Ξανακάνουν την Ελλάδα… Ψωροκώσταινα

Κι ακόμη περισσότερο, δεν θα το έκανε σε μια στιγμή που τα δημόσια πανεπιστήμια είναι τα τελευταία στην Ευρώπη ως προς τη δημόσια χρηματοδότηση και ως προς τη στελέχωσή τους με ακαδημαϊκό προσωπικό.

Τα ελληνικά πανεπιστήμια, μετά από μια δεκαετή σχεδόν περίοδο λιτότητας λόγω οικονομικής κρίσης και μνημονίων, έχουν περιέλθει σε δυσχερέστατη οικονομική κατάσταση.

Δεν είναι τυχαίο ότι οι φοιτητές πέφτουν από τα παράθυρα στο ΑΠΘ επειδή δεν βρίσκουν θέσεις να καθίσουν για να παρακολουθήσουν το μάθημα. Κι αυτό επειδή δεν υπάρχουν ούτε διαθέσιμες αίθουσες, ούτε όμως και το απαραίτητο προσωπικό

ώστε να μοιραστούν οι φοιτητές σε παράλληλα ακροατήρια.

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι προ κρίσης και συγκεκριμένα την τελευταία χρονιά πριν επιβληθεί η πολιτική της λιτότητας στο ελληνικό δημόσιο, το 2010 δηλαδή, το σύνολο των 23 πανεπιστημίων ελάμβανε ως ετήσια δημόσια χρηματοδότηση 380 εκατομμύρια ευρώ. Κατά τη διάρκεια των μνημονίων, η δημόσια χρηματοδότηση συρρικνώθηκε, με το σύνολο των πανεπιστημίων να λειτουργεί με λιγότερα από 100 εκ ευρώ.

Υποχώρησε δηλαδή η συνολική δημόσια χρηματοδότηση των πανεπιστημίων και έφτασε στο 25% της αρχικής.

Σήμερα, πέντε χρόνια μετά την έξοδο από τα μνημόνια και μετά από ισάριθμους ελεύθερους προϋπολογισμούς, χωρίς τον καταναγκασμό των δανειστών, τα ίδια πανεπιστήμια μοιράζονται μεταξύ τους μόλις 126 εκατομμύρια ευρώ.

Από την άλλη μεριά οι αφυπηρετήσεις προσωπικού που δεν αναπληρώθηκαν στα χρόνια της λιτότητας, έφεραν τα πανεπιστήμια σε δυσχερέστατη θέση και ως προς τη στελέχωσή τους σε ακαδημαϊκό προσωπικό.

Με αποτέλεσμα στην Ελλάδα σήμερα κατά μέσον όρο να αντιστοιχούν 1 καθηγητής ανά 47 φοιτητές, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ευρώπη είναι ένας καθηγητής ανά 13 φοιτητές. Και όταν η γειτονική και φτωχότερη από εμάς, σύμφωνα με τη Eurostat, Βουλγαρία, έχει αναλογία έναν καθηγητή ανά 11 φοιτητές.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει συμβάλει καθοριστικά στη σημερινή φτωχοποίηση και αποστελέχωση της δημόσιας ανώτατης εκπαίδευσης, με τη συνειδητή και αυτόβουλη συνέχιση της πολιτικής της λιτότητας για τα δημόσια πανεπιστήμια και μετά την έξοδο από τα μνημόνια.

Η αύξηση της δημόσιας χρηματοδότησης του συνόλου των πανεπιστημίων κατά 30 μόλις εκατομμύρια ευρώ μετά τα μνημόνια, για την οποία επαίρεται η κυβέρνηση, είναι σταγόνα στον ωκεανό. Καθώς δεν αντιστοιχεί στην ανάκτηση ούτε του 12% της συνολικής απώλειας που αυτά είχαν στα χρόνια της λιτότητας.

Η ενοχή της κυβέρνησης προκύπτει, άλλωστε, από την ατυχή, όσο και παραπλανητική προσπάθεια του υπουργού Παιδείας, προκειμένου να διαστρεβλώσει την πραγματικότητα της υποχρηματοδότησης, να συγκρίνει τη σημερινή χρηματοδότηση όχι με εκείνη του 2010, που είναι η τελευταία χρονιά χωρίς μνημόνια, αλλά με του 2012. Με τη χρηματοδότηση δηλαδή σε μια χρονιά που η κατάρρευση των προϋπολογισμών των πανεπιστημίων λόγω λιτότητας είχε ήδη επισυμβεί.

Και σαν να μην έφταναν αυτά, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έκανε ό,τι μπόρεσε και για να συντηρήσει το μειωμένο ακαδημαϊκό προσωπικό στα ίδια χαμηλά επίπεδα των χρόνων της λιτότητας. Έτσι, ο όρος της αναπλήρωσης κάθε θέσης αφυπηρετούντος καθηγητή με μια νέα θέση Διδακτικού & Ερευνητικού Προσωπικού, (ΔΕΠ), που είχε ψηφιστεί επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, καταστρατηγήθηκε τα τελευταία χρόνια.

Αντ’ αυτού, για κάθε τρεις αφυπηρετήσεις είχαμε την αναπλήρωση των δύο μόνο εξ αυτών. Με αποτέλεσμα η μείωση του ακαδημαϊκού προσωπικού κατά 33% στα πανεπιστήμια όχι μόνο να μην ανατραπεί, αλλά να σταθεροποιηθεί στα ίδια χαμηλά επίπεδα.

Εντωμεταξύ, πέραν της υποχρηματοδότησης και της υποστελέχωσης, η κυβέρνηση εφάρμοσε και δυο πολιτικές που είχαν ως στόχο τη δυσφήμιση και την περαιτέρω συρρίκνωση των ήδη φτωχοποιημένων πανεπιστημίων.

Κατηγόρησε τα πανεπιστήμια ως άντρα ανομίας, εισάγοντας μάλιστα και τον διεθνώς πρωτότυπο θεσμό της πανεπιστημιακής αστυνομίας. Μια πολιτική που κατέρρευσε βέβαια, καθώς η πανεπιστημιακή αστυνομία αποσύρθηκε ως άνευ αντικειμένου. Έμεινε όμως η μομφή της ανομίας να κυνηγά τα εξαιρετικής ποιότητας ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια. Τα οποία διεθνώς, στις λίστες αξιολόγησης πρωταγωνιστούν, αλλά στο εσωτερικό λοιδωρούνται και καθυβρίζονται.

Και επιπλέον, απέκλεισε από τα πανεπιστήμια 20.000 νέους κάθε χρόνο, ενώ υπήρχαν διαθέσιμες θέσεις, με μια δήθεν αξιοκρατική επινόηση, τη βαθμολογική βάση. Η οποία σε μια νύχτα μετέτρεψε έναν πανελλήνιο διαγωνισμό επιλογής φοιτητών με βάση τη σειρά επιτυχίας, σε εξετάσεις διαπίστωσης της γνώσης των υποψηφίων.

Κι έρχεται σήμερα η ίδια κυβέρνηση, που έστειλε 20.000 υποψήφιους ετησίως για σπουδές στα αδιαβάθμητα κολέγια και στο εξωτερικό για λόγους δήθεν αξιοκρατικούς, να υποστηρίζει ότι νομιμοποιεί τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, για να φέρει σε αυτά τους φοιτητές που η ίδια απέκλεισε από τα δημόσια πανεπιστήμια.

Και να τους επιτρέψει να εγγραφούν, με δίδακτρα ασφαλώς, στα ιδιωτικά, με τα μισά μόρια από όσα χρειάζονται για να εισαχθούν στις αντίστοιχες σχολές των δημόσιων πανεπιστημίων.

Αν δεν ήταν συνειδητή κυβερνητική πολιτική για το άνοιγμα του δρόμου για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, θα μπορούσε να είναι μια έξυπνη κομπίνα μεταφοράς πλούτου από τις τσέπες χιλιάδων οικογενειών στα ταμεία των επιχειρηματικών ομίλων που θα ευνοηθούν από τη «μεταρρύθμιση».

Με δεδομένη αυτή την κατάσταση που εντέχνως η κυβέρνηση προκάλεσε στην ανώτατη εκπαίδευση, γίνεται σαφές ότι η Ελλάδα δεν είναι, όπως υποστηρίζει η προπαγάνδα, η μόνη χώρα που απαγορεύει τα ιδιωτικά πανεπιστήμια.

Είναι όμως η μόνη χώρα στον πλανήτη της οποία η κυβέρνηση απαξιώνει, δυσφημεί, συρρικνώνει, υποχρηματοδοτεί και υποστελεχώνει τα δημόσια πανεπιστήμια, για να στείλει πελατεία στις ιδιωτικές δομές που νομιμοποιεί παρανόμως και από την πίσω πόρτα.

Το μόνο που δεν χρειάζονταν συνεπώς σήμερα η ανώτατη εκπαίδευση ήταν η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων.

Αντίθετα, αυτό που χρειάζεται είναι η ενίσχυση της δημόσιας ανώτατης εκπαίδευσης, ώστε να σταθεί στα πόδια της.

Να διπλασιαστεί η δημόσια χρηματοδότηση σε βάθος τετραετίας και αντίστοιχα να διπλασιαστεί και το ακαδημαϊκό προσωπικό. Έτσι ώστε να ανοίξουν νέες θέσεις για τους φοιτητές που σήμερα αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη χώρα για να σπουδάσουν αλλού και να προσεγγίσουμε την ευρωπαϊκή πραγματικότητα.

Αν συνεχίσουμε έτσι, απαξιώνοντας την περιουσία του ελληνικού λαού και χαρίζοντας προνόμια σε επιχειρηματικούς ομίλους, θα παραμείνουμε ουραγοί στην Ευρώπη.

Η κυβέρνηση, με το νομοσχέδιο που επιτρέπει την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων την ώρα που τα δημόσια συρρικνώνονται και φτωχοποιούνται, παραβιάζει το σύνταγμα, καταλύει το κράτος δικαίου και καταργεί τις ίσες ευκαιρίες στη μόρφωση και στην επιστημονική γνώση.

Κι όλα αυτά προς όφελος των επιχειρηματικών ομίλων που θα εκμεταλλευτούν την ευκαιρία και θα κερδοσκοπήσουν.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα μείνει στην ιστορία ως η κυβέρνηση που γύρισε πίσω την Ελλάδα στην προ του 1960 εποχή, τότε που δεν είχε ακόμη θεσμοθετηθεί η Δωρεάν Παιδεία στη χώρα.

Μας επιστρέφουν δηλαδή στην αλήστου μνήμης εποχή της… Ψωροκώσταινας.

Γιατί μια χώρα χωρίς ισότιμη πρόσβαση στα αγαθά της Παιδείας, είναι μια χώρα χωρίς ισότιμη πρόσβαση στα αγαθά της ανάπτυξης. Και αυτό, σε μια εποχή που αποκαλείται και εποχή της οικονομίας της γνώσης, είναι δείκτης μιας χώρας χωρίς αύριο. Δηλαδή μιας… Ψωροκώνσταινας.

Πηγή: Tvxs

Keywords
Τυχαία Θέματα