Οι ΗΠΑ «ρίχνουν και άλλο λάδι στη φωτιά» της Μέσης Ανατολής-Γιάννης Χουβαρδάς

Γράφει ο

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΟΥΒΑΡΔΑΣPhD© Διεθνολόγος-Πολιτικός Επιστήμονας

Η Μέση Ανατολή είναι κρίσιμη για τη διατήρηση της πρωτοκαθεδρίας της ισχύος των ΗΠΑ στον κόσμο. Η περιοχή έχει τεράστια ενεργειακή, εμπορική και στρατηγική σημασία. Ο διεθνής συσχετισμός ισχύος αφορά κατά πολύ τον έλεγχο των κοιτασμάτων και της παραγωγής της σε υδρογονάνθρακες, των δυνατοτήτων της στην παραγωγή ΑΠΕ, των «σημείων πνιγμού» και άλλων κρίσιμων πεδίων για τη διαμετακόμιση εμπορευμάτων

και συντελεστών στρατιωτικής ισχύος μεταξύ Ευρώπης-Ασίας και Ευρασίας-Αφρικής. Έτσι, οι ΗΠΑ επιμένουν στη διατήρηση του πρωταγωνιστικού τους ρόλου στα δρώμενα εκεί, παρότι οι ίδιες διευρύνουν την ενεργειακή τους αυτάρκεια.

Ωστόσο, το σχέδιο τους για την επίτευξη αυτού του στόχου τροποποιείται ανάλογα με τις  εκάστοτε προτεραιότητες που θέτει η υψηλή στρατηγική τους. Σήμερα, η διατήρηση της πλανητικής πρωτοκαθεδρίας της ισχύος τους, πρωτίστως ταυτίζεται με την ανάσχεση της ανόδου της Κίνας και την ενίσχυση της θέσης τους στον Ινδοειρηνικό, το νέο οικονομικό κέντρο του κόσμου. Η αναδιάταξη και η απαγκίστρωση δυνάμεων από διάφορες περιοχές για την αύξηση των ικανοτήτων τους στη νότια και άπω Ασία ανάγεται σε προτεραιότητα των ΗΠΑ. Σε αυτή τη βάση, διαμορφώνεται το σχέδιο τους στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.

Ακόλουθα, η διοίκηση Μπάιντεν ιεραρχεί την αξιοποίηση συμμάχων και εταίρων, αλλά και τον περιορισμό της «σπατάλης» Αμερικανικής ισχύος στην περιοχή. Η ισχυροποίηση του Ισραήλ, η χαλιναγώγηση του Ιράν, η επιβεβαίωση της συμμαχίας με τη Σαουδική Αραβία, η εκμετάλλευση των φιλοδοξιών της Νατοϊκής Τουρκίας, ο περιορισμός της άμεσης Αμερικανικής εμπλοκής και η σύνδεση της περιοχής με νέους εταίρους (Ινδία) και παλιούς (ΕΕ: Κύπρος, Ελλάδα) συμμάχους είναι οι βασικοί άξονες της πολιτικής της. Ζητούμενο, είναι η οικοδόμηση μίας φιλοδυτικής αρχιτεκτονικής που θα περιορίσει την επιρροή της Κίνας και της Ρωσίας, το οποίο μάλιστα κατέστη πιο επείγον μετά τη Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την επί της ουσίας αναμέτρηση ΝΑΤΟ-Ρωσίας στο έδαφος της.

Σε αυτό το φόντο εξελισσόταν η Αμερικανική πολιτική έως την 07η Οκτωβρίου 2023. Η στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ τερματίστηκε στο Αφγανιστάν, ενώ μειώθηκε αισθητά σε Ιράκ και Συρία. Το Ισραήλ υποστηρίχθηκε στη διατήρηση του στρατιωτικού πλεονεκτήματος του στην περιοχή και στην αποφυγή συνεπειών από την πολιτική εποικισμού και αλλαγής του στάτους κβο στα Παλαιστινιακά εδάφη και τους Τόπους Λατρείας της Ιερουσαλήμ. Η Τουρκία καθοδηγήθηκε στην αποκατάσταση των σχέσεων της με τις Αραβικές μοναρχίες, το Ισραήλ, την Αίγυπτο και την Ελλάδα. Οι συμφωνίες του Αβραάμ προωθούνταν, με την ετοιμασία εξομάλυνσης των σχέσεων Ισραήλ-Σαουδικής Αραβίας. Τα σχέδια ενεργειακής διασύνδεσης της περιοχής με την ΕΕ αναθερμάνθηκαν, μέσω της ελληνοτουρκικής προσέγγισης και της θαλάσσιας «συμφωνίας» Ισραήλ-Λιβάνου, ενώ η μετατροπή της σε Ευρασιατικό εμπορικό κόμβο δρομολογήθηκε, διά της εκπόνησης του σχεδίου για το νέο δρόμο των Μπαχαρικών (Ινδία, Αραβική χερσόνησος, Ισραήλ, Ευρώπη). Το Ιράν ωθήθηκε κοντά σε μία νέα συμφωνία για το πυρηνικό του πρόγραμμα, μέσω οικονομικών ανταλλαγμάτων αλλά και συνεχούς πίεσης στις συμμαχικές του οργανώσεις σε Ιράκ και Συρία. Όλες αυτές οι κινήσεις αδυνάτιζαν τη θέση των Παλαιστινίων και ακύρωναν την προοπτική ίδρυσης ενός πραγματικά βιώσιμου και ανεξάρτητου (όχι Μπαντουστάν) Παλαιστινιακού κράτους. Έτσι, το Ισραήλ αναδεικνυόταν σε «μεγάλο» και κεντρικό παράγοντα μίας Μέσης Ανατολής που επιχειρείτο να ενσωματωθεί για τα καλά στην ευρύτερη αρχιτεκτονική των ΗΠΑ στην Ευρασία.

Όμως, η αντεπίθεση των Παλαιστινιακών οργανώσεων περιπλέκει τα δεδομένα. Η προοπτική του «μεγάλου» Ισραήλ δέχεται πλήγμα, με την κατάρρευση του αφηγήματος περί του άτρωτου του και την επαναφορά του Παλαιστινιακού ζητήματος στο προσκήνιο με εμφατικό τρόπο. Η ενσωμάτωση της Μέσης Ανατολής στην Αμερικανική Ευρασιατική αρχιτεκτονική γίνεται πιο δύσκολη μετά την εισβολή του Ισραήλ στη Γάζα, η οποία επιδεινώνει τις σχέσεις του με τον Αραβοισλαμικό χώρο και κάνει τις ΗΠΑ αντικείμενο διεθνούς κριτικής, λόγω της στήριξης που του παρέχουν. Ακολούθως, η Ουάσιγκτον είναι αναγκασμένη να επανεξετάσει την προσέγγιση της στην περιοχή.

Ωστόσο, ο στόχος της διατήρησης πρωταγωνιστικού ρόλου στα δρώμενα εκεί, περιορίζει τις επιλογές της. Τυχόν αποδοχή μίας διαδικασίας ίδρυσης ενός πραγματικά βιώσιμου και ανεξάρτητου Παλαιστινιακού κράτους και η εγκατάλειψη του σχεδίου για ένα  «μεγάλο» Ισραήλ που θα διασφαλίζει την υλοποίηση των σχεδιασμών της στην περιοχή, θα ενισχύσει την επιρροή του Ιράν και κατ’ επέκταση των Κίνα-Ρωσία, ενώ θα ωθήσει τις τάσεις αυτονόμησης των Αραβικών Μοναρχιών και της Τουρκίας. Ένας ορισμένος «περιορισμός» του Ισραήλ, η ανάθεση μεγαλύτερου περιφερειακού ρόλου στους Άραβες και στην Τουρκία και η μεγαλύτερη αξιοποίηση τους στη «λύση» του Παλαιστινιακού, ελλοχεύει τα ρίσκα τυχοδιωκτικών ενεργειών εκ μέρους όλων αυτών των δρώντων, της όξυνσης του μεταξύ τους ανταγωνισμού, αλλά και της αξιοποίησης αυτού για μοχλεύσεις από Κίνα-Ρωσία-Ιράν. Η συνεχής στήριξη του Ισραήλ στη σφαγή του λαού της Γάζας ενέχει τον κίνδυνο ευρύτερης ανάφλεξης από την οποία οι ΗΠΑ δύσκολα θα αποφύγουν να εμπλακούν εκτεταμένα. Συνακόλουθα, οι ΗΠΑ βρίσκονται ενώπιων τριών δύσκολων επιλογών.     

Αρχικά, οι ΗΠΑ κινήθηκαν σε γνώριμες οδούς. Το Ισραήλ ωθήθηκε εκ νέου σε φυγή προς τα εμπρός, τόσο για την αναίρεση των συνεπειών της 7η Οκτώβρη, όσο για την πρόκληση νέων τετελεσμένων. Η απόσπαση του ελέγχου της Γάζας από τη Χαμάς και η ένταξη του θύλακα στα περιφερειακά τους σχέδια κατέστη στόχος. Ο πληθυσμός της Γάζας κρίθηκε  εμπόδιο που πρέπει να μετακινηθεί. Η διάθεση του για αντίσταση, η πυκνότητα και το νεαρό της ηλικίας του αύξησαν τις απώλειες στις Ισραηλινές επιχειρήσεις και θρέφουν τις αντιστασιακές οργανώσεις, φθείροντας τη διεθνή εικόνα και τη στρατιωτική ισχύ του Ισραήλ. Η εκδίωξη, επί της ουσίας η εθνοκάθαρση, του επιχειρήθηκε με τη συλλογική του τιμωρία -με ενέργειες που προκαλούν εκατόμβες νεκρών αμάχων/παιδιών και διαλύουν  τις αναγκαίες υποδομές που επιτρέπουν τη διαβίωση στο θύλακα, αλλά και με την αναζήτηση χωρών για την «εθελοντική» ή/και «προσωρινή» μετεγκατάσταση του. Επακόλουθα, η προώθηση του αρχικού τους σχεδιασμού με πιο επιθετικό τρόπο αναδείχθηκε τελικά ως η απάντηση των ΗΠΑ στις εξελίξεις.

Έτσι, η νέα πολιτική τους στη Μέση Ανατολή προσαρμόστηκε στις ανάγκες της «τελικής λύσης» που εφαρμόζει το Ισραήλ στη Γάζα. Τα κεντρικά της στοιχεία ήταν η παροχή στρατιωτικής βοήθειας και πολιτικής κάλυψης στο Τελ-Αβίβ, η αποτροπή του Ιράν, της Χεσμπολά και άλλων φιλικών σε αυτό οργανώσεων στη Συρία και στο Ιράκ από το να θέσουν σε κίνδυνο τους στρατιωτικούς στόχους του Ισραήλ, η αποδοχή από τις χώρες του Αραβοσιλαμικού τόξου και γενικά τη «διεθνή κοινότητα» της μετεγκατάστασης των Παλαιστινίων από τη Γάζα, η «προτροπή» στην Ισραηλινή κυβέρνηση να σέβεται το ανθρωπιστικό δίκαιο. Τελικά, οι ΗΠΑ επέλεξαν να αυξήσουν το «ποντάρισμα» στο Ισραήλ, θεωρώντας ότι o στόλος τους, τα ανταλλάγματα ή/και πιέσεις τους σε συμμάχους, εταίρους, ανταγωνιστές στην περιοχή, επαρκούσαν για τη συγκράτηση του πολέμου στην ιστορική Παλαιστίνη και την υλοποίηση τον στόχων του Τελ-Αβίβ.

Ωστόσο, οι εξελίξεις κινούνται σε διαφορετική τροχιά. Η στρατιωτική πρόοδος του Ισραήλ στη Γάζα είναι αργή και αμφιβόλου σταθερότητας. Η Χεσμπολάχ και άλλες σύμμαχες με το Ιράν πολιτοφύλακες του προκαλούν σημαντική φθορά στη μεθόριο με το Λίβανο και τη Συρία. Η κατάσταση γίνεται όλο και πιο έκρυθμη στη Δυτική Όχθη. Το σχέδιο εκτοπισμού των Παλαιστινίων από τη Γάζα δεν έγινε δεκτό από τις Αραβοσιλαμικές δυνάμεις, ούτε όμως και από τις κοινωνίες των Δυτικών και όχι μόνο χωρών. Η Νότιος Αφρική «σέρνει» το Ισραήλ στο διεθνές ποινικό δικαστήριο, κατηγορώντας το για γενοκτονία του λαού της Γάζας. Η ελεγχόμενη από τους Χούθι Υεμένη επιτίθεται σε πλοία που σχετίζονται με το Ισραήλ και διαβαίνουν την Ερυθρά Θάλασσα. Η ανθρωπιστική τραγωδία στη Γάζα και τα γενοκτονικά καλέσματα Ισραηλινών αξιωματούχων ωθούν μεγάλες κινητοποιήσεις υπέρ του Παλαιστινιακού λαού και φθείρουν διπλωματικά τις ΗΠΑ. Έτσι, η κατάσταση γίνεται όλο και πιο προβληματική για το Λευκό Οίκο και τις επιδιώξεις του.

Ακόλουθα, η πολιτική του τροποποιείται. Το «ποντάρισμα» σε εταίρους από το Αραβοισλαμικό τόξο και μία πιο άμεση και ενεργή εμπλοκή στα γεγονότα προκρίνονται ως επιλογές. Οι ΗΠΑ βομβαρδίζουν την Υεμένη μαζί με τη Βρετανία, δίχως την έγκριση του ΟΗΕ, ενώ το ταξίδι Μπλίνκεν στη Μέση Ανατολή συνοδεύεται με αναφορές για πιο ενεργή ανάμειξη στη Γάζα της Τουρκίας, της Αιγύπτου και Αραβικών Μοναρχιών, αλλά και με διόρθωση δηλώσεων υπουργών του Ισραήλ περί επανεποικισμού και εκδίωξης των Παλαιστινίων από το θύλακα. Σε αυτή τη φάση, ο έλεγχος των εξελίξεων δείχνει να είναι το επείγον ζήτημα.

Ωστόσο, η επίτευξη του δεν είναι διόλου βέβαιη. Οι Παλαιστινιακές οργανώσεις, το Ισραήλ και το Ιράν μαζί με τους συμμάχους του είναι πιθανό να μη δεχθούν ή να μην εξαναγκασθούν να δεχθούν έναν ισχυρότερο ρόλο της Τουρκίας, της Αιγύπτου και των Μοναρχιών του Κόλπου στη Γάζα, ενώ αμφότερες οι τρεις δυνάμεις θα ιεραρχήσουν την προώθηση της δική τους ατζέντας και όχι των ΗΠΑ. Η στρατιωτική περιπέτεια των τελευταίων στην Υεμένη θα προκαλέσει νέα εναντίον τους αντίποινα από τις φιλοιρανικές οργανώσεις σε Συρία και Ιράκ, θα οξύνει την ένταση με το Ιράν, ενώ δίχως να είναι βέβαιη η επιτυχία της, θα διογκώσει τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα τη δυσκολία της διέλευσης των πλοίων από και προς το Σουέζ, με κίνδυνο να τη μετάδοση και στα Στενά του Ορμούζ. Η Κίνα και η Ρωσία μπορούν να εκμεταλλευτούν τα ερείσματα και τις σχέσεις τους σε/με τα νέα μέλη των BRICS (Ιράν, Σαουδική Αραβία, ΗΑΕ, Αίγυπτος, Αιθιοπία) για να επηρεάσουν τις εξελίξεις. Λίαν συντόμως, οι ΗΠΑ θα χρειαστεί να ξαναλάβουν αποφάσεις.

The post Οι ΗΠΑ «ρίχνουν και άλλο λάδι στη φωτιά» της Μέσης Ανατολής-Γιάννης Χουβαρδάς appeared first on Militaire.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα