Τι πρέπει να κάνουν οι γυναίκες για να προλάβουν τον καρκίνο του μαστού και των ωοθηκών

Η Ελληνική Εταιρεία Μαστολογίας εξηγεί για την γενετική προδιάθεση, το ρόλο των γονιδίων BRCA 1 και BRCA 2, το γεννητικό τεστ, την πρόωρη ανίχνευση και την αντιμετώπιση της νόσου.

Κληρονομείται ο καρκίνος του μαστού; Η Ελληνική Εταιρεία Μαστολογίας απαντά:

Γενετική προδιάθεση για καρκίνο του μαστού

Στην Ελλάδα

1 στις 12 γυναίκες έχει πιθανότητα να αναπτύξει καρκίνο του μαστού στη διάρκεια της ζωής της, ενώ ο αντίστοιχος αριθμός για τον καρκίνο της ωοθήκης είναι 1 στις 70.

Μερικές γυναίκες, οι οποίες έχουν αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν καρκίνο του μαστού ή των ωοθηκών, συνήθως ανήκουν σε οικογένειες των οποίων και άλλα μέλη είχαν αυτές τις ασθένειες.

Ο ρόλος των γονιδίων στον καρκίνο του μαστού

Κάθε άνθρωπος γεννιέται με 2 ομάδες από εκατό περίπου χιλιάδες διαφορετικά γονίδια. Η μια ομάδα γονιδίων προέρχεται από τη μητέρα και η άλλη από τον πατέρα. Σε μερικές οικογένειες, ο καρκίνος προκαλείται από μια γενετική μετάλλαξη στα γονίδια αυτά, η οποία κληρονομείται από τη μητέρα ή τον πατέρα στα παιδιά.

Δύο γονίδια, τα BRCA 1 και BRCA 2 βρέθηκαν να παίζουν ένα πολύ σημαντικό ρόλο στον κληρονομούμενο καρκίνο του μαστού και των ωοθηκών και να αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισής τους, όταν φέρουν γενετική μεταλλαγή. Για αυτό είναι σημαντικό, η γυναίκα με κληρονομικό ιστορικό καρκίνου μαστού ή ωοθηκών στην οικογένεια, να υποβάλλεται σε εξέταση (γενετικό τεστ για BRCA 1 και BRCA 2) για να μάθει αν έχει αυτή την προδιάθεση.

Είναι εξίσου σημαντικό μια γυναίκα που έχει ήδη προσβληθεί από τη νόσο να κάνει το τεστ, καθότι ο κίνδυνος για εμφάνιση καρκίνου και στον άλλο το μαστό, είναι περίπου 60% μεγαλύτερος εάν η γυναίκα έχει μεταλλαγμένο BRCA 1 ή BRCA 2 γονίδιο.

Τι είναι τα γονίδια BRCA 1 και BRCA 2

Πρόσφατες ανακαλύψεις μακροχρόνιων ερευνών έδειξαν ότι δύο γονίδια, τα BRCA 1 και BRCA 2, σε περίπτωση γενετικής μεταλλαγής τους, παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στον κληρονομούμενο καρκίνο του μαστού και των ωοθηκών και αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισής του.

Μέχρι την ηλικία των 70 ετών, το 87% των γυναικών που έχουν μετάλλαξη στο γονίδιο BRCA 1 θα αναπτύξει καρκίνο του μαστού, ενώ το 64% θα αναπτύξει καρκίνο των ωοθηκών. Αντιθέτως, αν σε μια γυναίκα βρεθεί ότι δεν έχει τη συγκεκριμένη μετάλλαξη στο BRCA 1, ακόμη κι αν έχει βεβαρημένο οικογενειακό ιστορικό, τότε η πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού ή ωοθηκών μειώνεται στα επίπεδα του γενικού πληθυσμού (περίπου 10% για καρκίνο του μαστού και 1,4% για καρκίνο των ωοθηκών).

Τι είναι η γενετική ανάλυση των γονιδίων BRCA 1 και BRCA 2;

Η ανάλυση των γονιδίων BRCA 1 και BRCA 2 είναι μια ιδιαίτερα εξειδικευμένη και λεπτομερής εξέταση, που ερευνά και ανιχνεύει τις μεταλλάξεις που μπορεί να υπάρχουν σ’ αυτά τα γονίδια.

Η απόφαση για το γενετικό τεστ

Το γενετικό τεστ, με το οποίο διαπιστώνεται η προδιάθεση για καρκίνο του μαστού ή των ωοθηκών, απευθύνεται σε ανθρώπους που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για έναν από αυτούς τους καρκίνους, λόγω βεβαρημένου οικογενειακού ιστορικού.

Πριν πάρετε την απόφαση να κάνετε το γενετικό τεστ, είναι σημαντικό να ενημερωθείτε γι’ αυτό από ειδικευμένους ιατρούς και ιδιαίτερα για τις δυνατότητες αντιμετώπισης που υπάρχουν μετά τη λήψη των αποτελεσμάτων.

Σε περίπτωση που το τεστ βγει αρνητικό, ο κίνδυνος για τη γυναίκα περιορίζεται στο δείκτη του γενικού πληθυσμού. Επίσης τα παιδιά της γυναίκας αυτής, δεν διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο σε σχέση με το γενικό πληθυσμό και δεν χρειάζεται να κάνουν το τεστ.

Στην περίπτωση που το τεστ βγει θετικό, η γυναίκα κατατάσσεται στην ομάδα υψηλού κινδύνου για ανάπτυξη καρκίνου του μαστού ή των ωοθηκών. Γνωρίζοντας το αποτέλεσμα, η κάθε γυναίκα έχει τη δυνατότητα να υιοθετήσει τον κατάλληλο τρόπο ζωής, ώστε να μειώσει τις πιθανότητες προσβολής της από τη νόσο.

Επίσης, αλλάζει η ιατρική της παρακολούθηση και αντιμετώπιση. Η ίδια η γυναίκα, πάντα σε συνεργασία με τον ιατρό της, έχει τη δυνατότητα να επιλέξει τις διαγνωστικές και θεραπευτικές μεθόδους που θα ακολουθηθούν στην περίπτωσή της. Σκοπός είναι, η διάγνωση να γίνει όσο το δυνατόν πιο έγκαιρα, έτσι ώστε η θεραπεία να αποφέρει τα καλύτερα αποτελέσματα, ή ακόμη και να περιορισθεί η πιθανότητα εμφάνισης της νόσου.

Πόσο πιθανό είναι όμως μία γυναίκα να νοσήσει από κληρονομικό καρκίνο του μαστού και των ωιοθηκων; Σύμφωνα με την Ελληνική Εταιρεία Μαστολογίας:

Ο oικογενής καρκίνος του μαστού αντιπροσωπεύει περίπου το 30% του συνόλου των περιστατικών καρκίνου του μαστού. Το υπόλοιπο 70% είναι ο σποραδικός καρκίνος. Ο κληρονομικός καρκίνος αποτελεί περίπου το 30% του οικογενούς καρκίνου, δηλ. το 10% του συνόλου των περιστατικών. Ο οικογενής καρκίνος είναι αποτέλεσμα ενός συνδυασμού περιβάλλοντος και σύνθετης γενετικής προδιάθεσης, ενώ ο κληρονομικός συνδέεται με μια συγκεκριμένη μετάλλαξη σε κάποιο γονίδιο, η οποία κληρονομείται κατά τον αυτοσωμικό επικρατή τρόπο, δηλ. η μετάλλαξη κληρονομείται από την μητέρα ή τον πατέρα και είναι το κύριο αίτιο πρόκλησης του καρκίνου. Οικογενής καρκίνος του μαστού ορίζεται εκείνος όπου υπάρχει εμφάνιση δύο περιστατικών καρκίνου του μαστού σε τρεις γενεές, χωρίς όμως καθαρό τρόπο μεταβίβασης, ενώ ως κληρονομικός ορίζεται εκείνος ο τύπος που χαρακτηρίζεται από έναν κλασικό τύπο κληρονομικότητας σε τρεις γενεές (κόρη, μητέρα, γιαγιά). Ο κληρονομικός καρκίνος του μαστού σχετίζεται με μεγάλο αριθμό γενετικών συνδρόμων. Το πιο γνωστό είναι το σύνδρομο του κληρονομικού καρκίνου μαστού/ωοθηκών. Αλλα πολύ λιγότερο κοινά σύνδρομα είναι το Cowden, το Li-Fraumeni, το Peutz-Jeghers, η αταξία τελαγγειεκτασία κ.ά.

H κλωνοποίηση του γονιδίου BRCA1 το 1994 δημιούργησε πολλές προσδοκίες τόσο σχετικά με την κατανόηση του κληρονομικού και του σποραδικού καρκίνου του μαστού, αλλά και για τη ανακάλυψη νέων θεραπευτικών και προφυλακτικών προσεγγίσεων. Την τελευταία δεκαετία έχουμε μάθει πάρα πολλά σχετικά με τη γενετική επιδημιολογία του καρκίνου του μαστού, την κατανομή στις διάφορες χώρες και τις κλινικές επιπτώσεις των μεταλλάξεων των γονιδίων BRCA1 και BRCA2, όπως επίσης και για τον κεντρικό ρόλο που διαδραματίζουν οι μηχανισμοί επιδιόρθωσης του DNA στην προδιάθεση για καρκίνο του μαστού. Παρ’ όλα αυτά οι γνώσεις αυτές δεν έχουν μεταφραστεί μέχρι σήμερα σε νέες μορφές θεραπείας.

Η εκτιμώμενη συχνότητα των μεταλλάξεων των γονιδίων BRCA1 και BRCA2 στον γενικό πληθυσμό είναι μία στις 250 γυναίκες. Η γενετική ανάλυση για προδιάθεση στον καρκίνο του μαστού/ωοθηκών ακολούθησε πολύ γρήγορα την κλωνοποίηση των γονιδίων αυτών. Αρχικά αντιμετωπίστηκε με πολύ σκεπτικισμό και φόβους για τη γρήγορη εμπορευματοποίησή του. Πολλοί ερευνητές υποστήριζαν το πρώτο διάστημα, ότι η γενετική ανάλυση θα πρέπει να γίνεται μόνο σε ερευνητικά πλαίσια μετά από έγγραφη συγκατάθεση των ασθενών και έγκριση από τον αντίστοιχο ερευνητικό οργανισμό. Τελικά, όμως, λίγοι από τους αρχικούς φόβους πραγματοποιήθηκαν. Σήμερα η γενετική ανάλυση προσφέρεται σε πολλά κέντρα στη Β. Αμερική, την Ευρώπη, την Αυστραλία το Ισραήλ και έχει ενσωματωθεί πλήρως στην πρακτική της κλινικής ογκολογίας (1, 2).

Προσπάθειες για την ταυτοποίηση ενός τρίτου γονιδίου προδιάθεσης (BRCA3) δεν είχαν μέχρι σήμερα αποτελέσματα. Αυτό πιθανόν συμβαίνει γιατί δεν υπάρχει μόνο ένα γονίδιο που σχετίζεται με τις υπόλοιπες οικογένειες που εμφανίζουν υψηλή συχνότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού η οποία δεν συνδέεται με τα γονίδια BRCA1 και BRCA2. Σε γενικές γραμμές τα γονίδια τα οποία αποδεδειγμένα συσχετίζονται με τον κληρονομικό καρκίνο μαστού/ωοθηκών (BRCA1, BRCA2, ΑΤΜ, CHEK2 και p53) σχετίζονται με τη διατήρηση της ολότητας του γονιδιώματος και την επιδιόρθωση του DNA. Οι περισσότεροι από τους ερευνητές πιστεύουν σήμερα ότι στις οικογένειες εκείνες που εμφανίζουν υψηλή συχνότητα περιστατικών καρκίνου του μαστού και δεν σχετίζονται με τα γονίδια BRCA1 και BRCA2, δεν υπάρχει «τρίτο» γονίδιο που σχετίζεται με τον κληρονομικό καρκίνο μαστού/ωοθηκών αλλά αρκετά άλλα γονίδια χαμηλής διεισδυτικότητας.

Αν και υπάρχουν διαφορετικές εκτιμήσεις για τη διά βίου επικινδυνότητα για καρκίνο του μαστού ανάμεσα σε γυναίκες φορείς μεταλλάξεων, μια πρόσφατη μελέτη προτείνει ότι η επικινδυνότητα αυτή φτάνει στο 82% και είναι παρόμοια σε οικογένειες με πολλά και λίγα περιστατικά καρκίνου του μαστού (1)

O κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου φαίνεται ότι εξαρτάται από τη χρονολογία γέννησης: Γυναίκες φορείς που έχουν γεννηθεί πριν από το 1940 εμφανίζουν επικινδυνότητα 24% μέχρι την ηλικία των 50 χρόνων, ενώ εκείνες που έχουν γεννηθεί μετά το 1940, 67%. Η διά βίου επικινδυνότητα αναφορικά με τον καρκίνο των ωοθηκών υπολογίστηκε σε 54% για τους φορείς μεταλλάξεων στο γονίδιο BRCA1 και 23% για τους φορείς μεταλλάξεων στο γονίδιο BRCA2. H φυσική άσκηση και η διατήρηση φυσιολογικού βάρους κατά τη διάρκεια της εφηβείας συσχετίστηκαν με σημαντική καθυστέρηση εμφάνισης του καρκίνου του μαστού.

Η διαφορετικότητα του φάσματος των μεταλλάξεων των γονιδίων BRCA1 και BRCA2 σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές καθιστά αναγκαία την ιδιαίτερη μελέτη σε κάθε χώρα. Στα πλαίσια αυτά έχει χαρακτηριστεί το φάσμα των μεταλλάξεων σε ασθενείς με ιστορικό καρκίνου του μαστού/ωοθηκών στον ελληνικό πληθυσμό. Για τον σκοπό αυτό έχουν αναλυθεί τα γονίδια αυτά σε 250 Ελληνίδες ασθενείς με οικογενειακό ιστορικό καρκίνου μαστού/ωοθηκών. Σε αυτές τις ασθενείς έχουν ταυτοποιηθεί μεταλλάξεις σε 51 ασθενείς μη συγγενείς (Σχήμα). Στο εξώνιο 20 του γονιδίου BRCA1 ταυτοποιήθηκαν τρεις διαφορετικές παθογόνοι μεταλλάξεις σε 30 ασθενείς, 14 ήταν φορείς της μετάλλαξης 5382insC, 3 φορείς της μετάλλαξης R1751X και 13 φορείς της μετάλλαξης G1738R. Αλλες μεταλλάξεις στο γονίδιο BRCA1 περιλαμβάνουν μία μετάλλαξη στα όρια του εξωνίου 23 (5586G>A) σε δύο ασθενείς και 6 μεταλλάξεις που οδηγούν σε μικρότερη πρωτεΐνη (1623del5, 3099delT, 3277insG, R1203X, 3741insA, 3896delT) σε 6 ασθενείς.

Αναφορικά με το γονίδιο BRCA2 ταυτοποιήθηκαν 7 διαφορετικές παθογόνοι μεταλλάξεις (G4X, 2024del5, 3034del4, 3058delA, 4147delG, 6024delTA, 6631del5) σε 9 ασθενείς (3-5).

Επιπλέον, πρόσφατα έχουν χαρακτηριστεί και δύο γονιδιακές αναδιατάξεις του γονιδίου BRCA1 στις οποίες υπάρχει έλλειψη μεγάλων τμημάτων του γονιδίου. Στις ελλείψεις αυτές υπάρχει πλήρης απαλοιφή του εξωνίου 20 στη μία περίπτωση, και του εξωνίου 24 και της περιοχής 3′ UTR στην άλλη.

Η μεγάλη ποικιλία του φάσματος των παθογόνων μεταλλάξεων των γονιδίων BRCA1 και BRCA2 σε Eλληνες ασθενείς με οικογενειακό ιστορικό καρκίνου μαστού/ωοθηκών αποδεικνύει την αναγκαιότητα της εκτέλεσης των αναλύσεων αυτών σε πολύ εξειδικευμένα κέντρα.

Τα δεδομένα σε παγκόσμιο επίπεδο συνηγορούν στο ότι η γενετική ανάλυση οικογενειακών μορφών καρκίνου μαστού/ωοθηκών πρέπει να ενταχτεί στην κλινική πράξη στην Ελλάδα.

Η γενετική του καρκίνου του μαστού δείχνει καθαρά ότι το γενετικό υπόβαθρο του κάθε ανθρώπου παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην καρκινογένεση. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο το οικογενειακό ιστορικό αποτελεί ένα πολύ σημαντικό παράγοντα στην εκτίμηση του κινδύνου για ανάπτυξη καρκίνου που διατρέχει ένα άτομο.

Η γενετική ανάλυση οικογενειών υψηλού κινδύνου είναι πολύ σημαντική για την πρόωρη ανίχνευση και θεραπεία του καρκίνου, καθώς επίσης και για τη διαχείριση διάφορων θεμάτων που σχετίζονται με τις οικογένειες αυτές, όπως το να μην είναι σε θέση να γνωρίζουν ποιος από την οικογένεια έχει πράγματι την προδιάθεση και ποιος όχι, έτσι ώστε να έχουν την κατάλληλη ιατρική παρακολούθηση μόνο εκείνοι που επιβάλλεται.

Keywords
Αναζητήσεις
καρκινος ωοθηκων κληρονομικοτητα, κληρονομικοτητα καρκινου μαστου
Τυχαία Θέματα