Υποβρύχιο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ: Τα «σιωπηλά» Χριστούγεννα του 1940

Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος

Η ημέρα των Χριστουγέννων το 1940, ήταν δοξαστική και ταυτόχρονα εφιαλτική για τον πλοίαρχο και το πλήρωμα του υποβρυχίου «Παπανικολης».

Λίγες ώρες νωρίτερα, την παραμονή της μεγάλης γιορτής,  είχαν πετύχει έναν ναυτικό άθλο, παίρνοντας παράλληλα και την εκδίκηση του Έθνους για το ύπουλο χτύπημα των Ιταλών ανήμερα της Παναγίας στην Τήνο, με την βύθιση του εύδρομου «Έλλη»

Είχαν διεισδύσει μέσα στον δίαυλο εφοδιασμού του εχθρού στην Αδριατική και είχαν βυθίσει

το οπλιταγωγό «Firenze» που μετέφερε Αλπινιστές και πολεμικό υλικό.

Τώρα έπρεπε να ξεφύγουν!

Οι Ιταλοί είχαν αφηνιάσει να τους βρουν…

Τα πολεμικά τους διαδρομουσαν πάνω κάτω γύρω από τον Σάσωνα εκτοξεύοντας συνεχώς βόμβες βυθού.

Συνολικά έριξαν 85!

Ο «Παπανικολης» όμως ξεγλίστρησε.

Ένας απ’ τους υπαξιωματικούς του, ο Νικόλαος Τασιάκος, είπε ότι ανήμερα των Χριστουγέννων,  οι ναύτες έγνεφαν τα «χρόνια πολλά» μεταξύ τους και δε μιλούσε κανείς.

Αλλιώς θα πρόδιδε την θέση και την πορεία του.

Το υποβρύχιο έπρεπε να μείνει πολλές ώρες στον βυθό και χρειαζόταν να κάνουν οικονομία στο οξυγόνο.

Ήταν τα σιωπηλά Χριστούγεννα του «Παπανικολή».

Οι Ιταλοί το έψαχναν νότια.

Ο πανέξυπνος Ιατριδης ωστόσο έβαλε πλώρη προς την αντίθετη κατεύθυνση! Έφτασαν μέχρι τις ακτές της Κροατίας.

Μετά πλέοντας εν καταδύσει έφτασαν στα ελληνικά νερά και επέστρεψαν σώοι στον ναύσταθμο της Σαλαμίνας, όπου τους επιφυλάχτηκε αποθεωτική υποδοχή.

Η πατρίδα τίμησε τους ήρωες ναυτικούς, για την τόσο σημαντική αυτή νίκη που λειτούργησε ως βάλσαμο στις ψυχές του δοκιμαζόμενου λαού.

«ΜΑΣ ΣΗΚΩΣΑΝ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ»

Για το σπουδαίο κατόρθωμά του, ο κυβερνήτης Ιατρίδης προήχθη άμεσα σε αντιπλοίαρχο επ’ ανδραγαθία και του απονεμήθηκε το Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας στις 30 Δεκεμβρίου 1940.

Όταν επέστρεψαν  στη βάση, έγινε κακός χαμός!

Μέλος του πληρώματος του υποβρυχίου το διηγήθηκε κάπως έτσι:

«Όταν φτάσαμε στη βάση υποβρυχίων, οι σειρήνες από όλα τα καράβια δεν σταματούσαν.

Η μπάντα του Ναυτικού έπαιζε συνέχεια.

Σήκωσαν τον κυβερνήτη στους ώμους και από τη βάση, από τον μόλο, τον πήγαν στο ναυπηγείο.

Δεν μπορώ να σας περιγράψω τι ακριβώς αισθανόταν ο κόσμος!».

Ο ΤΟΡΠΙΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ FIRENZE

«Ο κυβερνήτης μας ήταν αποφασισμένος να μπούμε στο λιμάνι της Αυλώνας- έχει διηγηθεί παλαιότερα ο Νικόλαος Τασιάκος, μέλος του πληρώματος του Υ/Β.-

Έξι τορπίλες που είχαμε, θα τις ρίχναμε και τις έξι και ό,τι βγει..

Ήταν αποφασισμένος να χτυπήσουμε την Αυλώνα και δεν έχει σημασία αν θα χανόμασταν.

Το ευτύχημα ήταν ότι έλαβε την πληροφορία αυτή και παραμονές Χριστουγέννων ακριβώς πιάσαμε έξω από το Πρίντεζι.

Μόλις βγήκαν από εκεί για να στρίψουν αριστερά προς το βορρά, μπήκαμε στη μέση..

Όταν έφτασαν σε απόσταση βολής ρίξαμε τέσσερις τορπίλες.

Και οι τέσσερις πήγαν διάνα!» λέει με συγκίνηση και περηφάνια.

«Ακούσαμε τους κρότους από τις επιτυχίες των στόχων» συμπληρώνει, «και μείναμε στα τριάντα μέτρα.

996 ΑΛΠΙΝΙΣΤΕΣ 62 ΝΕΚΡΟΙ

Οι Ιταλοί μας βομβάρδιζαν συνεχώς με βόμβες βυθού, οι οποίες ήταν ρυθμισμένες να σκάνε στα 100 μέτρα, είχαν ακτίνα δράσεως 50 μέτρα κι έτσι εμείς που ήμασταν στα 30, ήμασταν κατά κάποιο τρόπο ασφαλείς.

Μας έριξαν πολλές βόμβες οι Ιταλοί.

Και τα αεροπλάνα μας βομβάρδιζαν και τα αντιτορπιλικά».

Η ψυχραιμία του κυβερνήτη, ολύμπια, και το θάρρος του πληρώματος, απαράμιλλο: «Το ευτύχημα για εμάς- τονίζει ο κ. Τασιάκος- ήταν ο κυβερνήτης ήταν και ψύχραιμος και είχε βγάλει και σχολή πολέμου φαίνεται και ήξερε τα πάντα για τους Ιταλούς.

Σταματήσαμε κάτω από τα ναυάγια στα 30 μέτρα…

Οι βόμβες που έπεφταν από τα αντιτορπιλικά και τα αεροπλάνα έσκασαν στα 100 μέτρα.

Είχαν ακτίνα δράσης 50 μέτρα.

Είχαμε και 20 περιθώριο ασφαλείας.

Το πλήρωμα μια γροθιά ήμασταν όλοι.

Σ’ ένα υποβρύχιο, όταν είμαστε στα 50-60 μέτρα βάθος, ένα λάθος χειριστού θα ήταν το φέρετρο για όλους.

Και το φέρετρο εκεί δεν ξεχωρίζει κυβερνήτες κι εμάς.

Ήμασταν στο σιδερένιο κλουβί.

Ένα λάθος αν κάναμε εκεί χανόμασταν όλοι». βρισκόταν σε νηοπομπή μεταφοράς προσωπικού μαζί με τα επιβατηγά «Italia», «Argentina», «Narenta» υπό τη συνοδεία του βοηθητικού καταδρομικού «Barletta» και του τορπιλοβόλου «Andromeda». Μετέφερε 996 Αλπινιστές του Συντάγματος “Cuneense”.

Η τορπίλη έπληξε το «Firenze» από τη δεξιά πλευρά στο μηχανοστάσιο.

Το πλοίο κρίθηκε άμεσα μη διασώσιμο και διατάχθηκε η εγκατάλειψή του.

Στη συνέχεια το «Barletta» προσδέθηκε στο «Firenze» από όπου μεταφέρθηκαν οι περισσότεροι ναυαγοί, ενώ άλλοι 29 διασώθηκαν από το «Andromeda» από τη θάλασσα, αφού πρώτα είχε βάλει το σύνολο των βομβών βάθους που έφερε ώστε να αποτρέψει το υποβρύχιο να επαναλάβει την επίθεση και να απομακρυνθούν τα υπόλοιπα πλοία με ασφάλεια.

Οι νεκροί ανήλθαν στους 62.

Από τον Αυλώνα έσπευσαν το βοηθητικό καταδρομικό Brindisi, τρεις τορπιλάκατες MAS και το ρυμουλκό «Ursus» ώστε να συνδράμουν στη διάσωση.

H μεγάλη κλίση του «Firenze» δεν επέτρεψε τη ρυμούλκησή του, οπότε και αφέθηκε να βυθιστεί παρασυρόμενο από την ισχυρή θαλασσοταραχή.

Το επόμενο πρωινό το αντιτορπιλικό «Solferino» σάρωσε την περιοχή  αλλά δεν εντόπισε κανένα ίχνος του «Firenze».

Από συνδυασμό ανακρίσεων Ιταλών αιχμαλώτων και βρετανικών πληροφοριών τον Ιανουάριο του 1941, η ελληνική πλευρά απέκτησε την εντύπωση ότι το «Firenze» είχε βυθιστεί από το υποβρύχιο «Πρωτεύς» μαζί με τον «Sardegna» στην επίθεση της 29ης Δεκεμβρίου και ότι τo «Παπανικολής» είχε βυθίσει το επιβατηγό «Liguria» (15.000tn) και ένα δεύτερο πλοίο 6000-7000tn το οποίο ο λαϊκός μύθος και μόνο ονόμασε «Lombardia».

Η πραγματικότητά έγινε γνωστή μόλις το 1946 μετά από έρευνα στα βρετανικά αρχεία.

Ο Πλοίαρχος του «Firenze» A. Cecchi επέστρεφε στην Ιταλία με το επιβατηγό Sardegna όταν το τελευταίο βυθίστηκε από το «Πρωτεύς» και έχασε τη ζωή του στην προσπάθειά του να διασώσει ναυαγούς.

Παρασημοφορήθηκε μετά θάνατον.

Το ναυάγιο του «Firenze» ανακαλύφθηκε και στη συνέχεια αναγνωρίσθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 2012 από Αλβανούς δύτες βόρεια του Αυλώνα, σε βάθος 30μέτρων, από όπου ανασύρθηκαν δύο καμπάνες που φέρουν το όνομά του.

Η θέση του βρίσκεται 25 μίλια βορειανατολικά από το στίγμα τορπιλισμού.

ΤΟ ΘΡΥΛΙΚΟ ΥΠΟΒΡΥΧΙΟ

Το Υ/Β Παπανικολής (Υ2) ήταν υποβρύχιο τύπου Scheider-Leubeut[ (κλάσης «Κατσώνης») του Πολεμικού Ναυτικού της Ελλάδας, το πρώτο στη σειρά, από τα συνολικά τρία έως τώρα.

Θεωρείται το ενδοξότερο ελληνικό υποβρύχιο που έδρασε κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Έλαβε το όνομά του προς τιμήν του Ψαριανού πυρπολητή του 1821 Δημήτριου Παπανικολή.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου εκτέλεσε 14 πολεμικές περιπολίες στην Αδριατική και στο Αιγαίο, βυθίζοντας αντίπαλα σκάφη συνολικού εκτοπίσματος 13.000 τόνων.

Πρώτος κυβερνήτης υπήρξε ο Πλωτάρχης Μιλτιάδης Ιατρίδης.

Ναυπηγήθηκε από τη γαλλική ναυπηγική εταιρεία Ateliers et Chantiers de la Loire, με έδρα τη Ναντ.

Ήταν ένα από τα δυο ομοίου τύπου (αδελφά σκάφη) υποβρύχια που παραγγέλθηκαν στη Γαλλία από την Ελληνική Κυβέρνηση το 1925.

Το άλλο ήταν το Υ/Β Κατσώνης (Y1). Η καθέλκυση έγινε στις 21 Δεκεμβρίου 1927, οπότε υψώθηκε και η ελληνική σημαία, στην Τουλώνη.

Παρελήφθη από τον Αντιπλοίαρχο Π. Βανδώρο.

Πληροφορίες

ΕΛ.Ι.Ν.ΙΣ

Newsbeast

Iefimerida

Wikipedia

The post Υποβρύχιο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ: Τα «σιωπηλά» Χριστούγεννα του 1940 appeared first on Militaire.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα