Οι «ελάχιστοι όροι» για την βιωσιμότητα του νεοελληνικού έθνους (τότε και τώρα…)

Επειδή, όντως, πολλά λέγονται και, εξίσου, πολλά γράφονται για την γεωπολιτική και την γεωοικονομία, καθώς, όπως φαίνεται η Ελλάδα αλλάζει μετά από πολλά χρόνια «χέρια» και από την «επιρροή» των Αμερικανών –που είχαν το κουμάντο (sic), από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου μέχρι σήμερα-, περνά σιγά –σιγά (για πρώτη φορά στη νεότερη ιστορία της), διαμέσου της ανολοκλήρωτης Ε.Ε στην «ζώνη ευθύνης» των Γερμανών (όχι χωρίς τριγμούς και περιπέτειες), παραθέτουμε σήμερα απόσπασμα από ένα σπουδαίο κείμενο* που μιλάει από μόνο του

για τις επιδιώξεις και στοχεύσεις των τελευταίων που δεν είναι χτεσινές, αλλά, πολύ – πολύ παλαιές και βρίσκουν μεστή αναφορά και στο σήμερα :

«Στα 1927, η Γεωπολιτική εισέδυσε στην πανεπιστημιακή διδασκαλία. Ο καθηγητής Κ.Σ. Σφυρής* ανέλαβε να εκλαϊκεύσει τις βασικές αρχές της διδασκαλίας αυτής. Ο Σφυρής έχοντας εργαστεί στην Γερμανία και στην γερμανόφωνη Ελβετία, έγινε από πολύ νωρίς υπέρμαχος της θεωρίας και της πολιτικής των «μεγάλων φυσικο – πολιτικών και γεω –οικονομικών συνόλων». Η Ελλάδα κατ’ αυτόν, λόγω «γεωπολιτικής θέσεως και φυλετικής δυναμικής», βρίσκεται σε μια πλεονεκτική θέση, η οποία δημιουργήθηκε από την διάλυση της Αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας, από τον διαμελισμό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και από την ήττα της Γερμανίας. Οι τρεις αυτές αυτοκρατορίες αποτελούσαν στο παρελθόν ένα ασφυκτικό κλοιό γύρω από την Ελλάδα, ο οποίος, όμως, μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο φάνηκε ότι είχε καταρρεύσει ολοσχερώς.
Σύμφωνα με την ανάλυση αυτή, η Ελλάδα είναι μια χώρα αμφίβιος : αφ’ ενός μεσογειακή και αφ’ ετέρου βαλκανική με διέξοδο προς την κεντρική Ευρώπη. Η Θεσσαλονίκη προορίζεται να αποτελέσει μια σημαντική διέξοδο για όλη την κεντρική Ευρώπη, που φτάνει μέχρι το Αμβούργο και το Δάντσιχ. Η ανατολική Μεσόγειος, δηλαδή, ο παραδοσιακός χώρος της ελληνικής διασποράς εδώ και αιώνες, αποτελεί το δεσμό που ΕΝΩΝΕΙ τρεις ηπείρους διασφαλίζοντας σημαντικά επικοινωνιακά δίκτυα.

Η περιοχή προορίζεται να αποτελέσει τμήμα μιας κολοσσιαίας θαλάσσιας και ποταμοπλοϊκής οδού που θα ενώνει το λιμάνι του Αμβούργου (με την κατασκευή των διωρύγων, Ρήνου – Δούναβη, Μάρχ – Δούναβη, Ρήνου – Έμς – Βέζερ, κλπ.), περνώντας από την Μαύρη θάλασσα και το Αιγαίο, με το Σουέζ, με τον Νείλο, με τον Ινδικό ωκεανό τον Ειρηνικό. Η Βαλκανική κατά τον Σφυρή, θα πρέπει να οργανωθεί με βάση τρεις συγκοινωνιακούς άξονες : α.) τον άξονα της Μαύρης θάλασσας : Βουδαπέστη – Κωνστάντζα, β.) τον άξονα του Δούναβη – Αιγαίου : Βελιγράδι – Νύσσα – Θεσσαλονίκη και γ.) τον ευρασιατικό άξονα : Νύσσα – Κωνσταντινούπολις – Βαγδάτη.

Με δυο λόγια, μέσα στην εντυπωσιακή σύλληψη του Σφυρή, υπάρχουν πάντα τρεις βασικές σχέσεις, οι οποίες καθορίζουν την φυσιογνωμία της σύγχρονης Ελλάδας : η ενότητα με την κεντρική Ευρώπη, η ενότητα με την Μεσόγειο και η ακόμη στενότερη ενότητα με την Τουρκία. Παράλληλα ο Σφυρής διαπίστωνε πάντα την (σ.σ.: δομική), ανικανότητα της ελληνικής κοινωνίας να προσαρμοσθεί εύκολα και με ταχύτητα στις μεταβολές της παγκόσμιας οικονομίας. Επιπροσθέτως, εσημείωνε ότι ένα κρίσιμο πρόβλημα υπερπληθυσμού –που δημιουργήθηκε κυρίως με την μαζική εγκατάσταση των προσφύγων του 1922- κινδυνεύει να πνίξει την σημερινή Ελλάδα. Σαν λύση αυτού του προβλήματος ο Σφυρής επρότεινε μια μεσογειακή πολιτική ανάπτυξη πάνω σε βάση εθνική και όχι κρατική, και μια Βαλκανική πολιτική, με σκοπό «να διασφαλιστεί πάση θυσία, η φυσική αιγαιακή διέξοδος της κεντρικής Ευρώπης» (…).

Για τον Σφυρή, το σημαντικό πρόβλημα ήταν η ανατροπή της κατάστασης της στατικής ισορροπίας που είχε επιβληθεί στην Ευρώπη μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο (σ.σ. άρα και τον Β’ αφού ο ελλόγιμος καθηγητής παραθέτει τις απόψεις του κατά τον μεσοπόλεμο), και την ήττα της Γερμανίας. Όμως το κίνημα για την σύναψη παν – βαλκανικού συμφώνου, με την πιθανή υποστήριξη των Δυτικών Δυνάμεων, στο βάθος συνέβαλλε με τον τρόπο του στην διατήρηση του μεταπολεμικού στάτους κβό. Αντιθέτως, έλεγε ο Σφυρής οι βαλκανικές χώρες δεν πρέπει να αποχωριστούν από την «φυσική και ανελέητη πραγματικότητα», η οποία συνδέει τα συμφέροντά τους, κατά τρόπο αξεχώριστο και αξεδιάλυτο με την κεντρική Ευρώπη, με την Μεσόγειο, με το Αιγαίο, με τον Πόντο και την Αδριατική.
Το συμπέρασμα του Σφυρή ήταν ότι η Ελλάδα όφειλε αφ’ ενός να διευκολύνει την σλαβική διέξοδο προς το Αιγαίο (σ.σ.: εδώ αρχίζουν τα πολύ δύσκολα που θα τα βρούμε πάλι μπροστά μας), με σκοπό να εξουδετερώσει την φυλετική πίεση των γειτονικών χωρών, και αφ’ ετέρου να διασφαλίσει την ελεύθερη ανάπτυξη των ακτών του Αιγαίου, ως φυσιολογική απόληξη των οδών της κεντρικής Ευρώπης. Οι δυο αυτές επιταγές ήσαν, για τον Σφυρή, οι ελάχιστοι όροι για την βιωσιμότητα του νεοελληνικού έθνους. Χωρίς αυτούς, η βιωσιμότητα της χώρας αποβαίνει εντελώς προβληματική»…

*Από το βιβλίο του Κ. Βεργόπουλου : «Εθνισμός και οικονομική ανάπτυξη» Εκδόσεις: ΕΞΑΝΤΑΣ 1980.

*Συγγράμματα του καθηγητή Κ.Σ. Σφυρή : «Γεωοικονομία και οικονομία, 1930», «Η Γεωοικονομία ως επιστήμη, 1930», «Αι φυσικαί προϋποθέσεις της γεωοικονομίας, 1929», «Υπό ποίας προϋποθέσεις η Ελλάς είναι βιώσιμος, 1931» κ.λ.π.

Keywords
Τυχαία Θέματα