Λύσεις χειρότερες απ’ το πρόβλημα

Να πανηγυρίσω ή να βάλω τα κλάματα; Η προσδοκία ανάκαμψης είναι βάσιμη ή αστήρικτη; Η ρητορική περί αναπτυξιακής ανάταξης πατάει στα πόδια κάποιων ιδιωτικοποιήσεων ή είναι παραφουσκωμένη φαντασίωση; Πρόκειται για στοίχημα ή για παραγωγή εντυπώσεων; Εν τέλει, ποιόν να πιστέψω; Τη κυβέρνηση ή την αντιπολίτευση; Το διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος ή τις εκθέσεις της Κομισιόν; Τα αυτιά μου ή τα μάτια μου;

Αυτά ακούω καθημερινά γύρω μου. Διλήμματα

και προβληματισμούς. Αγωνίες και απορίες. Και, φυσικά, δεκάδες απόψεις που ούτε εγγυώνται, ούτε καν προδιαγράφουν επακριβώς την μελλοντική πορεία της χώρας. Εδώ, όμως, που φτάσαμε η ελληνική κοινωνία μετεωρίζεται ανάμεσα σε δύο εικόνες. Η μια αχνοφέγγει αβέβαιη στον ορίζοντα και η άλλη είναι εγκατεστημένη βαριά και ασήκωτη γύρω μας.

Η μακρινή εικόνα φαίνεται να δείχνει κάποιες πιθανές αναπτυξιακές δραστηριότητες καθώς διακρίνει κινήσεις στη διεθνή επενδυτική σκακιέρα. Πλαισιώνεται από προϋποθέσεις επανεκκίνησης δημόσιων επενδύσεων, ιδιωτικοποιήσεις και συγχρηματοδοτούμενα έργα. Και χρωματίζεται από τα καλά λόγια των Ευρωπαίων εταίρων, κάποιες επανεκτιμήσεις της τρόικας και τη βελτίωση τη βαθμολογίας της χώρας από μερικούς ξένους οίκους.

Για μια χώρα, έως προσφάτως διασυρμένης, πανικόβλητης και απόβλητης από τις αγορές, οι ασαφείς ακόμα πινελιές αισιοδοξίας ενισχύουν κάποια ψυχολογική σταθεροποίηση. Αν δεν ήταν τόσο αποκρουστικά βίαιη στη περιγραφή της η κοντινή εικόνα ίσως να παπαγαλίζαμε όλοι μαζί το κυβερνητικό κλισέ περί «αλλαγής κλίματος». Δυστυχώς η πραγματική οικονομία και συνεκδοχικά η ταλαιπωρημένη κοινωνία εξακολουθεί να βυθίζεται στην ύφεση, την ανεργία, την απόγνωση.

Ακόμα και ο πιο καλοπροαίρετος Έλληνας πολίτης, πρόθυμος να παραβλέψει την απουσία ρευστότητας και να αγνοήσει τη νεκρή ζήτηση, δεν «ψήνεται» ότι η χώρα σταθεροποιείται. Πόσο μάλλον, ότι οσονούπω ανακάμπτει. Άλλωστε, το εκάστοτε εγχώριο Χρηματιστηριακό πάρτι τον αφήνει παντελώς αδιάφορο.

Όχι μόνο γιατί ο ίδιος είναι στεγνός, αλλά επειδή γνωρίζει ότι τα ρισκαδόρικα κερδοσκοπικά hedge funds τοποθετούνται βραχυπρόθεσμα και ευκαιριακά στα κουρεμένα εγχώρια ομόλογα και στις εξαϋλωμένης αξίας μετοχές. Γεγονός που δημιουργεί μια απατηλή ευφορία χωρίς καμία θετική επίπτωση στη πραγματικής οικονομία. Όμως , ακόμα, και στις ιδιωτικοποιήσεις κρατά μικρό καλάθι.

Πρώτον , γιατί συνειδητοποίησε τη διαφορά μεταξύ υπέρμετρης φιλοδοξίας και ρεαλισμού. Ήδη το συγκεκριμένο πρόγραμμα για το οποίο επινοήθηκαν έσοδα 50 δισ. κατέληξε να προβλέπει έσοδα της τάξης των συνολικά 10 δισ. ευρώ (και βλέπουμε) για τα επόμενα χρόνια.

Δεύτερον, γιατί έμαθε να μετράει. Αν η πιο επιτυχημένη ξένη επένδυση, σαν αυτή της COSCO στον Πειραιά πρόσθεσε 1.500 θέσεις εργασίας, για να εξαλειφθεί η ανεργία, του 1.5 εκατομμυρίου ανθρώπων χρειάζονται 1.000 τέτοιες επενδύσεις. Οπότε, ζήσε Μάη μου.

Κάπως έτσι, δεν έχει πλέον τόση σημασία αν το ποτήρι είναι μισοάδειο ή μισογεμάτο. Χρήσιμες είναι οι ενέσεις συγκρατημένης αισιοδοξίας ότι η κυβέρνηση δεν θα χρειασθεί να βάλει νέα χαράτσια ή να «δανειστεί» από τις ιδιωτικές καταθέσεις γιατί δεν θα βρίσκει ούτε δανεικά ούτε βοήθεια από τους εταίρους στο άμεσο μέλλον.

Χρησιμότερο, όμως είναι να εξηγήσει με παρρησία πώς η Ελλάδα μπήκε στα μνημόνια με χρέος 129% του ΑΕΠ και ύστερα από τρία χρόνια εξαντλητικής λιτότητας βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα χρέος που θα φτάσει αμέσως προσεχώς στο 180% του ΑΕΠ.

Και μακράν πιο ωφέλιμο για τη σταθεροποίηση του ψυχικού κλίματος στη κοινωνία, μια και η οικονομική σταθεροποίηση αργεί, είναι να κόψει μαχαίρι τους βερμπαλισμούς. Γιατί σε ένα δημόσιο σώμα ακρωτηριασμένο από πολλαπλές αιματηρές στερήσεις, οι ανακουφιστικά ευχάριστες λύσεις που προτείνει η τρικομματική κυβέρνηση ίσως αποδειχθούν χειρότερες από το ίδιο το σοβαρό πρόβλημα της χώρας.

Keywords
Τυχαία Θέματα