ΜΑΚ ΓΚΡΕΓΚΟΡ: «Τα παιδιά μας μεγαλώνουν με ελληνική κουλτούρα.»

Υπήρξε συγκάτοικος με τον Τζουντ Λο και άφησε το σχολείο σε ηλικία 16 ετών για να γνωρίσει τον κόσμο, κάτι που άλλωστε ήταν και επιθυμία της μητέρας του. Το 2004 έκανε τον γύρο του κόσμου με μια μοτοσικλέτα ενώ το 2006 υιοθέτησε ένα κοριτσάκι από τη Μογγολία. Την ίδια χρονιά παραλίγο να κερδίσει τον ρόλο του Τζέιμς Μποντ για το «Casino Royale». Τελικά μπορεί να τον έχασε από τον Ντάνιελ Κρεγκ, αλλά αυτό δεν επηρέασε καθόλου την καριέρα του. Επικεντρωμένος στο αντικείμενό του, συνέχισε ακάθεκτος την πορεία του. Ο Γιούαν ΜακΓκρέγκορ, που έγινε γνωστός το 1996 ως Μαρκ Ρέντον στο φιλμ-ορόσημο

για το βρετανικό σινεμά «Trainspotting», όπου υποδυόταν έναν άντρα εθισμένο στην ηρωίνη, έχει λάβει διθυραμβικές κριτικές για τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στις θεατρικές παραστάσεις «Guys and Dolls» και «Οθέλλος». Διόλου τυχαία, ο ΜακΓκρέγκορ κατατάχθηκε στην 36η θέση στην έγκυρη λίστα του περιοδικού «Empire» με τους 100 κορυφαίους κινηματογραφικούς σταρ όλων των εποχών.
-Πώς είναι η ζωή σας αυτή την εποχή;
Κουραστική (γέλια)… Αστειεύομαι φυσικά, είναι πολύ πολύ δημιουργική. Όπως βλέπεις, η τελευταία μου ταινία «Τζακ ο κυνηγός γιγάντων» είναι αρκετά διασκεδαστική. Στα 41 μου χρόνια ένιωσα και πάλι παιδί, δεν είναι υπέροχο; Τα παιδιά μου με ζήλεψαν σε αυτή την ταινία… «Μπαμπά», μου έλεγαν, «θέλουμε κι εμείς να σκαρφαλώσουμε στη γιγάντια φασολιά! Να έρθουμε μαζί σου;». Συνήθως ταξιδεύω με τα παιδιά μου σε χώρες όπου κάνω γυρίσματα, αλλά στο στούντιο αποφεύγω να τα παίρνω, διότι είναι τέσσερα και αρκετά άτακτα. Πάντως, η ταινία, για να επανέλθω στο θέμα, απευθύνεται κυρίως σε μεγάλα παιδιά, ενώ τα ειδικά οπτικά εφέ είναι απίθανα. Ηταν το πιο ευχάριστο διάλειμμα της καριέρας μου. Είμαι λοιπόν σε πολύ χαρούμενη διάθεση. Η προηγούμενη ταινία μου «The Impossible» είχε πολύ βαρύ περιεχόμενο, κάτι που με είχε επηρεάσει και στην προσωπική μου ζωή. Μετά το Λονδίνο και το promotion του «Τζακ» θα πάω ύστερα από πολύ καιρό στο σπίτι μου, στη Νέα Υόρκη. Δεν βλέπω την ώρα. Και επίσης νιώθω έντονα την ανάγκη να έρθει η άνοιξη… Επιτέλους, λίγο ήλιο!
-Η σύζυγός σας είναι Ελληνίδα, υπάρχει η ελληνική κουλτούρα στο σπίτι σας;
Κατά κάποιον τρόπο ναι, ειδικά σε ό,τι αφορά τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Η γυναίκα μου είναι Ελληνίδα. Βέβαια κατάγεται από τη Γαλλία, εκεί μεγάλωσε και έζησε, αλλά έχει 100% ελληνική καταγωγή. Είναι υπερπροστατευτική μητέρα και αυτό μου αρέσει. Ακόμα κι όταν είναι μόνη με τα τέσσερα παιδιά μας νιώθω ότι είναι όλα υπό την προστασία της. Δεν ανησυχώ ακόμα κι αν βρίσκομαι στην άλλη άκρη του πλανήτη. Οι Βρετανίδες ή οι Αμερικανίδες είναι σαφώς πιο ανεξάρτητες ως μητέρες αφήνοντας τα παιδιά να μάθουν μόνα τους τον κόσμο. Η Ιβ είναι παραδοσιακή μαμά. Το ίδιο και εγώ: καθοδηγώ διαρκώς τα παιδιά μου ακόμα κι όταν αυτό δεν φαίνεται. Πάντοτε ήθελα μια μεγάλη οικογένεια, γι’ αυτό άλλωστε και τη μεγαλώσαμε μέσω της υιοθεσίας με μεγάλη χαρά. Νομίζω ότι ο πιο δύσκολος ρόλος σε αυτή τη ζωή είναι αυτός του πατέρα και του συζύγου, πώς δηλαδή να διατηρήσεις δεμένη και συγκροτημένη την οικογένειά σου.

-Είναι ακόμα πιο δύσκολο όταν είσαι διάσημος σε ολόκληρο τον πλανήτη;
Δεν θα το έλεγα. Ολα εξαρτώνται από την ωριμότητα, την ευθύνη και τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζεις τη ζωή. Μπορεί να είσαι τεχνικός ανελκυστήρων ή οδηγός και να συναντάς διαρκώς πειρασμούς και προκλήσεις στη ζωή, να μην είσαι έτοιμος για οικογένεια. Εγώ όταν γνώρισα τη σύζυγό μου ένιωσα έτοιμος, ήθελα να δημιουργήσω μια βάση. Αυτό μου έλειπε. Δεν είναι η διασημότητα το επάγγελμά μου, αλλά η υποκριτική. Πρέπει να θέλεις να εισβάλει ο Τύπος στην προσωπική σου ζωή για να το κάνει. Πρέπει να τον… ερεθίζεις. Εγώ δεν το κάνω, δεν με ενδιέφερε ποτέ. Γι’ αυτό και η παρουσία των media είναι πάντα διακριτική στη ζωή μου. Είμαι καλά σε αυτή τη δουλειά γιατί δεν έχασα την ψυχή μου, δεν τα πούλησα όλα. Μόνο την τέχνη μου και το ταλέντο μου – αν έχω. Επιθυμώ η πορεία μου να είναι δημιουργική και το lifestyle μου βαρετό. Είναι πολύ πιο ισορροπημένα έτσι τα πράγματα.
-Πώς ήσαστε ως παιδί; Φανταζόσαστε ότι μια μέρα θα πρωταγωνιστούσατε σε υπερπαραγωγές όπως ο «Τζακ ο κυνηγός γιγάντων»;
Μου άρεσαν τα παραμύθια, διάβαζα πολύ, αλλά δεν φανταζόμουν τίποτε από όλα αυτά που συνέβησαν στη ζωή μου. Ο ένας ρόλος έφερε τον άλλον και άλλαξε η ζωή μου. Κανείς δεν περίμενε καταρχάς την τεράστια επιτυχία του «Trainspotting», ούτε βέβαια και εγώ. Οπότε το όνειρο του Χόλιγουντ μάλλον ήταν μακρινό και απλησίαστο. Οταν ήμουν στο σετ της παραγωγής, που είναι πραγματικά μια θεαματική 3D υπερπαραγωγή με τεράστιο μπάτζετ, υπήρχαν στιγμές που έλεγα: «Θεέ μου, το ζω τώρα αυτό ή μήπως είναι ψέματα; Μήπως είναι όντως παραμύθι;». Νιώθω απίστευτα τυχερός ως ηθοποιός που μπορώ να δουλεύω με τους καλύτερους σκηνοθέτες σε αυτή τη δουλειά. Αν και οι συνθήκες δεν είναι το ζητούμενο για μένα, διότι πολύ συχνά επιλέγω ανεξάρτητες παραγωγές, ο προϋπολογισμός των οποίων είναι αρκετά μικρός.

- Εχετε επισκεφτεί με τη σύζυγό σας την Ελλάδα;
Ναι, βέβαια. Δεν θα πω πού και πότε – δεν έχει καμία σημασία. Το μόνο που έχω να σας πω είναι ότι περάσαμε εντελώς απαρατήρητοι. (γέλια) Οχι γιατί ο κόσμος δεν αναγνωρίζει στην Ελλάδα τους σταρ του σινεμά, αλλά γιατί έτσι επιθυμούσαμε. Ήταν Ιούλιος, στην καρδιά του καλοκαιριού, και νιώσαμε ότι ο τόπος αυτός είναι ευλογημένος. Νομίζω ότι το καλοκαίρι στη χώρα σας το βλέμμα χάνεται στο γαλάζιο του Αιγαίου… Ποιος εστιάζει σε περαστικούς που μπορεί να είναι διάσημοι; Εγώ πάντως όχι!

ΠΗΓΗ: protothema.gr

Keywords
Τυχαία Θέματα