Το τελευταίο σαραντάρι

Η μνήμη λειτουργεί με ιδιότυπο τρόπο. Αν ρωτήσει κανείς τον μέσο φίλαθλο του Ολυμπιακού για την περσινή σειρά με τη Μονακό, το πιθανότερο είναι πως θα απαντήσει πως επρόκειτο για μία σκληρά παιχνίδια τα οποία μετά το δεύτερο παιχνίδι κρίθηκαν στις λεπτομέρειες. Είναι προφανώς αλήθεια, όμως ελάχιστοι μπορούν να θυμηθούν χωρίς προσπάθεια τι έλεγαν μετά το 71-95 του δεύτερου παιχνιδιού ή πριν το πέμπτο παιχνίδι στο οποίο άπαντες παραδέχονταν

πως κάθε αποτέλεσμα θα λογιζόταν ως φυσιολογικό. Τίποτα πιο φυσιολογικό από αυτό: κανείς δεν προτιμά να μένει στις οδυνηρές στιγμές μιας εμπειρίας που έχει καταγραφεί θετικά.

Η εναλλαγή των συναισθημάτων μετά από κάθε παιχνίδι των πλέι οφ είναι το απολαυστικότερο κομμάτι τους. Είναι περίπου όπως είπε ο Λεμπρόν Τζέιμς, ο οποίος αποκάλυψε πως κλείνει τα social media σε αυτή την περίοδο και παρακολουθεί τους αγώνες συνοδεία μουσικής. «Τη μία μέρα κερδίζεις και είσαι ο καλύτερος στον κόσμο, την άλλη χάνεις και σε θάβουν».

Ο Γιώργος Μπαρτζώκας έβαλε στο τραπέζι τον σκεπτικισμό που υπάρχει «σε φιλάθλους και αναλυτές» μετά τα τέσσερα πρώτα παιχνίδια της σειράς με τη Μονακό, είδε το ποτήρι για τα καλά μισογεμάτο και κάλεσε άπαντες να απολαύσουν το προνόμιο του να παίζει κανείς σε 40 λεπτά την πρόκρισή του στο φάιναλ φορ. Επιπλέον παραδέχτηκε πως αν η ομάδα του αποτύχει να προκριθεί θα δεχτεί κριτική, πως κάτι τέτοιο είναι ένα συστατικό της δουλειάς από το οποίο δεν ξεφεύγει κανείς.

Όταν τον ρώτησα για τα επιθετικά προβλήματα της ομάδας του σε σχέση με την – σε γενικές γραμμές – συμπαγή εικόνα στην άμυνα, υπερέβαλλε με μια απάντηση του τύπου «αν περίμενε κανείς να κερδίζουμε με 30 πόντους διαφορά βάζοντας 100 πόντους, περίμενε λάθος». Αυτή ήταν προφανώς μια βολική απάντηση σε μια ερώτηση που δεν τέθηκε ποτέ. Ελάχιστοι είχαν την ψευδαίσθηση πως υπήρχε ρεαλιστική πιθανότητα να επαναληφθεί το σενάριο των δύο αγώνων της κανονικής περίοδου, από την άλλη όμως είναι θεμιτό να τίθεται θέμα επιθετικής συγκομιδής όταν το κοντέρ στα δύο παιχνίδια της Πόλης έγραψε 72+69 πόντους. Επιπλέον, είναι πράγματι ελπιδοφόρο πως ο Ολυμπιακός ήταν ως το φινάλε του Game 4 στη διεκδίκηση της νίκης παρότι πήρε ψίχουλα συνεισφοράς από τους δύο σταρ του (Σλούκα, Βεζένκοφ) και κανείς δεν έχει αμφιβολία πως η νίκη θα έρθει εύκολα αν όλοι παίξουν καλά – το ζήτημα είναι πως θα γίνει αυτό.

Η τακτική της σκληρής, εξουθενωτικής και εκνευριστικής για τον Ολυμπιακό σε πολλά της σημεία σειράς έχει σε γενικές γραμμές αναλυθεί σε σημείο διύλισης, οπότε δεν υπάρχει λόγος να μπει κανείς σε επιπλέον φληναφήματα. Ο Γιώργος Λημνιάτης το είπε ξεκάθαρα στο τελευταίο επεισόδιο του podcast, πως περισσότερο από την τακτική θα παίξει ρόλο η αποφασιστικότητα, η εκτέλεση, η πνευματική ικανότητα να είναι κανείς σίγουρος για τον τρόπο που θα φτάσει στη νίκη και να μην αφήνει τον αντίπαλο να σπείρει την αμφιβολία στο μυαλό του. Όμως για την ομάδα του Πειραιά και συγκεκριμένα για τον προπονητή της το παιχνίδι αποτελεί κάποιου είδους ορόσημο για δύο λόγους.

Πρώτον, γιατί αν προκριθεί θα δικαιωθεί ο τρόπος Μπαρτζώκα. Η φιλοσοφία της ομάδας που είναι πάνω από όλα, των σταρ που περισσότερο επωφελούνται από αυτήν παρά το αντίθετο, της πάσας και της ροής πάνω από τον έλεγχο και του σχεδιασμού της παραμικρής λεπτομέρειας. Αν αναρωτηθεί κανείς πως γίνεται πέντε παιχνίδια να ακυρώσουν τριάντα τέσσερα, η απάντηση είναι πως δεν μπορούν. Αλλά μπορούν κάλλιστα να τα ξεθωριάσουν.


Είναι ακριβώς όπως το είπε ο Μπίλι Μπιν στο Moneyball: «αν δεν κερδίσουμε το τελευταίο παιχνίδι της σεζόν, θα μας ακυρώσουν. Ξέρω αυτούς τους ανθρώπους, ξέρω πως σκέφτονται. Θα μας σβήσουν. Ό,τι κάναμε εδώ δεν θα έχει σημασία. Όποια άλλη ομάδα κερδίσει το πρωτάθλημα, με γεια της με χαρά της. Θα πιουν σαμπάνια, θα φορέσουν δαχτυλίδι. Αλλά αν κερδίσουμε εμείς, με το δικό μας μπάτζετ, με αυτή την ομάδα, θα έχουμε αλλάξει το παιχνίδι. Και αυτό θέλω. Θέλω να σημαίνει κάτι».

Φυσικά κανείς δεν λέει ότι ο Coach B έχει φέρει έναν τόσο επαναστατικό τρόπο στον τρόπο παιχνιδιού που θα δημιουργήσει τομή στον χωροχρόνο της Ευρωλίγκας. Αλλά μπορεί να δει κανείς τις ομοιότητες. Κοιτάς πίσω, βλέπεις Μίτσιτς, Λάρκιν, Κλάιμπερν, Ντε Κολό, Τεόντοσιτς. Ο ίδιος ο Ολυμπιακός έζησε τα χρυσά του χρόνια ως ομάδα του Σπανούλη. Δεν είναι εύκολο να μεταφερθεί κανείς σε μια άλλη μενταλιτέ, ειδικά στον αθλητισμό, ειδικά στο μπάσκετ που έχει στο γενετικό του υλικό τους ήρωες, αυτούς που όταν τα πράγματα σκουραίνουν αναλαμβάνουν δράση και κάνουν υπερφυσικά πράγματα που κανείς άλλος δεν μπορεί καν να ονειρευτεί. Έτσι λοιπόν έχω την αίσθηση πως αυτό που φέτος ονομάστηκε «μπάσκετ Μπαρτζώκα», που αποθεώθηκε από όλη την Ευρώπη για την ομορφιά και την ταχύτητα του, χρειάζεται τη σφραγίδα της πρόκρισης για να επιβεβαιωθεί πως εκτός από απολαυστικό στο μάτι μπορεί να φέρει και τους πολυπόθητους τίτλους, ή έστω την παρουσία στο ραντεβού των τεσσάρων στο οποίο όλα μπορούν να συμβούν. Μπορεί να είναι κυνικό, αλλά αυτοί είναι οι κανόνες του πρωταθλητισμού.

Ο δεύτερος λόγος δεν συζητιέται ιδιαίτερα, ως και καθόλου, πιθανώς γιατί αφορά μια προβολή σε ένα μέλλον που έχει κάμποσα ερωτηματικά. Όμως έχω την εντύπωση πως ο φετινός Ολυμπιακός, το αποτέλεσμα του τριετούς πρότζεκτ του προπονητή και της διοίκησης, πιθανώς να έχει φέτος την τελευταία του ευκαιρία να διεκδικήσει την Ευρωλίγκα με αυτό το γκρουπ. Κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει το καλοκαίρι, όμως κανείς δεν μπορεί να αψηφήσει το ενδεχόμενο το ενδιαφέρον των Σακραμέντο Κινγκς για τον Σάσα Βεζένκοφ να εκφραστεί με τέτοιο τρόπο που οποιοσδήποτε δεν θα μπορούσε να πει όχι – άλλωστε η παρουσία του head coach της ομάδας στο σημερινό ματς μάλλον αποδεικνύει κάτι τέτοιο. Επιπλέον οι ανανεώσεις των Φαλ, Μακίσικ, Γουόκαπ και πιθανώς του Λαρεντζάκη το καλοκαίρι δίνουν πράγματι συνέχεια στην ομάδα, έχω την αίσθηση όμως πως η υπόθεση Σλούκα δεν αποκλείεται να αποδειχθεί αρκετά πιο περίπλοκη. Αυτό προφανώς δεν σημαίνει πως ο Ολυμπιακός δεν θα έχει του χρόνου πολλούς λόγους να είναι ανταγωνιστικός και ικανός να σκοπεύσει την κορυφή, αλλά πως η τρέχουσα συγκυρία συνιστά μια ευκαιρία που κανείς δεν ξέρει αν θα παρουσιαστεί ξανά στο μέλλον.

Απόψε το βράδυ οι Πειραιώτες θα πατήσουν το παρκέ σαν φαβορί. Όχι γιατί το είπε ο Δημήτρης Ιτούδης, αλλά γιατί αυτή είναι η αλήθεια που κανείς στον Ολυμπιακό δεν φοβάται – ούτε χρειάζεται να το κάνει. Ο Μπαρτζώκας και οι παίκτες του έκαναν πάρα πολλά αυτούς τους επτά μήνες για να αφήσουν την αυτοπεποίθηση και την πίστη τους να τρεμοπαίξει τώρα, στο τελευταίο 40άρι πριν το Κάουνας.

Είναι όπως φέρεται να είχε πει ο Μπόμπι Φίσερ στο ψυχροπολεμικό Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1972 με τον Μπόρις Σπάσκι, όταν η ομάδα του τον συμβούλευσε να μην παίξει μια βαριάντα (σ.σ παραλλαγή, την Νάιντορφ) της Σικελικής γιατί οι Ρώσοι την είχαν μελετήσει και είχαν βρει αποτελεσματική απάντηση.

«Θα πέσω με την βαριάντα μου».

Keywords
Τυχαία Θέματα