Δουβλίνο ΙΙ και ανθρώπινα δικαιώματα

Στις 14 Νοεμβρίου 2013 δημοσιεύτηκε απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετική με την αίτηση ασύλου του ιρανού πρόσφυγα Kaveh Puid που έφτασε από την Τεχεράνη, μέσω Αθήνας, στη Φραγκφούρτη ο οποίος αφού ζήτησε άσυλο τέθηκε υπό κράτηση προκειμένου να επαναπροωθηθεί στην Ελλάδα.

Όμως ο Κ.Puid ξεκίνησε στη Γερμανία δικαστικό αγώνα και στηριζόμενος στο Δουβλίνο ΙΙ αλλά και στη νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ ζήτησε η αίτηση του για άσυλο να εξεταστεί στη Γερμανία και να μην επαναπροωθηθεί στην Ελλάδα διότι κατά τη γνώμη του θα μπορούσε να διατρέξει ουσιαστικό κίνδυνο να υποστεί απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση στη χώρα μας. Μάλιστα αφού κέρδισε τη δίκη σε πρώτο βαθμό και εν συνεχεία του χορηγήθηκε άσυλο η όλη υπόθεση έμελε να κριθεί μεταξύ Λουξεμβούργου και Γερμανίας. Οι γερμανικές αρχές έκαναν έφεση και η υπόθεση του τελικά έφτασε ύστερα από προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο της ΕΕ (υπόθεση C-4/11) το οποίο με την παραπάνω απόφαση του δρομολόγησε σημαντικές και ενδεχόμενα απρόβλεπτες εξελίξεις στον τρόπο εφαρμογής του περίφημου Δουβλίνο ΙΙ που ως γνωστόν έχει μετατρέψει την χώρα μας σε αποθήκη ανθρώπινων ψυχών.

Ιστορικά, το καθεστώς των προσφύγων αποτέλεσε αντικείμενο ρύθμισης σε διεθνές επίπεδο με τη σύμβαση για το καθεστώς των προσφύγων που υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951.

Στις 15 Ιουνίου 1990 τα κράτη μέλη της ΕΕ υπέγραψαν την γνωστή σύμβαση του Δουβλίνου για τον καθορισμό του κράτους μέλους που θα είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης χορήγησης ασύλου η οποία θα υποβάλλονταν σε ένα από τα κράτη μέλη των τότε Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ακολούθησε η περίφημη συνθήκη του Μάαστριχτ και στη συνεχεία η συνθήκη του Άμστερνταμ που με το άρθρο 63 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΣΕΚ), υποχρέωσε το Συμβούλιο να θεσπίσει, μεταξύ άλλων, μέτρα συμβατά με τη Σύμβαση της Γενεύης, όσον αφορά τον προσδιορισμό του υπεύθυνου κράτους μέλους για την εξέταση της αίτησης ασύλου υπηκόου τρίτης χώρας σε ένα από τα κράτη μέλη (άρθρο 78 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης -ΣΛΕΕ).

Καθοριστική όμως εξέλιξη στο ζήτημα του ασύλου αποτέλεσαν οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Τάμπερε στις 15 – 16 Οκτωβρίου 1999 όπου αποφασίσθηκε η καθιέρωση Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου που τέθηκε σε εφαρμογή με τον περίφημο Κανονισμό 343/2003 (Δουβλίνο ΙΙ) που αντικατέστησε τη Συνθήκη του Δουβλίνου.

Επίσης θα πρέπει να επισημάνουμε ότι σύμφωνα με το άρθρο 18 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ και το άρθρο 78 ΣΛΕΕ, το δικαίωμα ασύλου πρέπει να διασφαλίζεται, μεταξύ άλλων, κατά τρόπο σύμφωνο με τη Σύμβαση της Γενεύης. Στο πλαίσιο αυτό κανείς δεν επιτρέπεται να υποβληθεί σε βασανιστήρια ούτε σε απάνθρωπες ή εξευτελιστικές ποινές ή μεταχείριση.

Έτσι το σύστημα της ΕΕ στον τομέα των προσφύγων βασίζεται στην τήρηση των κανόνων του διεθνούς δικαίου συμπεριλαμβανομένης της αρχής της μη επαναπροώθησης.

Προβλέπει επίσης ότι η αίτηση ασύλου εξετάζεται από ένα μόνο κράτος μέλος και ότι, σε περίπτωση κατά την οποία ζητείται άσυλο σε άλλο κράτος εντός της ΕΕ ο αιτών μεταφέρεται στο υπεύθυνο κράτος μέλος για την εξέταση της εν λόγω αίτησης. Ο προσδιορισμός του υπεύθυνου κράτους μέλους διέπεται από το Δουβλίνο ΙΙ . Στο πλαίσιο αυτό όταν διαπιστωθεί ότι ο αιτών άσυλο πέρασε παράνομα τα σύνορα κάποιου κράτους μέλους της ΕΕ προερχόμενος από τρίτη χώρα τότε αυτό το κράτος μέλος που καταρχήν εισήλθε είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης ασύλου. Η πρόβλεψη αυτή είναι κρίσιμη για την Ελλάδα αφού οι διάφοροι πρόσφυγες που φτάνουν μέσω Ελλάδας σε άλλες χώρες της ΕΕ επαναπροωθούνται στην Αθήνα προκειμένου να εξεταστεί από την Ελλάδα η αίτηση τους για άσυλο.

Το Δικαστήριο της ΕΕ εν τέλει έκρινε ότι πράγματι η αίτηση ασύλου του Κ.Puid μπορεί να εξεταστεί και στη Γερμανία υπό τον όρο ότι το οικείο δευτεροβάθμιο γερμανικό δικαστήριο θα δεχθεί ότι μια ενδεχόμενη επανοπροώθηση του Κ.Puid στην Ελλάδα θα τον εξέθετε σε κίνδυνο απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης του από τις ελληνικές αρχές.

Στην περίπτωση αυτή δυστυχώς ανοίγει ο δρόμος για έλεγχο της Ελλάδας και από το Συμβούλιο της Ευρώπης για παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο πεδίο της απονομής ασύλου.

Έτσι και στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων το γερμανικό δικαστικό και διοικητικό σύστημα αποκτά πλέον τη διακριτική ευχέρεια να κρίνει αν και κατά πόσο η Ελλάδα αποτελεί ή όχι ασφαλή χώρα για τους αιτούντες άσυλο και δη κατά πόσο αυτοί υπόκεινται σε απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση από τις ελληνικές αρχές.

* Το άρθρο της Κατερίνας Πολυχρονάκη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Η Ελλάδα αύριο”, στις 30/11-1/12/2013

Keywords
Τυχαία Θέματα