Δέκα τοις εκατό υψηλότερα από το μέσο όρο της ΕΕ πληρώνουμε την ενέργεια

Η ελληνική οικονομία τα επόμενα χρόνια θα πρέπει να αναπτύσσεται χωρίς να αυξάνει την κατανάλωση ενέργειας: αυτός είναι ένας από τους κεντρικούς στόχους του Εθνικού Ενεργειακού Σχεδιασμού, προκειμένου να εκπληρωθούν οι περιβαλλοντικές υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η χώρα μας στο πλαίσιο της ΕΕ.
Από την Μ. Δευτέρα ξεκίνησε στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας η πρώτη ημερίδα διαβούλευσης για τον Ενεργειακό Σχεδιασμό, με συμμετοχή του υπουργού, Γιώργου Σταθάκη, του αναπληρωτή υπουργού, Σωκράτη

Φάμελλου και του γενικού γραμματέα Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών, Μιχάλη Βερροιόπουλου, ο οποίος είναι πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για την Ενέργεια και το Κλίμα.
Η Επιτροπή συγκροτήθηκε πρόσφατα και από την καταγραφή των δεδομένων που έχει κάνει ως τώρα, προκύπτει ότι κατά την περίοδο 2005-2015 η τελική κατανάλωση ενέργειας στη χώρα μας μειώθηκε κατά 21,3 %, στα 16,5 εκατ. τόνους Ισοδύναμου Πετρελαίου (ΤΙΠ). Επίδοση που οφείλεται κατά κύριο λόγο στην οικονομική κρίση και η πρόκληση που ανακύπτει σήμερα είναι να διατηρηθεί η ενεργειακή κατανάλωση στο ίδιο επίπεδο – ή να ελαχιστοποιηθεί η αύξησή της – ενώ η οικονομία σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις θα αναπτύσσεται.
Οι προσκλήσεις
Στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο ενεργειακός τομέας, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε την περασμένη εβδομάδα η ηγεσία του ΥΠΕΝ στις Επιτροπές Παραγωγής – Εμπορίου και Περιβάλλοντος της Βουλής περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων το κόστος της ενέργειας (10 % υψηλότερο από το μέσο όρο της ΕΕ σε όρους αγοραστικής δύναμης), η μεγάλη ενεργειακή εξάρτηση (35 % μεγαλύτερη σε σχέση με το μέσο όρο της ΕΕ), η αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας, το μεγάλο μερίδιο των πετρελαϊκών προϊόντων στην ακαθάριστη εγχώρια κατανάλωση, το υψηλό μερίδιο ρυθμιζόμενων χρεώσεων και φόρων στην ηλεκτρική ενέργεια, κ.α.
Κ. Βουτσαδάκης

Keywords
Τυχαία Θέματα