Ποια θα έπρεπε να είναι η στρατηγική της Ελλάδας στο παλαιστινιακό-Ε.Μαρούπα

Γράφει η

Ειρήνη Ν. Μαρούπα

Δικηγόρος Παρ' Αρείω Πάγω

Πάρα πολλή μελάνη έχει χυθεί τις τελευταίες ημέρες, μετά το λουτρό αίματος αμάχων από χτύπημα της Χαμάς και την ανταπόδοση του Ισραήλ. Οι περισσότερες φωνές που ακούγονται στον δημόσιο διάλογο κρίνουν και παίρνουν θέση, ανάλογα με το συμφέρον που κρίνουν για την Ελλάδα, ή ίσως και ανάλογα με τα συμφέροντα, στα οποία έχουν προσωπικά ταχθεί. Όμως δεν είναι αυτός ο ελληνικός τρόπος του σκέπτεσθαι και πράττειν.

Η Ελλάδα

είναι ένα μικρό κράτος, το οποίο πολλοί εποφθαλμιούν τώρα και ανά τους αιώνες, και οι Έλληνες μια χούφτα άνθρωποι, ένας λαός χιλιο-υπονομευμένος οικονομικά και ηθικά, ιδίως την τελευταία 2ετία.

Όμως αυτή η μικρή χώρα, είναι μία πραγματική πολιτισμική και ιδεολογική αυτοκρατορία, που υπερέχει έναντι όλων των άλλων κρατών και λαών. Αυτό είναι το κύριο χαρακτηριστικό μας.

Ανέκαθεν η ελληνική ιστορία, ο ελληνικός πολιτισμός, και η συμπεριφορά του κράτους-έθνους μας καθοριζόταν από υψηλές αρχές και αξίες. Αφορούσε τις ιδέες και όχι το συμφέρον. Αυτό μας ξεχώριζε από όλους τους άλλους. Για τον λόγο αυτόν ήμασταν φωτεινό παράδειγμα προς μίμηση και αξιοθαύμαστοι. Όσες φορές το κράτος μας πολιτεύτηκε με βάση το συμφέρον και όχι το δίκαιο, βλάφτηκε ποικιλλοτρόπως και συρρικνώθηκε παντοιοτρόπως. Ηττήθηκε αυτοβούλως ηθικά και τελικά ηττήθηκε και σε απτά μεγέθη ισχύος, εδάφη, πληθυσμό, οικονομία.

Ειδικότερα, για να αντιληφθούμε το πραγματικό μεγαλείο του ελληνικού έθνους, αρκεί να θυμηθούμε τον Επιτάφιο Λόγο του Περικλή, που διέσωσε ο Θουκυδίδης, για τους πρώτους  νεκρούς του Πελοποννησιακού πολέμου. Οι αναφορές του στην προσήλωση των Αθηναίων στην δημοκρατία, στην συλλογική ελευθερία, και την φιλοπατρία, τασσόμενοι υπέρ και τρίτων ακόμα, ευεργετώντας τους με αυταπάρνηση, μακριά από συμφέροντα και συμβιβασμούς, αποδεικνύουν τους λόγους για τους οποίους η Αθήνα στεκόταν ψηλά και ξεχώριζε για την ιδεολογική της υπεροχή και είναι αντικείμενο μελέτης και θαυμασμού ως τις μέρες μας!

Η αξιόλογη περικοπή, είναι το τέλος και η αρχή μας, το μονοπάτι στο οποίο οφείλουμε να βαδίζουμε, όσοι είμαστε Έλληνες και αν θέλουμε το κράτος μας Ελληνικό:

«Αγαπάμε το ωραίο, χωρίς να ευτελιζόμαστε, και καλλιεργούμε το πνεύμα μας χωρίς να γινόμαστε μαλθακοί. Φροντίζουμε τις ιδιωτικές και δημόσιες υποθέσεις μας και συμμετέχουμε στην διοίκηση της πόλης, διότι θεωρούμε αυτόν που ασχολείται μόνο με την προσωπική του ανέλιξη, όχι μόνον αδιάφορο, αλλά άχρηστο.

Εμείς οι ίδιοι κρίνουμε και αποφασίζουμε για τα ζητήματά μας και θεωρούμε πως ο λόγος δεν βλάφτει το έργο. Αντίθετα, πιστεύουμε πως βλαβερό είναι το να αποφασίζει κανείς χωρίς να έχει φωτιστεί.

Διαφέρομε από τους άλλους και σε τούτο. Είμαστε τολμηροί, κι όμως ζυγίζουμε καλά την κάθε επιχείρησή μας, ενώ τους άλλους η άγνοια τους κάνει θρασείς κι η γνώση αναποφάσιστους.

Εκείνοι πρέπει να κρίνονται γενναιότεροι, όσοι ξέρουν καλά ποιό είναι το ευχάριστο και ποιό το φοβερό κι όμως δεν προσπαθούν ν᾽ αποφύγουν τον κίνδυνο.

Και στην διάθεσή μας απέναντι στους ξένους διαφέρουμε απ᾽ τους πολλούς, γιατί ΑΠΟΚΤΟΥΜΕ ΦΙΛΟΥΣ ΕΥΕΡΓΕΤΩΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΚΑΠΟΙΟ ΚΑΛΟ.

Η φιλία του ευεργετηθέντος είναι πιο βέβαιη και βαθιά, γιατί προσπαθεί να διατηρήσει τον δεσμό του με αυτόν που του οφείλει γιατί τον ευεργέτησε ανιδιοτελώς.

Ενώ εκείνος που χρωστάει χάρη είναι λιγότερο πρόθυμος, θεωρώντας την ευγνωμοσύνη του σαν χρέος, κι όχι συναίσθημα. Μόνοι εμείς σκορπούμε απλόχερα τις ευεργεσίες μας, όχι από συμφεροντολογικούς υπολογισμούς, αλλά από πίστη στην ελευθερία.

Συμπερασματικά σας λέω ότι η Αθήνα είναι φωτεινό παράδειγμα για όλες τις ελληνικές πόλεις, και ο κάθε μας πολίτης θα μπορούσε, με την μεγαλύτερη ευκολία και χάρη, πολλά και άξια έργα να κάνει σε πολλές εκδηλώσεις της ζωής. Ότι αυτό που λέω δεν είναι ρητορικός κομπασμός, αλλά η αλήθεια η πραγματική, το δείχνει η δύναμη της πολιτείας που, μόνη απ᾽ όλες τις άλλες πόλεις, είναι ανώτερη από την φήμη της στην ώρα της δοκιμασίας, η μόνη που οι εχθροί της, όταν τους νικήσομε, δεν αγανακτούν επειδή κατατροπώθηκαν από αναξίους, η μόνη που οι σύμμαχοί της δεν μπορούν να πουν ότι έχουν ανάξιο αρχηγό.

Την δύναμή μας δεν την αποκτήσαμε με άσημες, αλλά με λαμπρές πράξεις και γι᾽ αυτό μας θαυμάζουν και θα μας θαυμάζουν πάντα, χωρίς να έχομε ανάγκη από έναν Όμηρο για να τραγουδήσει τις πράξεις μας ούτε από κανέναν άλλο ποιητή που θα μάγευε προσωρινά με τα ωραία του λόγια, αλλά θα ᾽ρχόταν αργότερα η γνώση της αλήθειας να μας ζημιώσει.

Η τόλμη μας, ανάγκασε την πάσα γη και θάλασσα να μας ανοίξουνε το διάβα, και παντού στήσαμε μνημεία αθάνατα για τα καλά ή τα κακά που μας έτυχαν. Για μια τέτοια πατρίδα και για να μην τους την στερήσουν, οι γενναίοι αυτοί σκοτώθηκαν στη μάχη, και, όσοι ζούμε, φυσικό είναι να είμαστε έτοιμοι να υποστούμε οτιδήποτε για χάρη της.

Τούτοι οι νεκροί, στάθηκαν αντάξιοι της πολιτείας που τους ανάθρεψε. Όσοι ζούμε, πρέπει να ευχόμαστε να έχουμε καλύτερη μοίρα, χωρίς όμως να έχουμε γι᾽ αυτό φρόνημα λιγότερο τολμηρό, όταν αντιμετωπίζουμε τον εχθρό……..

Έχοντας αυτούς για παράδειγμα και ξέροντας πως ΕΥΤΥΧΙΑ ΕΙΝΑΙ Η  ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΑΠΑΙΤΕΙ ΑΝΔΡΕΙΑ, δεν πρέπει να δειλιάζετε μπροστά στους κινδύνους του πολέμου.

Δεν είναι αλήθεια πως όσοι δυστυχούν και δεν έχουν ελπίδα μιας καλύτερης μοίρας. θυσιάζουν πιο εύκολα τη ζωή τους. Την θυσιάζουν εκείνοι που, αν θελήσουν να την σώσουν αποφεύγοντας το μοιραίο, κινδυνεύουν να πάθουν τον μεγαλύτερο εξευτελισμό αν νικηθούν. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΝΔΡΕΙΟΥΣ Ο ΕΞΕΥΤΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΔΕΙΛΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΕΝΝΑΙΟ ΚΙ ΑΝΑΠΑΝΤΕΧΟ ΘΑΝΑΤΟ».

Η ορθόδοξη χριστιανική θρησκεία σε συνέχεια της αρχαίας παρακαταθήκης μας για την συλλογική ελευθερία, ήρθε να συμπληρώσει και να αυξήσει την σπουδαιότητα της ελευθερίας μας, των ιδανικών και των αρχών και να επιστήσει την προσοχή μας στην ατομική μας ελευθερία.

Με κείνο το «όστις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν, αράτω τον σταυρόν αυτού κι ακολουθείτω μοι», ο Χριστός συνέχισε την αρχαία μας παράδοση για την ελευθερία του καθενός μας, να επιλέξει ανάμεσα στον κακοτράχαλο, αλλά αξιέπαινο δρόμο της αρετής και τον δρόμο της πολυτελούς κι εύκολης, αλλά εξευτελιστικής, Κακίας.

Αυτή είναι η Ελλάδα, αυτές είναι οι παρακαταθήκες και τα πρωτοτόκια των Ελλήνων, τα οποία οφείλουμε να τιμήσουμε, και πάνω στον δρόμο αυτό να βαδίσουμε και να πράξουμε, αναδεικνυόμενοι λαμπροί, ανάμεσα στους πολλούς που ενεργούν μόνο βάσει συμφέροντος. Επειδή μόνοι εμείς ευεργετούμε χωρίς να περιμένουμε ανταπόδοση, κρίνοντας πάντοτε με βάση ιδανικά, με βάση δηλαδή το δίκαιο, την συλλογική και ατομική ελευθερία και την φιλοπατρία.

Όσες φορές δράσαμε με κοντόφθαλμη ματιά, συμφεροντολογικά, για να αποκτήσουμε ανταλλάγματα, το πληρώσαμε ακριβά.

Η αποστολή ελληνικού στρατεύματος στην Ουκρανία εναντίον των Μπολσεβίκων για να καλοπιάσουμε και να προσφέρουμε υπηρεσίες σαν λακέδες στην Entente, το 1919, ξεπληρώθηκε από εχθρούς και φίλους, με την μικρασιατική καταστροφή το 1922.

Η δουλοπρεπής συμπεριφορά του ελληνικού κράτους έναντι των Άγγλων, από τις αρχές του 20ου αιώνα, μας στοίχισε την ένωση Ελλάδας Κύπρου και την εισβολή και κατοχή του 37% του νησιού από τους Τούρκους.

Στο Μεσανατολικό, επί Ανδρέα Παπανδρέου η Ελλάδα ήταν η μόνιμη αγαπητή διαμεσολαβήτρια ανάμεσα σε Άραβες και Ισραήλ-ΗΠΑ. Διότι ο Ανδρέας ακολουθούσε το ελληνικό ιδεώδες και τασσόταν αναφανδόν υπέρ του δικαίου των Παλαιστινίων, οι οποίοι προσπαθούσαν να επιβιώσουν και να δημιουργήσουν δικό τους κράτος, υπάρχοντος του κράτους του Ισραήλ.

Επειδή αυτή η ευεργεσία της Ελλάδος ήταν ανιδιοτελής, οι Άραβες τότε, ο Αραφάτ, ο Καντάφι κ.ά. επισκέπτονταν την πατρίδα μας, την εμπιστεύονταν και την δέχονταν ασμένως διαμεσολαβήτρια με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, οι οποίοι επίσης μας εκτιμούσαν και πρόσβλεπαν σε πραγματική συμμαχία μαζί μας. Οι αραβικού λαοί θαύμαζαν κι  αγαπούσαν τον ελληνικό λαό κι επευφημούσαν το ελληνικό κράτος.

Ο Χαφτάρ και άλλοι πολλοί σημερινοί ηγέτες του αραβικού κόσμου, για τον λόγο αυτό, σπούδασαν στις στρατιωτικές ακαδημίες της Ελλάδας και μας νιώθουν δεύτερη πατρίδα τους. Είναι ελληνόψυχοι κι απορούν με την σημερινή αυτοκτονική και χαμερπή, μικροσυμφεροντολογική πολιτική των ηγεσιών μας, ενώ εκείνοι γνώρισαν, θαύμασαν, αγάπησαν και μετήλθαν της ελληνικής παιδείας, την οποία το επίσημο ελληνικό κράτος εγκατέλειψε.

Το Ιράν το 2010 όταν εισήλθαμε στην μαύρη περίοδο των μνημονίων, προσφέρθηκε να μας δίνει επί πιστώσει υδρογονάνθρακες, σε καιρό που όλοι μας αντιμετώπιζαν σαν παρίες. Η Συρία του Χαφέζ Αλ Άσαντ, το 1987 τάχθηκε στο πλευρό της Ελλάδας σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου, σε σημείο να δηλώσει «Τούρκος στρατιώτης σε ελληνικό έδαφος σημαίνει πόλεμο με την Συρία». Ο Βούλγαρος πρωθυπουργός Ζίβκωφ, υποσχέθηκε ουδετερότητα, αν γινόταν πόλεμος τότε.

Ο Ινδός πρόεδρος Μόντι, προσερχόμενος πρόσφατα στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, υποκλίθηκε ευλαβικά στο διαχρονικό ελληνικό μεγαλείο  αυτοθυσίας, αυταπάρνησης και αφοσίωσης στην πατρίδα και τα υψηλά ιδανικά.

Δηλαδή και τα πρόσφατα χρόνια, η προσήλωσή μας στις ιδέες και όχι στην συμφέρον, μας ωφελούσε διεθνώς και μας αναγόρευε στην περίοπτη διεθνή θέση ισχύος που κατείχε πάντοτε η Ελλάδα στην καρδιά των ανθρώπων, ως η κοιτίδα του πολιτισμού, της αληθινής δημοκρατίας. Η κοιτίδα του ανθρώπου που κοιτάζει προς τα πάνω (άνω θρώσκει), και ξεφεύγει από τον ξεπεσμό του άκρατου υλισμού και τους φόβους και τις ανασφάλειες του θλιβερού σαρκίου του, προσδοκώντας να εξελιχθεί πνευματικά και ηθικά, χωρίς να απαρνιέται τον ανθρώπινο εαυτό του και τις απολαύσεις.

Οι Παλαιστίνιοι επιβάλλεται να αποκτήσουν κράτος. Αυτό είναι το δίκαιο.

Αυτός είναι ο ελληνικός τρόπος σκέπτεσθαι. Αυτή είναι η ελληνική στρατηγική. Υπέρ του Δικαίου. Έτσι κατακτήσαμε ανά τους αιώνες τον θαυμασμό φίλων και συμμάχων και τον σεβασμό των εχθρών. Άλλος τρόπος για τους Έλληνες δεν μπορεί να υπάρξει.

The post Ποια θα έπρεπε να είναι η στρατηγική της Ελλάδας στο παλαιστινιακό-Ε.Μαρούπα appeared first on Militaire.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα
Ποια, Ελλάδας, -Ε Μαρούπα,poia, elladas, -e maroupa