«Club 23.4» του Ντίνου Γιώτη

Προδημοσίευση από το μυθιστόρημα του Ντίνου Γιώτη Club 23.4, που θα κυκλοφορήσει στις 4 Απριλίου από τις Εκδόσεις Βακχικόν.

ΙΙ

23
Από παιδί με βασάνιζε η έννοια της ανυπαρξίας, η έννοια του τίποτα. Πώς θα ήταν αν δεν ήταν ο κόσμος; Κι αν υποθέσουμε ότι ο κόσμος μας δημιουργήθηκε σε ένα άχρονο σημείο, τότε τι υπήρχε πριν; Και πώς θα είναι μετά, αν κάποια
στιγμή πάψει να υπάρχει; Πώς είναι το μη-είναι;
Κάποιες μεταμεσονύκτιες ώρες, με τα μάτια ανοιχτά στο σκοτάδι, προσπαθούσα

να συλλάβω το απολύτως τίποτα εστι- άζοντας με τον νου μου, αν μπορώ να πω κάτι τέτοιο, στην έννοια αυτήν. Ξεκινούσα τη σκέψη μου από αναγνωρίσιμες υπάρξεις –οι γονείς μου, οι συμμαθητές μου στο σχολείο, το απέναντι βουνό–, για να περάσω σε αντικείμενα που γνώριζα εμμέσως, όπως άστρα, γαλαξίες, φως και σωματίδια. Κι όσο κατηύθυνα τη σκέψη μου, σαν ακτίνα λέιζερ, όλο και πιο πίσω στον χρόνο κι όλο και πιο βαθιά στα ενδότερα της ύλης τόσο απομακρυνόμουν από οποιαδήποτε νοηματοδότηση. Αντι- θέτως, ένιωθα να οδηγούμαι, για απειροελάχιστο χρόνο, στα αρχέγονα έγκατα του κόσμου, χωρίς να διαισθάνομαι (εκείνη η στιγμιαία έκλαμψη δεν είχε σχέση με κανενός είδους αισθη- τική πρόληψη), αλλά να «αντικρίζω» κατά κάποιον τρόπο, θα μπορούσα να πω, εκείνο που δεν αντιλαμβανόμαστε.

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

CLUB 23,4 63

Ήταν τότε που πεταγόμουν από το κρεβάτι μου κάθι- δρος και με τα μάτια ορθάνοιχτα προσπαθούσα να αναγνω- ρίσω κάποιο γνωστό σημείο στο σκοτάδι του δωματίου μου. Έψαχνα να βρω κάτι οικείο για να μπορέσω να αρπαχτώ από αυτό και να απαλείψω εκείνο τον απέραντο τρόμο που νιώ- θει η ύπαρξη μπροστά στην ανυπαρξία. Κι όσο κι αν προσπα- θούσα ανακαλώντας διάφορες ευχάριστες εικόνες –μια βου- τιά στη θάλασσα, μια πηγή στο βουνό, τη δική σου μορφή– να απομακρυνθώ γρήγορα από το σημείο-τίποτα, πάντα το μυαλό μου κατέληγε, μέσα από δαιδαλώδεις διαδρομές, στην εξής εικόνα: είμαι καβάλα σε ένα ολοκαίνουριο κίτρινο ποδήλατο με δερμάτινη σέλα και φτερά από νίκελ, και ποδηλατώντας φεύγω μακριά με ανακούφιση. Δεν είχε σημασία που μετά από αρκετό καιρό θα έπεφτα ξανά στον ίλιγγο της απορίας· σημα- σία είχε πως το ίδιο εκείνο κίτρινο ποδήλατο θα με απομά- κρυνε πάλι από τον τόπο της μεγάλης ανατριχίλας.
Κάθε φορά που έκανα μια σπουδαία σκέψη –ή τουλάχιστον έτσι νόμιζα– για όλα εκείνα που με απασχολούσαν, δηλαδή περί ύπαρξης, ζωής, προορισμού κ.λπ., έσπευδα να την κατα- γράψω στο μπλε τετράδιο, φοβούμενος μήπως μου διαφύγει την επόμενη στιγμή, με σκοπό να ασχοληθώ αργότερα μαζί της. Κι όταν έβρισκα τον χρόνο –ή μάλλον τη διάθεση– και ετοιμαζόμουν να αναμετρηθώ μαζί της πάνω στο χαρτί, ανα- κάλυπτα, προς μεγάλη μου απογοήτευση, ότι το νόημα αυτού που νόμιζα ότι είχα συλλάβει ως κάτι το εξαιρετικά πρωτότυπο είχε ειπωθεί χιλιάδες χρόνια πριν από άλλους, πολύ σοφότε- ρους από μένα.
Θα μπορούσα να παρηγορηθώ με τη σκέψη ότι «τα μεγάλα πνεύματα συναντιούνται», αλλά γνώριζα καλά ότι η μνήμη μου ανέσυρε, με αφορμή κάποιο τυχαίο γεγονός ή κάποιο ανά- γνωσμα, την πληροφορία που είχε καταγράψει ως σπουδαία – ακόμα και συνδυάζοντας διαφορετικές πηγές–, και την εμφά- νιζε ως δική μου. Συνεπώς, επειδή δεν ήμουν κανένα μεγάλο

64 ΝΤΊΝΟΣ ΓΊΏΤΗΣ

πνεύμα, δεν ήθελα να κομίζω καμιά γλαύκα εις Αθήνας, ωστόσο μπορούσα να διδαχτώ απ’ όλους εκείνους που είχαν κομίσει τη δική τους σοφία στην ανθρώπινη ιστορία.
Με αυτές τις υπαρξιακές ανησυχίες να με κατατρύχουν ήρθα στην Αθήνα, φοιτητής πλέον, με μακριά μαλλιά και απο- φασισμένος να βρω τις απαντήσεις στη νέα εποχή που ανέ- τελλε ελπιδοφόρα αλλά και ψευδεπίγραφη, όπως θα αποδει- κνυόταν στο κοντινό μέλλον, όταν τα όνειρα και οι ελπίδες των ανθρώπων θρυμματίστηκαν για μια ακόμα φορά από τη σκληρή τάξη των πραγμάτων. Τότε που με ενθουσιασμό τρέ- χαμε αγεληδόν πίσω από θεωρίες που προφήτευαν το λαμπρό μέλλον που θα ερχόταν νομοτελειακά, όπως η μέρα ακο- λουθεί τη νύχτα, πάνω στη Γη, επειδή Le Fond de l’Air Est Rouge,11 εγώ το μόνο που ήθελα ήταν να μπορέσω να ταξι- δεύω άσκοπα, όπως ο Σαλ Παραντάιζ,12 και να ακούω μουσι- κές από τους Doors και τον Μπομπ Ντίλαν, προτιμήσεις που με καθιστούσαν αποσυνάγωγο στις μεγάλες πολιτικές και κοι- νωνικές παρέες που σχηματίζονταν στην αυγή της Μεταπολί- τευσης, η καθεμιά από τις οποίες ανταγωνιζόταν μέχρι ξυλο- δαρμού τις άλλες περί όνου σκιάς ή, με άλλα λόγια, για το ποια είναι η πιο πούρα έκφραση της επανάστασης.
Εύκολα λοιπόν μπορούσα να συμπεράνω ότι θεωρούμουν ένα παράξενο και λοξό παιδί που δεν συμβάδιζε με το πεπρω- μένο της Ιστορίας, αλλά σιτιζόταν με ό,τι ψίχουλα έπεφταν από το τραπέζι της Τέχνης, βρίσκοντας περισσότερο ενδιαφέ- ρον σ’ ένα τραγούδι ή σ’ ένα σονέτο παρά σε μια πολιτική δια- κήρυξη ή ένα κοινωνικό μανιφέστο.

Το Βάθος του Ουρανού Είναι Κόκκινο, ντοκιμαντέρ του Κρις Μαρκέρ.O αφηγητής στο μυθιστόρημα του Τζακ Κέρουακ Στον Δρόμο.
Keywords
Τυχαία Θέματα