Οι τράπεζες και το τέλος της κρίσης

Μετά την ολοκλήρωση των αυξήσεων κεφαλαίου της Εθνικής Τράπεζας και της Eurobank τις επόμενες εβδομάδες οι τέσσερις συστημικές τράπεζες (δηλαδή οι δυο παραπάνω μαζί με την Τράπεζα Πειραιώς και την Alpha Bank) θα έχουν αντλήσει από τις κεφαλαιαγορές

περίπου 8,5 δις. ευρώ.

Με τις αυξήσεις αυτές οι τράπεζες όχι μόνο σφραγίζουν την δυναμική, και αδιανόητη λίγους μήνες πριν, επιστροφή τους στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου, αλλά εν πολλοίς λύνουν το πρόβλημα της κεφαλαιακής τους βάσεις. Ωστόσο σε εκκρεμότητα παραμένει το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα, που δημιούργησε η κρίση: αυτό της ρευστότητας.

Από το τέλος του 2008, μήνα με το μήνα οι τράπεζες αφήνονταν όλο και περισσότερο στην αγκαλιά του δημόσιου τομέα: αρχικά για ρευστότητα και εν τέλει και για κεφάλαια. Η φυγή των καταθέσεων αντιμετωπίστηκε από το ευρωσύστημα, δηλαδή την ΕΚΤ. Το 2010 οι καταθέσεις μειώθηκαν κατά 28 δισ. ευρώ, το 2011 κατά 35,3 δισ. ευρώ, ενώ στο πρώτο εξάμηνο του 2012 οι καταθέσεις μειώθηκαν κατά 23,7 δισ. ευρώ. Φυσικά τα δάνεια δεν ήταν δυνατό να μειωθούν με τον ίδιο ρυθμό, με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί μια τεράστια «τρύπα» μεταξύ καταθέσεων και δανείων. Οι τράπεζες έμειναν όρθιες χάρη στην άπλετη ρευστότητα που τους διέθεσε η ΕΚΤ: στο τέλος Ιουνίου 2012 οι ελληνικές τράπεζες είχαν αντλήσει 135 δισ. ευρώ από το ευρωσύστημα. Έτσι, τα τραπεζικά καταστήματα και τα ΑΤΜ συνέχισαν να εξυπηρετούν τους πολίτες σαν να μη συμβαίνει τίποτα.

Παράλληλα, το PSI, το πρόγραμμα «εθελοντικής» ανταλλαγής των ομολόγων, εξαέρωσε τα κεφάλαια των τραπεζών. Πριν τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό τα κεφάλαια των μετόχων των τραπεζών, στο τέλος του 2010, διαμορφώνονταν στα 25 δισ. ευρώ. Δύο χρόνια μετά, στο τέλος του 2012, οι μεγάλες τράπεζες βρίσκονταν με αρνητική καθαρή θέση, σε επίπεδο ομίλου, ύψους 4,1 δισ. ευρώ!

Πλέον μετά τις πρόσφατες αυξήσεις κεφαλαίου και την ανακεφαλαιοποίηση του περασμένου καλοκαιριού το πρόβλημα των κεφαλαίων λύθηκε. Η μεγάλη από εδώ και πέρα πρόκληση είναι να αποκατασταθεί και η ρευστότητα των εγχώριων τραπεζών, κάτι που είναι απολύτως απαραίτητο για την ουσιαστική αποκατάσταση της χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Ακόμα και σήμερα, παρά την θεαματική βελτίωση των συνθηκών και του κλίματος στην οικονομία, οι εγχώριες τράπεζες έχουν αντλήσει πάνω από 60 δις. ευρώ από την ΕΚΤ για να καλύψουν τη διαφορά μεταξύ καταθέσεων (160 δις. ευρώ) και δανείων (220 δις. ευρώ).

Αυτό το χάσμα πρέπει να κλείσει και οι εγχώριες τράπεζες να απεξαρτηθούν από την «εύκολη» ρευστότητα της ΕΚΤ. Πως θα γίνει αυτό; Με δυο τρόπους. Ο ένας είναι η διατραπεζική αγορά, κάτι που ήδη έχει ξεκινήσει με την Τράπεζα Πειραιώς να έχει αντλήσει 500 εκατ. ευρώ μέσω ομολογιακής έκδοσης και την Εθνική Τράπεζα να βρίσκεται ένα βήμα πριν την ολοκλήρωση αντίστοιχης έκδοσης ύψους περίπου 750 εκατ. ευρώ. Είναι βέβαιο ότι όσο η εγχώρια οικονομική κατάσταση βελτιώνεται τόσο θα «ανοίγει» η διατραπεζική αγορά για τις ελληνικές τράπεζες. Ωστόσο το κρίσιμο είναι να δούμε τις καταθέσεις να αυξάνονται: μέσω της επιστροφής καταθέσεων που λόγω της αβεβαιότητας μεταφέρθηκαν στο εξωτερικό, και κυρίως μέσω της δημιουργίας νέων εισοδημάτων, δηλαδή της ανάπτυξης. Αν η οικονομία επιτέλους «τρέξει» και δημιουργηθούν νέες δουλειές (μειώνοντας την ανεργία) τότε θα δημιουργηθούν νέα εισοδήματα μέρος των οποίων θα αποταμιευτεί.

Μόνο όταν γίνει αυτό, δηλαδή όταν θα αυξηθούν ουσιαστικά οι καταθέσεις, θα μπορούμε να σημάνουμε το τέλος της κρίσης για τις τράπεζες.

*Ο Γιάννης Παπαδογιάννης είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας των βιβλίων : «Το Άδοξο Τέλος – Η μετέωρη πορεία, η συντριβή και η αναγέννηση των Ελληνικών Τραπεζών» (2013), και, «Η Άνοδος και η Πτώση του Homo Economicus – Ο μύθος του ορθολογικού ανθρώπου και η χαοτική πραγματικότητα» (2012). (Αμφότερα, εκδόσεις Παπαδόπουλος)

Keywords
Τυχαία Θέματα