούς τομείς, οι χρηματικές κοινωνικές μεταβιβάσεις (όπως επιδόματα τέκνων, δαπάνες για προγράμματα ενεργών πολιτικών απασχόλησης, κλπ.) αυξάνονταν με 14% κάθε χρόνο».
Ο οικονομολόγος, έπειτα από τη βαθιά έρευνα των δεδομένων 29 χωρών του ΟΟΣΑ, καταλήγει: «Εν κατακλείδι, βασικό συμπέρασμα είναι ότι για να επιτύχει ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, αυτό δεν θα πρέπει να στηρίζεται αδιακρίτως, μόνο σε περικοπές δαπανών, αλλά να λαμβάνει υπόψη του ότι οι πολιτικές που κατευθύνονται για τη στήριξη των ανέργων και των χαμηλών εισοδηματικών στρωμάτων, πέρα από λόγους κοινωνικής συνοχής, συντελούν και στην επιτυχία του ίδιου του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής».

Τα ακριβώς αντίθετα

Αφού, λοιπόν, η κοινωνική δικαιοσύνη αποτελεί «κρίσιμο παράγοντα για την επιτυχία του ίδιου του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής», ας αντιστρέψουμε το ερώτημα: αν ένα τέτοιο πρόγραμμα είναι ακραία άδικο, ρίχνει το βάρος της κρίσης στους ασθενέστερους, τους μικρούς και τους μεσαίους, σπρώχνει το 1/3 (ή μήπως τα 2/3;) της κοινωνίας στο περιθώριο, αφήνει πίσω του 1,5 εκατομμύριο ανέργους και 65% των νέων χωρίς δουλειά, πόσες πιθανότητες επιτυχίας έχει;

Γι’ αυτό το ερώτημα δεν έχει διεξαχθεί κάποια σχετική έρευνα –ή τουλάχιστον, δεν την έχει υπόψη του ο γράφων. Ωστόσο, δεν χρειάζεται να έχει κανείς Νομπέλ στην Οικονομία για να καταλάβει ότι η ακραίες αδικίες ενός προγράμματος προσαρμογής, μάλλον υποσκάπτουν την επιτυχία του ίδιου του προγράμματος. Ακόμη και τώρα, που η ελληνική οικονομία παρουσιάζει κάποια σημάδια αρχικής σταθεροποίησης (στα νούμερα, τουλάχιστον…), όλα μοιάζουν τελματωμένα: η πραγματική οικονομία φυτοζωεί, μεγάλο μέρος της κοινωνίας παραμένει στο περιθώριο χωρίς ελπίδα και προοπτική, όνειρα, προσδοκίες και σχέδια έχουν καταρρεύσει, ζωές έχουν διαλυθεί. Για να επανέλθει η ανεργία σε «ανεκτά» επίπεδα θα πρέπει η χώρα να αναπτύσσεται… με ρυθμούς Κίνας από αύριο και για μια 15ετία. Ενώ οι πληγές στο σύστημα δημόσιας υγείας, δημόσιας παιδείας, αλλά και στο ασφαλιστικό, φαντάζουν –αυτή τη στιγμή τουλάχιστον- ανεπίδεκτες επούλωσης.

Βεβαίως, πέφτουν τα spreads και το Χρηματιστήριο –έως προχθές- βρισκόταν σε κατάσταση «ράλι». Οι άνεργοι, βεβαίως, δεν βγήκαν να πανηγυρίσουν για τα spreads. Όχι γιατί είναι «αχάριστοι». Αλλά γιατί υπάρχει η επιτυχία και η «επιτυχία».

Keywords
Τυχαία Θέματα