Ποίηση, η ηχώ της κοινωνίας

Αναζητώντας την ποίηση αναζητούμε τον εαυτό μας. Διαβάζοντας ένα ποίημα που το καταλαβαίνουμε και μας αγγίζει, είναι σαν να βγαίνουμε από στενά περάσματα. Μέσα στην κερματισμένη ζωή ο ποιητής μονομαχεί με τον εαυτό του σαν να είναι σε πλημμύρα. Πιάνεται απ’ το ποίημα – σωσίβιο. Εγραψε ο Νερούδα: «Αν ένα ποίημα είναι κατανοητό σε όλους, σίγουρα δεν είναι καλό. Αν ένα ποίημα παραμένει αινιγματικό για όλους, είναι οπωσδήποτε κακό». Ο ποιητής καλείται να βρει τη χρυσή τομή, να παλεύει ασταμάτητα με τον εαυτό του και τα αισθητικά του δεδομένα, να είναι ευέλικτος με τους πειραματισμούς

και επιφυλακτικός απέναντι στην αφαιρετική, καθαρή ποίηση.

Συχνά πολλοί ποιητές παραπονιούνται πως απευθύνονται σε μια κοινωνία που δεν τους ακούει, δεν τους καταλαβαίνει, δεν μιλάει τη γλώσσα τους. Μάλλον αυτοί οι ποιητές δεν καταλαβαίνουν τη γλώσσα που μιλάει η κοινωνία.

Η κοινωνία (= ο αναγνώστης) δεν έχει μεγάλες απαιτήσεις από τους ποιητές. Θέλει στίχους που της απαλύνουν τον πόνο από τα βάσανα και τις στεναχώριες της ζωής. Θέλει τον ποιητή να στέκεται στο πλευρό της και να αντηχεί (= απηχεί) ό,τι την απασχολεί.

Δεν θέλει ποίηση μεταφυσική, μεταιχμιακή, δύσκολη, με το κέντρο της στον κόσμο του ποιητή. Θέλει ποίηση γειωμένη στο «εδώ και τώρα» της καθημερινότητάς του. Δεν την ενδιαφέρει την κοινωνία η ποίηση με βάθος, φιλοσοφικές έννοιες, νουθεσίες, κηρύγματα και υποδείξεις για το πώς θα ζήσει τη ζωή της. Αυτά τα ακούει από τους άμβωνες των εκκλησιών και από τα έδρανα της Βουλής. Θέλει ποίηση που αποκαλύπτει την κρυμμένη ομορφιά του κόσμου, ποίηση απλή με ήρωες που κάνουν το καλό, που καταγγέλλουν την κατάχρηση εξουσίας από την εξουσία. Θέλει ποίηση που την ταξιδεύει στις μνήμες, τους φόβους και τις σκοτούρες της. Θέλει το βλέμμα του ποιητή να είναι καθαρό, διεισδυτικό, ελπιδοφόρο και όχι ομφαλοσκοπικό. Γιατί οι ποιητές πάντα κερδίζουν όταν βυθίζονται εντός της κοινωνίας.

Μια δυνατή φωνή

Ο αναγνώστης (= η κοινωνία) δεν έχει ανάγκη μια ποίηση που γεννήθηκε με εξωσωματική, μακριά από τον λαό, χωρίς συλλογικό εκτόπισμα, με ιδέες όπου δεν κυριαρχούν η κατανόηση, η επίγνωση, η προσφορά.

Οι ποιητές, απευθυνόμενοι στην κοινωνία, επιστρέφουν στην πραγματικότητα, την εξετάζουν, την ανιχνεύουν.

Η αυθεντική ποίηση δεν είναι ένας ψίθυρος, μια μουρμούρα, μια κλάψα, αλλά μια δυνατή φωνή, είναι η οργανική γλώσσα του λαού, η πλήρης γνώση της χειροπιαστής εκτίμησης της ζωής, μιας ζωής με ουσία που πιστεύει στη δύναμη της τέχνης, της λογοτεχνίας, των παραδόσεων, των πολιτισμικών αξιών που μας συνδέουν με πιθανότητες, οι οποίες μέσα τους κρύβουν όχι μόνο πλάνες και αυταπάτες – προϊόντα του νου και της φαντασίας – αλλά και αλήθειες και ψέματα.

Η ποίηση δεν υπάρχει για να συμπληρώνει ένα κενό, ούτε φιλοδοξεί να κάνει παρεμβάσεις οπουδήποτε, ούτε να μάθει κάποιον να σκέφτεται ή να διαβάζει.

Ενώ οι κοινωνίες βυθίζονται στην ιδιώτευση, τον ατομικισμό, τον κομφορμισμό και την απληστία, αφήνοντας τον δημόσιο λόγο και χώρο στους έχοντες, στους κατέχοντες και στις ελίτ, οι ίδιες κοινωνίες δεν θέλουν οι ποιητές να κάνουν το ίδιο.

Δεν θέλουν να παρασύρονται από τη φτήνια της τηλεόρασης και των κοινωνικών δικτύων. Η κοινωνία θέλει την ποίηση να γίνει η γέφυρα που θα την ενώνει με τις ζωντανές πηγές της ζωής και της ανθρώπινης ύπαρξης. Θέλει αλήθειες απ’ τον ποιητή. Τώρα, αν μέσα στις αλήθειες παρεισφρέει και κανένα ψέμα, δεν χάθηκε δα ο κόσμος…

Είναι αλήθεια πως το ευρύ κοινό δεν ασχολείται με την ποίηση, ποτέ δεν ασχολιόταν. Δεν υπάρχουν σήμερα ποιητές που μπορούν να γεμίσουν γήπεδα όπως έκανε ο Παλαιστίνιος Μαχμούτ Ντάργουις. Η ποίηση δεν είναι εκεί για να διασκεδάζει, δεν υπάρχει για να φέρνει ευμάρεια, ευτυχιοκρατία, ούτε το ευ ζην. Ισως γιατί δεν εκφράζει την εικονική πραγματικότητα που προσφέρουν οι λογής λογής πλατφόρμες του Διαδικτύου, αλλά την ειλικρίνεια και την έκφραση του αυθεντικού λόγου που δίνει νόημα στη ζωή μας.

Τείχος προστασίας

Στις περίεργες εποχές των απρόβλεπτων αλλαγών που ζούμε, όπου η ποπ κουλτούρα διαμορφώνει τις κεντρικές επιλογές του ελεύθερου χρόνου με τα τα τα τα τα της, η ποίηση σηκώνει τείχος προστασίας της γλώσσας, του πολιτισμού, της κοινωνίας, χτίζει μια καλύβα για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Εγραψε ο Γιώργος Σαραντάρης: «Δεν είμαστε ποιητές σημαίνει φεύγουμε, / σημαίνει εγκαταλείπουμε τον αγώνα, / παρατάμε τη χαρά στους ανίδεους / τις γυναίκες στα φιλιά του ανέμου / και στη σκόνη του καιρού». Ο καλός ποιητής σήμερα είναι μακρόθυμος, έχει επίγνωση της πραγματικότητας, γίνεται δαυλός που φωτίζει, δεν φεύγει, δεν εγκαταλείπει τον αγώνα, είναι με την κοινωνία, αντηχεί τις αγωνίες της, γίνεται η ηχώ της.

Η Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης γιορτάζεται αύριο, Παρασκευή, στις 19.00 στο βιβλιοπωλείο Επί Λέξει, Ακαδημίας 32, με την παρουσίαση του μικρού τόμου «Τα ποιήματα του 2022» με 66 ποιητές. Ο Ντίνος Σιώτης είναι ποιητής, εκδότης του περιοδικού «Δέκατα»
Keywords
Τυχαία Θέματα