Μεταξύ ακυβερνησίας και… παρατεταμένης ακυβερνησίας

Σε 24 ώρες θα γνωρίζουμε αν οι τρεις συγκυβερνώντες πολιτικοί αρχηγοί θα καταφέρουν να φτάσουν σε συμφωνία για την ΕΡΤ και τη λειτουργία της κυβέρνησης ή αν το σχήμα θα οδηγηθεί σε κατάρρευση και η χώρα σε εκλογές.

Πολλά επιχειρήματα μπορεί να βρει κανείς κατά των εκλογών: μπορεί όντως να επηρεάσουν τον τουρισμό, ο μόνος βέβαιος ωφελημένος από τις κάλπες θα είναι το νεοναζιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής,

ενώ η πολιτική αστάθεια και η ακυβερνησία θα επηρεάσουν την οικονομία σε μία κρίσιμη φάση, που η Ελλάδα δίνει εξετάσεις για το αν μπορεί ή όχι να εκτελέσει έναν προϋπολογισμό έστω και με ένα ευρώ πρωτογενούς πλεονάσματος.

Όμως, τί απ’ όλα αυτά γλιτώνει η χώρα αν αποφύγει τις εκλογές; Μάλλον τίποτα. Ο πρωθυπουργός, ακόμη κι αν τελικά αύριο βρεθεί η χρυσή τομή, θα έχει υποστεί μία βαριά πολιτική ήττα, ενώ οι ελάσσονες κυβερνητικοί εταίροι, που αποφάσισαν επιτέλους να αντιδράσουν στο κρεσέντο αυταρχισμού και ακροδεξιάς ατζέντας του Μαξίμου, θα ζητήσουν -ήδη έγινε χθες μια πρώτη κουβέντα- να αλλάξουν όλα σε ό,τι αφορά στη λειτουργία της κυβέρνησης.

Αλλάζουν όλα

Μ’ άλλα λόγια, έπειτα από έναν ακριβώς χρόνο που ο Σαμαράς συμπεριφέρθηκε ως πρωθυπουργός αυτοδύναμης μονοκομματικής κυβέρνησης, θα υποχρεωθεί να βάλει πολύ νερό στο κρασί του. Και οι εταίροι του, εξάλλου, δεν έχουν κανέναν λόγο να κάνουν πίσω σ’ αυτό: επί ένα χρόνο ανέχτηκαν τα πάντα -από τον χουντικό διευθυντή του γραφείου του Μανόλη Κεφαλογιάννη και την ετσιθελική καρατόμηση Κικίλια από τον ΟΑΕΔ ως τον «Ξένιο Δία» του Δένδια και την αυταρχική απόφαση Σαμαρά να στείλει στις ελληνικές καλένδες το νομοσχέδιο Ρουπακιώτη. Επίσης, αν τώρα το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ κάνουν πίσω, είναι σαφές ότι δε θα υποστούν απλώς άλλον έναν πολιτικό εξευτελισμό, αλλά θα θέτουν τις βάσεις για να εξαφανιστούν εντελώς από τον πολιτικό χάρτη.

Κατά συνέπεια, πώς μπορεί να προχωρήσει η παρούσα κυβέρνηση, μετά το βαθύ ρήγμα που επέφερε η πραξικοπηματική απόφαση Σαμαρά να ρίξει «μαύρο» στη δημόσια ραδιοτηλεόραση; Δεν μπορεί να προχωρήσει. Και δεν συμφέρει κανέναν να προχωρήσει.

Ο πρωθυπουργός, έως προχθές, είχε ένα συγκεκριμένο στρατηγικό σχέδιο: να απευθύνεται, δια των κυβερνητικών πρωτοβουλιών, στο (ακρο)δεξιό ακροατήριο, θέλοντας να επαναπατρίσει ψηφοφόρους της ΝΔ που ψηφίζουν είτε Ανεξάρτητους Έλληνες είτε Χρυσή Αυγή. Σ’ αυτό το σχέδιο υπέτασσε την κυβερνητική πολιτική και το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ απλώς «κατάπιναν» τα τεκταινόμενα.

Πλέον, αυτό δε θα συνεχιστεί. Μ’ άλλα λόγια, οι ελάσσονες εταίροι έχουν μπει οριστικά σε μια λογική προσέλκυσης του δικού τους, κεντροαριστερού ακροατηρίου, πράγμα που σημαίνει ότι δε θα ανεχθούν ξανά αυταρχικές και… «μονοκομματικές» συμπεριφορές από τον ένοικο του Μεγάρου Μαξίμου. Σαμαράς, Βενιζέλος και Κουβέλης θα εφαρμόζουν όχι απλώς διαφορετικά πολιτικά σχέδια, αλλά απολύτως αντικρουόμενα. Θα βρίσκονται διαρκώς σε ένα ενδοκυβερνητικό μπρα ντε φερ, ενώ ο Σαμαράς, που έχει ήδη χάσει το -παραχωρημένο από την υποχωρητικότητα των εταίρων- προνόμιο να γίνεται… στο τέλος το δικό του. Θα αναγκάζεται να σηκώνει τα χέρια ψηλά για το καλό της κυβερνητικής συνοχής, αμέσως μόλις αυτή θα απειλείται.

Κοντολογίς: Η χώρα, ακόμη κι αν η παρούσα κρίση ξεπεραστεί κάπως, μπαίνει σε μία παρατεταμένη φάση υπόγειας ακυβερνησίας, με τους κυβερνητικούς συσχετισμούς να μπαίνουν σε οριακό σημείο, τις σχέσεις μεταξύ των συγκυβερνώντων αρχηγών διαρραγείσες και τις επιδιώξεις τους αντικρουόμενες.

Κι όλα αυτά ενώ ο προϋπολογισμός πρέπει να τηρηθεί κατά κεραίαν, οι ιδιωτικοποιήσεις έχουν πάει πίσω, η απόσυρση της Μόσχας από ΔΕΠΑ-ΔΕΣΦΑ «θόλωσε» το success story και βρίσκεται στον αέρα ακόμη και η ιδιωτικοποίηση του ΟΠΑΠ. Τα «νούμερα» έχουν γυρίσει πάλι αρνητικά (ελλειμματικός προϋπολογισμός, αυξανόμενη ανεργία, βόμβα στα ασφαλιστικά ταμεία) ενώ πολύ σύντομα μπορεί η Αθήνα να κληθεί σε συζήτηση είτε για νέα μέτρα, είτε για ένα νέο Μνημόνιο ως «αντιστάθμισμα» του πιθανολογούμενου «κουρέματος» του ελληνικού χρέους.

Επειδή, λοιπόν, ακριβώς η Ελλάδα βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή, αν δεν αντέχει κάτι είναι η παρατεταμένη ακυβερνησία. Και μια κυβέρνηση που θα κινείται συνεχώς σε τεντωμένο σχοινί δεν μπορεί να χειριστεί ούτε τα προαναφερθέντα μεγάλα «αγκάθια», αλλά ούτε και τις ελάσσονες πτυχές της κυβερνητικής πολιτικής.

Οπότε, αντί για μια παρατεταμένη ακυβερνησία με παραλυτικούς ενδοκυβερνητικούς συσχετισμούς, πλέον προβάλλει ως προτιμότερη -αλλά και αποτελεσματικότερη…- η προσφυγή στις κάλπες εδώ και τώρα. Οι εκλογές, εξάλλου, έπειτα από όσα έγιναν τις τελευταίες ημέρες, δε θα βραδύνουν πολύ. Ας γίνουν, λοιπόν, μια ώρα αρχύτερα, ώστε μία «φρέσκια» κυβέρνηση, με νωπή λαϊκή εντολή, να διαχειριστεί τα καυτά θέματα που έρχονται. Ακόμη κι αν τής πάρει (και μάς πάρει) λίγο παραπάνω χρόνο ώσπου να σχηματιστεί…

Keywords
Τυχαία Θέματα