Σταυρίδης, ένας μύστης του ακραίου φιλελευθερισμού

Του ΓΙΑΝΝΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Ο Στέλιος Σταυρίδης, που έγινε αίφνης «Μr αποκρατικοποιήσεις», μας συστήθηκε ως επικεφαλής του ψηφοδελτίου επικρατείας της Δράσης του Στέφανου Μάνου στις εκλογές του Μαΐου 2012. Ενός κόμματος που ευαγγελιζόταν την ευρωπαϊκή φιλελεύθερη σοσιαλδημοκρατία. Ο τότε αρχηγός του δήλωσε, στο πλαίσιο κάποιων εξωτερικών γυρισμάτων ενός προεκλογικού σποτ, ότι «τρομοκρατείται στο ενδεχόμενο να μείνουν ζωντανά ΝΔ και ΠΑΣΟΚ».
Ο

κ. Σταυρίδης κατάφερε να επιβιώσει από μια τεράστια εκλογική ήττα της ΔΡΑΣΗΣ, που οδήγησε τον Στέφανο Μάνο στη σύνταξη και έγινε πρόεδρος της ΕΥΔΑΠ (στην… κατά Στέφανο Μάνο κυβέρνηση που, τάχα, τον τρομοκρατούσε). Στο μεσοδιάστημα, έγινε γνωστός για τη συγγνώμη που είπε στον Πέτρο Τατσόπουλο, τον οποίο προσέβαλε σε τηλεοπτική τους αντιπαράθεση. Αυτός ο «αστέρας» της πολιτικής σκηνής και της δημόσιας διοίκησης, ωστόσο, δεν προήλθε από παρθενογένεση. Οι παλαιότεροι τον θυμούνται πάντα δίπλα στον Στέφανο Μάνο, να ανεβαίνει σκαλί – σκαλί την ιεραρχία των θέσεων, περνώντας από κομβικούς θώκους που πάντοτε έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη των πραγμάτων στη δημόσια ζωή.
Τα Ελληνικά Πετρέλαια και τα διυλιστήρια στον Πύργο ήταν το crash test. Όμως, την πιο… λαμπρή του σελίδα, την έγραψε ως διευθύνων σύμβουλος της ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ, όταν στην περίοδο 1991-1992 επί δικών του ημερών στο κουμάντο της πανίσχυρης ελληνικής τσιμεντοβιομηχανίας, η εταιρεία πουλήθηκε στον ιταλικό όμιλο Caltsestruzzi. Ο κ. Σταυρίδης χαμογελούσε τότε παρά τω πλευρώ του πασίγνωστου στο πολιτικό σκηνικό της εποχής, Ιταλού Παντσαβόλτα, και έλεγε ότι έχει πετύχει επωφελείς όρους για το ελληνικό Δημόσιο, κάτι που ποτέ δεν αποδείχθηκε. Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Λίγα χρόνια αργότερα, η ιταλική Δικαιοσύνη χαρακτήρισε την εταιρεία με την οποία διαπραγματεύτηκε, και στην οποία εντέλει πούλησε την ελληνική τσιμεντοβιομηχανία, άμεσα συνδεδεμένη με την ιταλική μαφία (εφημερίδα ΕΘΝΟΣ «E» 1/2/2008). Πιο συγκεκριμένα, οδηγήθηκαν στη φυλακή ο διευθύνων σύμβουλος της Καλτσεστρούτσι, Μάριο Κολομπίνι, καθώς και οι τρεις πιο στενοί συνεργάτες του, που διηύθυναν την εταιρεία στη Σικελία και τη νότια Ιταλία.

Τα… λουκέτα
Οι εχθροί του χαρακτηρίζουν τον κ. Σταυρίδη «ακροδεξιό», ενώ οι –λίγοι σε δημόσιες τοποθετήσεις τους– φίλοι του τον χαρακτηρίζουν απλώς «τεχνοκράτη» και «καλό μάνατζερ της αγοράς». Το θέμα είναι ότι πολλές από τις εταιρείες στις οποίες έχει θητεύσει ο κ. Σταυρίδης, ακόμα και στον ιδιωτικό τομέα, «έβαλαν λουκέτο» (κλασικό παράδειγμα η κλωστοϋφαντουργία Αιγαίον» και τώρα αυτός είναι η βαριά υπογραφή της υπόθεσης «αποκρατικοποίησης»).
Ο Στέλιος Σταυρίδης θεωρείται μύστης του ακραίου νεοφιλελευθερισμού. Εκφράζονται δε επιφυλάξεις σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται η κρισιμότερη στη μεταπολεμική ιστορία της Ελλάδας για το κατά πόσον είναι το κατάλληλο πρόσωπο για τη θέση αυτή, με δεδομένο το προηγούμενο «βιογραφικό» του. Σήμερα ο ίδιος δηλώνει «πατριώτης που αγαπάει την Ελλάδα». Όμως, ακόμα και στον ιδεολογικό χώρο όπου κινείται, υπάρχουν φωνές που διατυπώνουν ενστάσεις για την τοποθέτησή του στο ΤΑΙΠΕΔ. Ωστόσο, είναι αξιοσημείωτο το ότι ο κ. Σταυρίδης παρουσιάζει μια εξαιρετική αντοχή σε ό,τι αφορά τις πολιτικές συνθήκες που αλλάζουν, ενώ ο ίδιος παραμένει «παρών» παίρνοντας ανά τακτά χρονικά διαστήματα θέσεις «κλειδιά» στον μηχανισμό.
Την περίοδο 1991-1992, η κυβέρνηση (Μητσοτάκη) ξεκίνησε τη διαδικασία της ιδιωτικοποίησης της ΑΓΕΤ Ηρακλής, που εκείνη την εποχή υφίστατο ως μία από τις μεγαλύτερες ελληνικές βιομηχανίες και με ισχυρή θέση στην παγκόσμια αγορά τσιμέντου. Ως ένας εκ των ενδιαφερομένων, εμφανίστηκε ο ιταλικός όμιλος Caltsestruzzi, με επικεφαλής τον Λορέντζο Παντσαβόλτα, ο οποίος εκείνον τον καιρό έκανε πολλές και εντυπωσιακές εμφανίσεις στην Αθήνα.

Η κατάρρευση
Ο Στέφανος Μάνος ισχυριζόταν τότε ότι η επιλογή των Ιταλών έγινε με στόχο η ελληνική τσιμεντοβιομηχανία να μην καταλήξει στους βασικούς ανταγωνιστές της, που τότε ήταν η γαλλική Lafarge και ισχυρές βιομηχανίες από τη Βόρεια Αμερική. Γνώριζε δε –όπως και ο κ. Σταυρίδης– ότι η ΑΓΕΤ ήταν μια κερδοφόρα εταιρεία, η οποία πουλιόταν σε μια ιταλική, η οποία τότε βρισκόταν υπό πλήρη κατάρρευση. Λίγα χρόνια αργότερα, ο ιταλικός όμιλος κατέρρεε οικονομικά και έβαλε πωλητήριο στην ΑΓΕΤ, η οποία εξαγοράστηκε από την κοινοπραξία Blue Circle, που λίγο αργότερα πουλήθηκε στη γαλλική Lafarge. Έτσι, την πάλαι ποτέ κραταιά ελληνική τσιμεντοβιομηχανία την απορρόφησε, σταδιακά, ένας από τους βασικούς ανταγωνιστές της Ελλάδας, στον τομέα του τσιμέντου, και σήμερα αποτελεί μία μικρή θυγατρική του γαλλικού ομίλου, με συρρικνωμένη την παραγωγή και λειτουργώντας περισσότερο ως εμπορικό υποκατάστημα… Μάλιστα, ο όμιλος μετονομάζεται σταδιακά και παίρνει το όνομα της «μητρικής» για να σβήσουν οριστικά οι μνήμες από την άλλοτε κραταιά τσιμεντοβιομηχανία.

Keywords
Τυχαία Θέματα