Αδιανόητα όσα έγιναν από τη δικαιοσύνη με την απόρριψη έγκλησης κατά Τριαντόπουλου

Από το loninja.grΑδιανόητες καταστάσεις εξελίσσονται στην υπόθεση του εγκλήματος των Τεμπών. Την Παρασκευή 5 Απριλίου 2024, ο ενημερωτικός ιστότοπος in.gr αποκάλυψε ότι η Εισαγγελία Πρωτοδικών Λάρισας εξέδωσε απορριπτική διάταξη για την έγκληση την οποία είχαν καταθέσει συγγενείς θυμάτων κατά του Υφυπουργού Κλιματικής Κρίσης & Πολιτικής Προστασίας Χρήστου Τριαντόπουλου και της Υφυπουργού Τουρισμού Έλενας Ράπτη, για το "μπάζωμα" του χώρου του εγκλήματος.Όπως μεταδίδει το in.gr, η έγκληση των συγγενών των θυμάτων αφορούσε στα ποινικά αδικήματα της παράβασης καθήκοντος (259
του Ποινικού Κώδικα) και της υπόθαλψης εγκληματία (231 του Ποινικού Κώδικα). Η αρχειοθέτηση έγινε, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του in.gr, ύστερα από την διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης.Όλα λάθος!Όπως αναλύουμε και στα άρθρα μας-- Τέμπη: Όχι, η δικαιοσύνη ΔΕΝ κάνει έρευνα για τον Καραμανλή, ούτε είναι προαπαιτούμενο για να του ασκήσει δίωξη η Βουλή και-- Τέμπη: Συγκάλυψη, Παραπληροφόρηση, Ευθύνη υπουργών, Βουλευτική ασυλία και Παραγραφήη δικαστική εξουσία, όχι μόνο δεν διερευνά τυχόν ποινικές ευθύνες μελών της κυβέρνησης αλλά της απαγορεύεται να το κάνει. Και τούτο διότι, σύμφωνα με το Σύνταγμα, την δικαστική εξουσία κατά μελών της κυβέρνησης την ασκεί η Βουλήκαι όχι τα δικαστήρια.Σε περίπτωση που η δικαστική εξουσία "σκοντάψει", στο πλαίσιο άλλης έρευνας, σε τυχόν ποινικές ευθύνες μέλους της κυβέρνησης τότε πρέπει να διαβιβάσει αμελλητί την δικογραφία στην Βουλή για να αποφασίσει αν θα ενεργοποιήσει την διαδικασία του άρθρου 86 του Συντάγματος. Το ίδιο πρέπει να κάνει ο εισαγγελέας και σε περίπτωση που κατατεθεί μήνυση ή έγκληση κατά μελών της κυβέρνησης. Ήδη, λοιπόν, προκύπτει αβίαστα ότι η Εισαγγελία Πρωτοδικών Λάρισας υπερέβη την εξουσία της με την διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης κατά μελών της Κυβέρνησης.Προκαταρκτική εξέτασηΣτο ρεπορτάζ του in.gr αναφέρεται ότι "Η εισαγγελική διάταξη κάνει λόγο για προκαταρκτική εξέταση που διενεργήθηκε -και στην οποία έχει αποσαφηνιστεί βάσει του άρθρου 62 ότι δεν μπορεί να κληθεί ή να καταθέσει έγγραφα βουλευτής- για να καταλήξει στην απόρριψη της έγκλησης των συγγενών των θυμάτων".Η αναφορά ότι διενεργήθηκε προκαταρκτική εξέταση είναι πολλαπλώς προβληματική.Κατά το άρθρο 243 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, με την προκαταρκτική εξέταση επιδιώκεται η συλλογή των αναγκαίων αποδεικτικών στοιχείων για να αποφασισθεί αν πρέπει να κινηθεί η ποινική δίωξη και κατά την διενέργειά της μπορούν να χρησιμοποιηθούν όλα τα αποδεικτικά μέσα και να διενεργηθούν όλες οι ανακριτικές πράξεις.Αυτό που προκύπτει από την παραπάνω διάταξη είναι ότι η προκαταρκτική εξέταση συνιστά διερεύνηση ενδεχόμενου ποινικού αδικήματος. Η προκαταρκτική εξέταση πάντοτε προηγείται της τυχόν άσκησης ποινικής δίωξης.Όμως, κατά το άρθρο 86 παρ. 2 του Συντάγματος, τέτοια ποινική διερεύνηση μπορεί να κάνει μόνο η Βουλή κι όχι η δικαστική εξουσία. Για την διερεύνηση ποινικών ευθυνών υπουργών, η Βουλή συγκροτεί επιτροπή προκαταρκτικής εξέτασης η οποία έχει όλες τις αρμοδιότητες του εισαγγελέα πρωτοδικών όταν αυτός ενεργεί προκαταρκτική εξέταση (άρθρο 156 του Κανονισμού της Βουλής και άρθρο 5 παρ. 5 Ν. 3126/2003).Περαιτέρω, η απαγόρευση οποιασδήποτε διερεύνησης τυχόν ποινικών ευθυνών μελών κυβέρνησης, προβλέπεται ρητά και με το άρθρο 4 παρ. 1 του Ν. 3126/2003 (νόμος περί ευθύνης υπουργών) το οποίο προβλέπει ξεκάθαρα ότι απαγορεύεται και η προκαταρκτική εξέταση: 1. Δεν επιτρέπεται προκαταρκτική εξέταση, ποινική δίωξη, προανάκριση ή Ανάκριση κατά Υπουργού, για τις αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 παρ. 1, χωρίς προηγούμενη Απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής κατά τα άρθρα 5 και 6 του παρόντος.Η διάταξη είναι σαφέστατη. Το συμπέρασμα το οποίο προκύπτει είναι ότι όταν πρόκειται για τυχόν ποινικές ευθύνες μέλους της κυβέρνησης, προκαταρκτικήεξέταση διενεργεί αποκλειστικά η Βουλή, η οποία ασκεί δικαστικές αρμοδιότητες (αρμοδιότητες Εισαγγελέα) και όχι ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών. Επομένως, δεν είναι σύνομη η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Λάρισας.Τα αυτά προκύπτουν και από την υπ' αρ. 4/2003 Εγκύκλιο του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου στην οποία αναφέρεται ότι:Οι δικαστικές αρχές δεν επιτρέπεται να ενεργήσουν προκαταρκτική εξέταση, προανάκριση ή ανάκριση κατά Υπουργού χωρίς προηγούμενη απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής, για πλημμελήματα ή κακουργήματα που τελούνται κατά την άσκηση των καθηκόντων του και εκδικάζονται από το προβλεπόμενο Ειδικό Δικαστήριο. Σε κάθε περίπτωση, αν ερευνηθούν τυχόν ποινικές ευθύνες του Τριαντόπουλου αυτές θα αφορούν πράξεις ή παραλείψεις του στο πλαίσιο της εκτέλεσης των υπουργικών καθηκόντων δηλ. στο πλαίσιο της ποινικής ευθύνης υπουργών του άρθρου 86 του Συντάγματος κι όχι στο πλαίσιο της "βουλευτικής ασυλίας". Συνεπώς, δεν βρίσκει εφαρμογή στην περίπτωσή του Τριαντόπουλου η διάταξη του άρθου 62 του Συντάγματος και, ως εκ τούτου, ούτε και η διάταξη του άρθρου 56 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας με συνέπεια να μην μπορεί να γίνει οποιαδήποτε διερεύνηση για αυτόν από τις δικαστικές αρχές.Αξιολόγηση αποδεικτικού υλικούΤο θεσμικό πλαίσο για την ευθύνη μελών της κυβέρνησης δεν απαγορεύει απλώς οποιαδήποτε ποινική διερεύνηση από την δικαστική εξουσία αλλά, επιπλέον, απαγορεύει και την οποιαδήποτε αξιολόγηση τυχόν αποδεικτικού υλικού το οποίο βρέθηκε με οποιοδήποτε τρόπο στις δικαστικές αρχές.Συγκεκριμενα, το άρθρο 4 παρ. 4 του Ν. 3126/2003 απαγορεύει σε αυτόν που διενεργεί την έρευνα (για άλλα πρόσωπα) την αξιολόγηση των στοιχείων που έχουν σχέση με ενδεχόμενη ποινική ευθύνη Υπουργών:4. Σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται σε αυτόν που διενεργεί την έρευνα ή την εξέταση αξιολόγηση των στοιχείων που έχουν σχέση με ενδεχόμενη ποινική ευθύνη Υπουργών.Πρόκειται λοιπόν για ζητήματα γνωστά τα οποία έχουν λυθεί εδώ και περίπου 2 δεκαετίες. Ήδη, από το 2009, στην από 08.04.2009 Ανακοίνωση της Ένωσης Εισαγγελέων, η οποία είχε εκδοθεί με αφορμή την υπ' αρ. 4/2003 Εγκύκλιο του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, αναφέρεται ότι:5. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν ήθελε θεωρηθεί συνταγματικά συμβατή η ανωτέρω εγκύκλιος, ο εισαγγελέας Α.Π. έχει καθαρά διαβιβαστικό ρόλο και ασφαλώς δεν δικαιούται να αξιολογήσει και να κρίνει την επάρκεια ή τη βασιμότητα των στοιχείων. Άλλωστε, τέτοιο δικαίωμα αξιολόγησης – όπως προαναφέρθηκε – δεν έχει ούτε ο αρμόδιος εισαγγελέας που ενεργεί την έρευνα.Επομένως, το πρόβλημα δεν είναι απλά ότι η Εισαγγελία Πρωτοδικών Λάρισας διενήργησε (απαγορευμένη) προκαταρκτική εξέταση αντί να διαβιβάσει την δικογραφία αμελλητί στην Βουλή, αλλά και το ότι προέβη σε αξιολόγηση του υλικού το οποίο συνελέχθη και μάλιστα, από την αξιολόγηση αυτή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πρέπει η έγκληση να αρχειοθετηθεί.Περιορισμένο οιονεί δεδικασμένοΣτις περιπτώσεις αρχειοθέτησης μήνυσης ή έγκλησης, κατά τις διατάξεις των άρθρων 43 παρ. 3 & 4 και 51 παρ. 2 & 3 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, παράγεται περιορισμένο οιονεί δεδικασμένο το οποίο παρέχει το δικαίωμα απόρριψης κάθε νέας καταγγελίας, κατά των ίδιων προσώπων, που βασίζεται στα ίδια πραγματικά περιστατικά ή με επουσιώδη παραλλαγή ή συμπλήρωση και στα ίδια αποδεικτικά στοιχεία ή και σε ασήμαντη προσθήκη αυτών, σαν νομικά αστήρικτη.Το οιονεί αυτό δεδικασμένο που προκύπτει δεσμευτικό, έχει οιονεί δικαιοδοτικό χαρακτήρα και γίνεται δεκτό πως κάμπτεται μόνον εάν ήθελε προκύψουν νεώτερα ουσιώδη ή άγνωστα πραγματικά περιστατικά που δικαιολογούν την επανεξέταση της υπόθεσης (βλ. ενδεικτικά ΑΠ 420/2023, ΑΠ 609/2019, ΑΠ 1120/2018 κλπ).Από τα παραπάνω προκύπτει ότι εάν ήθελε υποτεθεί νόμιμη η αρχειοθέτηση την οποία επιχειρεί η Εισαγγελία Πρωτοδικών Λάρισας τότε, για το σκέλος που αφορά σε τυχόν ποινικές ευθύνες του Τριαντόπουλου και της Ράπτη, θα παραχθεί περιορισμένο οιονεί δεδικασμένο για αυτούς. Δηλαδή, με απλά λόγια, θα έχουν "καθαρίσει" από οποιαδήποτε ποινική ευθύνη και δεν θα υπάρχει καμία δυνατότητα επανεξέτασης των τυχόν ποινικών ευθυνών τους.Μάλιστα, περιορισμένο οιονεί δεδικασμένο θα παραχθεί και στην περίπτωση κατά την οποία οι εγκαλούντες συγγενείς των θυμάτων δεν κάνουν προσφυγή κατά της απορριπτικής διάταξης εντός της προθεσμίας των 15 ημερών από την επίδοση της ή εάν την κάνουν και απορριφθεί.in rem δίωξη για το "μπάζωμαΘέτουμε και τον εξής προβληματισμό. Η Εισαγγελία Πρωτοδικών Λάρισας ήδη ερευνά και την υπόθεση του "μπαζώματος" και έχει ήδη ασκηθεί ποινική δίωξη κατά του πρώην Περιφερειάρχη Θεσσαλίας Κώστα Αγοραστού για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος.Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, η κυρία Καρυστιανού ανέφερε ότι ο Τριαντόπουλος έδωσε την εντολή για το "μπάζωμα". Συνεπώς, αν και εφόσον υφίσταται ευθύνη του Τριαντόπουλου για το μπάζωμα, αυτή θα είναι σε επίπεδο συμμετοχής στην ίδια πράξη και για τα αυτά περιστατικά για τα οποία ασκήθηκε η δίωξη στον Αγοραστό.Η ποινική δίωξη ασκείται "in rem" δηλ. στην πράξη κι όχι "in personam" δηλ. στον δράστη. Για το ίδιο βιοτικό γεγονός, δηλ. για τα αυτά πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν το "μπάζωμα" και για την ίδια πράξη (δηλ. για παράβαση καθήκοντος), η υπόθεση βρίσκεται ήδη στο στάδιο της άσκησης δίωξης.Εκτιμούμε, λοιπόν, ότι η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Λάρισας για Τριαντόπουλο και Ράπτη δεν ήταν δικονομικώς επιτρεπτή και για τον επιπλέον λόγο ότι υφίσταται ήδη δημιουργηθείσα εκ της ποινικής διώξεως εκκρεμοδικία (βλ. σχετικά και Εγκ.Εισ.ΑΠ 12/2007) και συνεπώς δεν επιτρέπεται παράλληλη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, αυτεπάγγελτης προανάκρισης κλπ. Εξάλλου, όπως αναφέρεται και παραπάνω, η προκαταρκτική εξέταση πάντοτε προηγείται της ποινικής δίωξης και αποσκοπεί στην συλλογή αποδεικτικού υλικού για να αποφασιστεί αν πρέπει να ασκηθεί η δίωξη. Στην προκειμένη περίπτωση έχει ήδη ασκηθεί ποινική δίωξη για την αυτή πράξη.Ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας ΦλωρίδηΕπειδή, όπως αναφέρει το ρεπορτάζ του in.gr, πραγματοποιήθηκε προκαταρκτικήεξέταση, για την απόρριψή της φαίνεται να εφαρμόστηκε η διάταξη του άρθρου 51 παρ. 3 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας σύμφωνα με την οποία:3. Αν ενεργήθηκαν προκαταρκτική εξέταση ή αυτεπάγγελτη προανάκριση κατά το άρθρο 245 παρ. 2 ή ένορκη διοικητική εξέταση και ο εισαγγελέας κρίνει ότι δεν προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την κίνηση της ποινικής δίωξης, απορρίπτει την έγκληση με διάταξή του, η οποία περιλαμβάνει συνοπτική αιτιολογία και επιδίδεταιστον εγκαλούντα.Οι συγγενείς των θυμάτων έχουν το δικαίωμα να προσφύγουν κατά της απορριπτικής διάταξης ενώπιον του Εισαγγελέα Εφετών, μέσα σε προθεσμία 15 ημερών από την επίδοση της  διάταξης, σύμφωνα με το άρθρο 52 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.Εκτίμησή μας είναι ότι θα πρέπει ο Εισαγγελέας Εφετών να διαπιστώσει το μη σύννομο της διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης και να επιστρέψει την δικογραφία στην Εισαγγελία Πρωτοδικών προς διαβίβασή της αμελλητί στη Βουλή.Επιπλέον, σε σχέση με την 4/2003 Εγκύκλιο του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου με την οποία διατύπωσε την άποψη ότι η αμελλητί διαβίβαση στην Βουλή δικογραφιών που αφορούν υπουργούς πρέπει να γίνεται μέσω αυτού, η εκτίμησή μας είναι ότι η ορθότερη άποψη είναι εκείνη την οποία είχε εκφράσει η Ένωση Εισαγγελέων το 2009 ότι δηλαδή κάθε εισαγγελέας (ανεξαρτήτως βαθμού) που ενεργεί προανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση, όχι απλώς έχει τη νομική δυνατότητα, αλλά την υποχρέωση να διαβιβάσει ο ίδιος αμελλητί στη Βουλή κάθε στοιχείο που σχετίζεται με ενδεχόμενη ποινική ευθύνη υπουργού χωρίς την παρεμβολή ή την αξιολόγηση των στοιχείων από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.1. Παράβολο 350 ευρώΟι εγκαλούντες συγγενείς των θυμάτων, θα πρέπει να καταθέσουν παράβολούψους τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ για την εξέταση της προσφυγής τους από τον Εισαγγελέα Εφετών διότι αλλιώς αυτή θα απορριφθεί ως απαράδεκτη, με αποτέλεσμα την αρχειοθέτηση της υπόθεσης και την παραγωγή περιορισμένου οιονεί δεδικασμένου για Τριαντόπουλο και Ράπτη.Το ύψος του παραβόλου, με τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας του 2019, ήταν στα διακόσια πενήντα (250) ευρώ και αναπροσαρμόστηκε από την Κυβέρνηση Μητσοτάκη στα τριακόσια πενήντα (350) ευρώ με το νομοσχέδιο Φλωρίδη.Όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου Φλωρίδη, η αύξηση του παραβόλου "αποσκοπεί αφενός μεν, στο να είναι ανάλογο και σε σχετική αντιστοιχία, το ύψος του ποσού, με τη δαπάνη που προκαλείται στον μηχανισμό της δικαιοσύνης από την άσκοπη κινητοποίηση των λειτουργών και των υπαλλήλων της, με αβάσιμες ή παρελκυστικές προσφυγές, αφετέρου δε, στο να αποθαρρύνει από τη διεκπεραιωτική και καταχρηστική κατάθεση του ένδικου βοηθήματος, τους εγκαλούντες εκείνους, που δεν έχουν στην κατοχή της ουσιαστικά ή νομικά επιχειρήματα και αποδεικτικά στοιχεία, ικανά να ανατρέψουν την αρχειοθέτηση της δικογραφίας".Συγχαρητήρια στον Φλωρίδη και στους εμπνευστές της διάταξης οι οποίοι επιβαρύνουν με επιπλέον 100 ευρώ τις οικογένειες των νεκρών. Σίγουρα κάποιοι θα πουν "Μα, εάν γίνει δεκτή η προσφυγή, θα επιστραφεί το παράβολο". Για να επιστραφεί όμως, πρέπει πρώτα να καταβληθεί σε πραγματικά χρήματα. Πρέπει πρώτα να βγουν πραγματικά χρήματα από τις τσέπες των συγγενών. Η λέξη ντροπή δεν είναι αρκετή.Η αύξηση του κόστους πρόσβασης στην δικαιοσύνη ήταν μεταξύ των προτάσεων και της Ένωσης Εισαγγελέων η οποία τον Ιούλιο του 2013, με το από 09.07.2013 υπ' αρ. πρωτ. 77 υπόμνημα προτάσεων προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης Χαρ. Αθανασίου, ζητούσε την αναθεώρηση του κόστους πρόσβασης στη δικαιοσύνη, η οποία είναι μεν “ελεύθερη” αλλά όχι δωρεάν (Εισαγγελικός Λόγος Τ65 2013).Μάλιστα, στην από 18.01.2024 ανακοίνωσή της για το νομοσχέδιο Φλωρίδη, η Ένωση Εισαγγελέων παρέθετε τις προτάσεις της οι οποίες "υιοθετήθηκαν και αποτυπώνονται στο σχέδιο νόμου", μεταξύ των οποίων και:"Η αύξηση των ποσών των προβλεπόμενων παραβόλων για την άσκηση προσφυγών, καθώς και η αύξηση των ποσών των δικαστικών εξόδων, ιδίως σε περιπτώσεις συνεχούς υποβολής αβάσιμων μηνύσεων (βλ. άρθρα 56 και 72 του σχεδίου νόμου"Η γενικότερη αύξηση του κόστους και των δικαστικών εξόδων, σύμφωνα με την Ένωση Εισαγγελέων, θα βοηθούσε και σε κάτι άλλο:"Αναθεώρηση του θεσμού: (i) της αναστολής της ποινής (άρθρο 99 Ποινικού Κώδικα), (ii) της μετατροπής της ποινής σε χρηματική (όταν δεν αναστέλλεται η ποινή, άρθρο 82 Ποινικού Κώδικα) και (iii) των επιβαλλόμενων δικαστικών εξόδων, ώστε να εξασφαλιστεί ότι όταν τίθεται σε κίνηση ο δυσκίνητος και δαπανηρός μηχανισμός του Συστήματος Ποινικής δικαιοσύνης, αυτό δεν θα γίνεται ανέξοδαγια το διάδικο (τουλάχιστον τον ηττώμενο), ο οποίος θα καλείται με ορθολογικό τρόπο να μετέχει στην κάλυψη της δαπάνης που προκαλεί. Με του τρόπο αυτό, όπως ήδη έχουμε υποστηρίξει σε προηγούμενες συναντήσεις μας με προκατόχους σας, είναι δυνατόν να εξευρεθούν και «ισοδύναμα μέτρα» που θα επιτρέψουν τη βελτίωση του μισθολογίου μας, το οποίο —ως γνωστόν έχει περικοπεί σε ποσοστό που συνολικά υπερβαίνει το 50%." (βλ. το από 09.07.2013 Αριθμ. Πρωτ.: 77 υπόμνημα προς τον Υπ. Δικαιοσύνης Χαράλαμπο Αθανασίου, Εισαγγελικός Λόγος Τ65 2013)Διαβάστε περισσότερα στο άρθρο μας Ένωση Εισαγγελέων 2012-2013: Το ποινικό δίκαιο ως μέσο αύξησης δημοσίων εσόδων2. Συνοπτική αιτιολογία απόρριψης έγκλησηςΣύμφωνα με το άρθρο 51 παρ. 3 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, όταν ο εισαγγελέας απορρίπτει την έγκληση, η απορριπτική διάταξη περιλαμβάνει συνοπτική αιτιολογία και επιδίδεται στον εγκαλούντα.Με τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας του 2019, ο οποίος τόσο λοιδορήθηκε, προβλέπονταν η απόρριψη της έγκλησης με αιτιολογημένη διάταξη ήτοι με ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη διάταξη κι όχι με συνοπτική ατιολογία.Η τροποποίηση αυτή έγινε από την Κυβέρνηση Μητσοτάκη με το άρθρο 39 του Ν. 4947/2022 και σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση αρκεί η συνοπτική αιτιολόγηση διότι "έχει προηγηθεί προανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση ή ένορκη διοικητική εξέταση και κατά τούτο έχει γίνει η απαραίτητη επεξεργασία της έγκλησης και της σχηματισθείσας δικογραφίας".Θα πρέπει να τονιστεί ότι και αυτή η αλλαγή στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας περί συνοπτικής αιτιολόγησης, είναι από εκείνες τις οποίες είχε προτείνει (.doc) τον Αύγουστο του 2019 και η Ένωση Εισαγγελέων.Η αιτιολόγηση είναι κρίσιμη και για την άσκηση προσφυγής διότι περιέχει τον πλήρη συλλογισμό της κρίσης του δικαστικού λειτουργού και διευκολύνεται ο έλεγχος της κρίσης αυτής σε περίπτωση άσκησης τακτικών ή οιονεί ένδικων μέσων. Για την σημασία της αιτιολόγησης, παραπέμπουμε στην παρακάτω περικοπή του Καρρά(Αργ. Καρράς 2019 "Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο", 6η έκδοση, σελ. 34 επ.):Σύμφωνα με το άρθρο 93, παρ. 2, εδ, α’ Σ. κάθε δικαστική απόφαση πρέπει να είναι ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη. Η θεμελιώδης αυτή αρχή της αιτιολόγησης κατοχυρώνεται περαιτέρω σε πλήρη έκταση και στην ποινική δίκη με τη διάταξη του άρθρου 139, σύμφωνα με την οποία οι αποφάσεις, οι ποινικές διαταγές και τα βουλεύματα -δηλαδή οι αποφάσεις των δικαστικών συμβουλίων (βλ. άρθρο 138, παρ. 1, εδ. δ’.)- καθώς και οι διατάξεις του ανακριτή και του εισαγγελέαπρέπει να είναι ειδικώς και εμπεριστατωμένως αιτιολογημένες χωρίς εξαίρεση, ανεξάρτητα του αν αυτό απαιτείται ειδικά από τον νόμο ή αν είναι οριστικές ή παρεμπίπτουσες ή αν η έκδοσή τους αφήνεται στη διακριτική, ελεύθερη ή ανέλεγκτη κρίση του δικαστή που τις εξέδωσε, ενώ ρητά ορίζεται ότι μόνη η επανάληψη της διατύπωσης του νόμου δεν αρκεί για την αιτιολογία. [..] Η δικαιολογητική βάση της καθιέρωσης της υποχρέωσης αιτιολόγησης -και μάλιστα ειδικώς και εμπεριστατωμένως- συνίσταται κυρίως στην επιδίωξη αντιμετώπισης της ενδεχόμενης αυθαιρεσίας των αντίστοιχων οργάνων απονομής της ποινικής δικαιοσύνης κατά τον σχηματισμό της κρίσης τους, γεγονός που συμβάλλει αποφασιστικά στην εμπέδωση της εμπιστοσύνης τόσο των διαδίκων όσο και των πολιτών στην ορθή απονομή της ποινικής δικαιοσύνης, ενώ παράλληλα διευκολύνεται ο έλεγχος της κρίσης αυτής σε περίπτωση άσκησης ένδικων μέσων και τέλος εξαναγκάζει τον κρίνοντα σε προσεκτική διερεύνηση της υπόθεσης.Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε κατά πόσο η απορριπτική διάταξη του Εισ. Πλημ Λάρισας περιέχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Το πλαίσιο όμως το οποίο δημιούργησε η Κυβέρνηση Μητσοτάκη στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας δεν ευνοεί τον επανέλεγχο της κρίσης των δικαστικών λειτουργών. Αντιθέτως, θεωρούμε ότι θέτει εμπόδια.3. Απόρριψη μήνυσης χωρίς κανέναν έλεγχοΟ Κώδικας Ποινικής Δικονομίας του 2019 (Ν. 4620/2019) προέβλεπε στο άρθρο 43 παρ. 3 ότι εάν ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών αρχειοθετούσε την μήνυση επειδή αυτή δεν στηρίζεται στον νόμο ή είναι προφανώς αβάσιμη στην ουσία της ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης, τότε έπρεπε να υποβάλλει την δικογραφία στον Εισαγγελέα Εφετών ο οποίος έκανε έλεγχο της αρχειοθέτησης.Κατόπιν, εάν ο Εισαγγελέας Εφετών δεν συμφωνούσε με την αρχειοθέτηση είχε την υποχρέωση είτε να παραγγείλει προκαταρκτική εξέταση αν επρόκειτο για κακούργημα ή πλημμέλημα για το οποίο αυτή είναι υποχρεωτική, είτε την άσκηση ποινικής δίωξης στις λοιπές περιπτώσεις.Η Κυβέρνηση Μητσοτάκη, με τον Ν. 5090/2024 ψήφισε το νομοσχέδιο Φλωρίδη και κατήργησε τον έλεγχο αυτών των αρχειοθετήσεων από τον Εισαγγελέα Εφετών.Ειδικότερα, τροποποίησε το άρθρο 43 παρ. 3 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας έτσι ώστε αν η μήνυση ή η αναφορά δεν στηρίζεται στον νόμο ή είναι προφανώς αβάσιμη στην ουσία της ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών τη θέτει στο αρχείο με (τί άλλο?) συνοπτικά αιτιολογημένη πράξη του. Δηλαδή, πλέον, οι αρχειοθετήσεις αυτές δεν περνάνε για έλεγχο από τον Εισαγγελέα Εφετών.Και αυτή η ρύθμιση ήταν από τις προτάσεις της Ένωσης Εισαγγελέων οι οποίες "υιοθετήθηκαν και αποτυπώνονται στο σχέδιο νόμου", όπως αναφέρεται στην από 18.01.2024 ανακοίνωσή της Ένωσης Εισαγγελέων για το νομοσχεδίου Φλωρίδη.Μια ιδέα για να αρχειοθετηθούν όλαΤα αδίκηματα της παράβασης καθήκοντος (259 του Ποινικού Κώδικα) και της υπόθαλψης εγκληματία (231 του Ποινικού Κώδικα) διώκονται αυτεπαγγέλτως.Τούτο σημαίνει ότι δεν είναι απαραίτητο να καταθέσουν έγκληση αποκλειστικά οι συγγενείς των θυμάτων. Μπορεί και οποιοσδήποτε τρίτος να καταθέσει μήνυσηκατά το άρθρο 42 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.Θα μπορούσαν, λοιπόν, να εμφανιστούν "καλόπιστοι" τρίτοι, να καταθέσουν μηνύσεις για τα παραπάνω αδικήματα εις βάρος τυχόν εμπλεκόμενων μελών της κυβέρνησης και κατόπιν η Εισαγγελία  να απορρίψει ως ουσία αβάσιμες τις μηνύσεις αυτές, να τις αρχειοθετήσει με την νέα διάταξη του άρθρου 43 παρ. 3 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (νομοσχέδιο Φλωρίδη) δηλαδή, να αρχειοθετήσειχωρίς να ενημερώσει κανέναν, χωρίς να ελεγχθεί η αρχειοθέτηση από κανέναν, και να παραχθεί περιορισμένο οιονεί δεδικασμένο για τα εμπλεκόμενα πολιτικά πρόσωπα.Προφανώς και είναι ειρωνικό αυτό που γράφουμε. Αλλά μάλλον θα έπρεπε να προβληματίσει την κοινωνία ότι το παραπάνω φανταστικό σενάριο θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα στην Ελλάδα.

The post Αδιανόητα όσα έγιναν από τη δικαιοσύνη με την απόρριψη έγκλησης κατά Τριαντόπουλου appeared first on Militaire.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα
Αδιανόητα, Τριαντόπουλου,adianoita, triantopoulou