Bullying και νεανική εγκληματικότητα: Υπάρχει επιστροφή;

Τα τελευταία χρόνια δυστυχώς παρατηρείται έξαρση φαινομένων νεανικής εγκληματικότητας και bullying στην ελληνική κοινωνία. Η παραβατικότητα των ανηλίκων φαίνεται ολοένα και αυξανόμενη ενώ το κράτος και η κοινωνία μοιάζουν θεατές στην αντιμετώπιση της.

Εκατοντάδες είναι τα παιδιά τα οποία έπεσαν θύματα επιθέσεων, με τα στοιχεία να καταγράφουν αύξηση που έφτασε το 59% μέσα σε έναν χρόνο σύμφωνα με τα στατιστικά της ελληνικής αστυνομίας για το 2022.

Κατά μέσο όρο 2 μαθητές είναι θύματα ληστείας σε κάθε ημέρα του 2022. Και αν η γλώσσα των αριθμών δεν απεικονίζει με σαφήνεια

και ακρίβεια το πρόβλημα, οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί με σειρά παρεμβάσεών τους έχουν θίξει το ζήτημα και την ανάγκη για άμεση αντιμετώπισή του τα τελευταία χρόνια με επίσημες παρεμβάσεις τους στο υπουργείο παιδείας.

Αυτό το οποίο χρήζει της άμεσης προσοχής μας είναι το γεγονός ότι η διαδρομή από το ”bullying” στη νεανική εγκληματικότητα κυμαίνεται με ολοένα και πιο ταχείς ρυθμούς.

Δεν είναι μόνο το πλήθος των παραβατικών συμπεριφορών και των εγκλημάτων που τελούνται από ανηλίκους, αλλά η ποιοτική διαφορά που παρουσιάζεται στα στοιχεία, καθώς τα τελευταία χρόνια παρατηρείται έξαρση των εγκληματικών συμπεριφορών σε πραγματικά ειδεχθή εγκλήματα.

Το ζητούμενο για την πολιτεία δεν πρέπει να είναι απλά η καταγραφή των περιστατικών και η αντιμετώπισή τους σε επίπεδο καταστολής.

Οφείλουμε να δημιουργήσουμε ένα σύγχρονο, ολοκληρωμένο πλαίσιο πρόληψης και αντιμετώπισης των φαινομένων νεανικής εγκληματικότητας και να χτυπήσουμε το φαινόμενο στη ρίζα του που σχετίζεται άμεσα με την έξαρση της βίας των ανηλίκων.

Μια σύγχρονη, προοδευτική κοινωνία οφείλει να αντιμετωπίζει προληπτικά τα κοινωνικά φαινόμενα που την απασχολούν. Εδώ έρχεται ο ρόλος του  παιδοψυχολόγου και των κοινωνικού λειτουργού, τομείς που χρήζουν άμεσης ενίσχυσης από την πολιτεία.

Παράλληλα, είναι σημαντική η ψυχολογική υποστήριξη των μαθητών στα σχολεία, η οποία δυστυχώς στις ημέρες μας παραμένει άγνωστη έννοια. Ακόμη, κρίνεται σκόπιμη η προσπάθεια διαρκούς κατάρτισης των εκπαιδευτικών σχετικά με την αντιμετώπιση περιστατικών βίας.

Σε επίπεδο δικαιοσύνης, δυστυχώς, η παραβατικότητα των νέων αντιμετωπίζεται με αναχρονιστικούς όρους. Εδώ, οφείλουμε να τονίσουμε ότι τα περιστατικά bullying είναι άρρηκτα συνδεδεμένα, στις περισσότερες των περιπτώσεων, με την εγκληματικότητα των ανηλίκων, είτε ως προπομπός, είτε ως άμεση έκφραση αυτής.

Η πολυπόθητη αναμόρφωση των νέων με παραβατική συμπεριφορά φαντάζει άπιαστη. Ο σωφρονισμός, που στην περίπτωση των νέων, έχει ιδιαίτερο χαρακτήρα, και αποτελεί άμεση ανάγκη, δυστυχώς δεν μπορεί να πραγματωθεί στο υπάρχον σωφρονιστικό πλαίσιο, καθώς οι ελλείψεις σε δομές πρόληψης, αλλά και αντιμετώπισης τέτοιων φαινομένων, δυστυχώς δημιουργούν έναν ατέρμονο κύκλο, με αποτέλεσμα έφηβοι που παρανομούν να εξελίσσονται σε νεαρούς ενήλικες που συνεχίζουν να επιδεικνύουν παραβατική συμπεριφορά.

Εύλογα λοιπόν τίθεται το ερώτημα, πως αντιμετωπίζεται η κατάσταση;

Πρωταρχικό και κύριο ζήτημα είναι, αρχικά, η ενημέρωση των νέων και η δημιουργία ασφαλών χώρων που καλλιεργούν περιβάλλον εμπιστοσύνης. Στα σχολεία, ιδανικά και στο σπίτι.

Πρέπει να πείσουμε τα παιδιά μας να μιλάνε. Να μιλάνε στους γονείς, στους δασκάλους, στους φίλους τους και να δημιουργηθεί κουλτούρα μηδενικής ανοχής στην βία. Πρέπει να μάθουμε τα παιδιά και τους νέους να ζητούν βοήθεια, και ως θύματα, αλλά και ως δυνητικοί θύτες, και να ξέρουν ότι θα την έχουν. Να ξέρουν ότι θα είναι καλύτερα αν δεν εθελοτυφλήσουν και αν δεν κρυφτούν.

Τέλος, η ενημέρωση αφορά και το νομικό πλαίσιο, το οποίο δεν μπαίνει στη συζήτηση και οι ανήλικοι θύτες συχνά δεν γνωρίζουν με ακρίβεια και υποτιμούν, στη λογική ότι η βία είναι κάτι που συμβαίνει μαζικά, άρα δεν έγινε και τίποτα.

Τα σχολικά περιβάλλοντα οφείλουν να μορφώνουν τα παιδιά, ώστε κανένας νέος να μην μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν γνώριζε την απαξία και τις νομικές συνέπειες μιας πράξης βίας, ή κάποιου άλλου αδικήματος. Αλλιώς, οδηγούμαστε στη κανονικοποίηση βίαιων συμπεριφορών, όπως βλέπουμε να συμβαίνει σήμερα.

Προκειμένου να υπάρχει πραγματική άμεση στήριξη και βοήθεια σε αυτές τις περιπτώσεις, χρειάζεται ριζική αναμόρφωση των κοινωνικών δομών και των δομών ψυχικής υποστήριξης που πρέπει να στηριχτούν άμεσα από την πολιτεία. Σε αυτή την προσπάθεια είναι σημαντικός και ο ρόλος των γονέων.

Οι γονείς οφείλουν, ως ενεργοί πολίτες, να συμμετέχουν όχι μόνο στην εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά και να στηρίζουν κάθε προσπάθεια των εκπαιδευτικών για τη βελτίωση των υποστηρικτικών υπηρεσιών.

Οι γονείς πρέπει και εκείνοι να αναπτύξουν σχέσεις εμπιστοσύνης με τους αρμόδιους θεσμούς και να προλαμβάνουν καταστάσεις, αναγνωρίζοντας και απευθυνόμενοι στους ειδικούς για προειδοποιητικά σημάδια.

Τέλος, σε επίπεδο αναθεώρησης του Ποινικού Δικαίου και του Σωφρονιστικού Συστήματος, ο σύγχρονος νομοθέτης οφείλει να προτάξει την αναμόρφωση και την εκπαιδευτική διαδικασία, έναντι του σωφρονισμού και της καταστολής που καταδικάζει πολλές φορές τους νέους στην διαιώνιση της βίας.

Το άρθρο υπογράφει η Ρωξάνη Μπέη, Δικηγόρος, Δημοτική Σύμβουλος στο Δήμο Αθηναίων από το 2019 και Αντιπρόεδρος του ΚΥΑΔΑ, μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ -ΚΙΝΑΛ και Υποψήφια Βουλευτής στην Α’ Αθηνών με το ΠΑΣΟΚ -ΚΙΝΑΛ στις ερχόμενες εκλογές

Διαβάστε επίσης: 

Οι κίνδυνοι που κρύβει το Tik Tok: Τι πρέπει να προσέξουν οι γονείς και τα παιδιά!

Δεν είναι μόνο η μαμά. Υπάρχει και ο μπαμπάς!

Keywords
Τυχαία Θέματα