Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου: «Ο θυρωρός των ημερών»

Ερευνώντας κανείς το γευσιλόγιο της ποιητικής της Ευτυχίας-Αλεξάνδρας Λουκίδου, μπορεί να κάνει λόγο για ποίηση σύνθετη, γεμάτη, αιχμηρή με οξυμμένες γωνίες κατά περίπτωση, βαθιά, με πολύπλοκο άρωμα, έντονη στην εξέλιξη αλλά ήπια και βελούδινη στην επίγευσή της. Για κάποιον που εισέρχεται άγνωρος και με την πρωτόγονη σκευή του αμύητου, η γεύση προκύπτει σταδιακά και ίσως γίνεται δύσκολα προσλήψιμη σε αρκετά σημεία της. Αν όμως κανείς εισέλθει με τη σύσταση των προηγούμενών του αναγνώσεων, προσέρχεται ευσταλής σε μυστικό δείπνο δίκην αποκαλυπτικής ιερουργίας.

Καθώς, λοιπόν, ο αναγνώστης

εισάγεται στη μυσταγωγία της αισθητικής απόλαυσης, έχει την αίσθηση μιας ιδιότυπης περιήγησης, όπου το διανοητικό απαύγασμα του γλωσσικού πλούτου της Ευτυχίας-Αλεξάνδρας Λουκίδου είναι υψηλό αλλά διόλου στομφώδες. Είναι ειλικρινές και εύστοχο, χωρίς περιστροφές, με ακρίβεια και συνέπεια λόγου και νοήματος. Δεν είναι αυτόδηλο. Είναι βαθιά εσωτερικό με διάθεση εξομολόγησης. Είναι δεικτικό, αλλά ποτέ δηκτικό. Έχει τη λεπτότητα των χειρισμών στη διαχείριση των υλικών της. Υλικά δουλεμένα στον χρόνο, στην ανθρώπινη τριβή, στη μεταγνωστική επεξεργασία και εκδήλωση. Πώς αξιολογούνται τα υλικά σε ένα πνευματικό προϊόν; Από τις γεύσεις που αναδίδουν καθώς τα γεύεσαι. Από τη μνήμη της εμπειρίας ανάγνωσης που εναποτίθεται μέσα σου, καθώς κλείνεις το βιβλίο. Από την κατάθεση του συναισθήματος, όπως αυτό εγγράφεται στο γκισέ της ψυχής του ενός, των πολλών, εμάς και των άλλων.

Η τέχνη του λόγου είναι αυτή που μας συστήνεται τη στιγμή της έκπληξης. Εκείνης της ωραίας συνάντησης με το απρόσμενο, το ασύνηθες, το αταίριαστο αλλά ωστόσο έξοχα ταιριαστό τελικά: το ν’ αποχαιρετάς τα φανερά/ και διαφυγές να επινοείς/ για να μην πλήττουν οι λέξεις από το ποίημα «Και πώς ξεκινάτε να γράφετε;».

Η σκέψη της Ευτυχίας-Αλεξάνδρας Λουκίδου είναι σκέψη κρυστάλλινη με την ποιότητα της πρώτης ύλης και πολυεδρική. Δεν σκοντάφτει σε χάσματα νοηματικά, δεν αποπειράται λεκτικά άλματα επιδιώκοντας τον γρήγορο εντυπωσιασμό. Γνώριμα γήινη, σε συστήνει ακόμη και στα πιο δύσμορφα τοπία της ανθρώπινης πραγματικότητας. Σε αφήνει να εισέλθεις στα ψυχικά φαινόμενα που αφήνει πίσω της αυτή η περιηγητική στιχοπλοκία, χωρίς να επιφορτίζει, χωρίς να δημιουργεί αίσθημα δύσφορο αν και σε εποχές δυσανεξίας.

Η αποτύπωση της πρόθεσης ξεκάθαρη ήδη από το αισθητικά λιτό αλλά γλαφυρά εύγλωττο εξώφυλλο. Η βαρύτητα και η ελαφρότητα. Η φθορά και η εξαΰλωση. Η εμπειρία και το ιδεατό. Ο ρεαλισμός και το πέταγμα στη σφαίρα των ιδεών. Σαν να υποδεικνύει πως τη σκονισμένη πραγματικότητα της καθημερινής τριβής διαδέχεται το τίναγμα της σκόνης. Σαν να επαγγέλλεται πως ό,τι επικάθεται στην καθαρότητα του λευκού, αναφυσάται, αναπτερώνεται, αποκαθαίρεται και ανασυστήνεται μαγικά. Ο Θυρωρός των ημερών μάς υποδέχεται δείχνοντας με το δάχτυλο τη στενότητα του χρόνου:

[…] Βιάζεται η υδρόγειος/ κι είναι κλειστό απόψε το μουσείο/ –η σκόνη κι ο συναγερμός φρουρούν τα αρχαία νομίσματα–, δεν προλαβαίνει./ Η μόνη οικονομία της λίγη χρυσή κλωστή/ απ’ τη θητεία στον λαβύρινθο./ Είναι αρκετή να εξαγοράσει τη διάρκεια; […] Τελειώνει ο χρόνος των μορφών./ Το χρέος δεν θα μου χαριστεί./ Εξάπαντος, λίγη λεβάντα («Ο Θυρωρός των ημερών»).

{jb_quote}Το διανοητικό απαύγασμα του γλωσσικού πλούτου της Ευτυχίας-Αλεξάνδρας Λουκίδου είναι υψηλό αλλά διόλου στομφώδες.{/jb_quote}

Η ποιήτρια βιώνει την αδηφάγα επίθεση του χρόνου που καταβροχθίζει τα πάντα στα γρανάζια του:

–– Μα τώρα που λέων ωρυόμενος μας κυνηγά ο χρόνος/ ̶ εκείνος που διανύθηκε κι αυτός που απομένει ̶ («Συζητώντας με τον ποιητή το ενδεχόμενο απόδρασης»).

–– Στο μεταξύ, ο αρουραίος των λεπτοδειχτών/ θα ροκανίζει ανενόχλητος τον καναπέ («Οι ήρωες του Μπέκετ φορούσαν πάντοτε καπέλο»).

–– Αχ, ο στροβιλισμός της αιωνιότητας που ψεύδεται/ ασύστολα ψεύδεται και προσποιείται/ τη στήριξη και τη διάρκειά της («Γοργόνα εσωτερικού χώρου»).

–– Εκ γενετής εξόδια τα σώματα («Το ξένο σώμα»).

–– Αργός εκρήγνυται στο σώμα μου ο χρόνος. […] Αργός ο χρόνος και θολά μιλά τα δικαιώματά μου («Νανούρισμα για σιγανές αφυπνίσεις»)

Η μοναξιά του ανθρώπου διάχυτη, καθαγιασμένη στην αιώνια σιωπή της: Η γλώσσα ολοένα συστρέφεται/ γύρω από γομφίους και κοπτήρες,ενώ παρακάτω παραμένει: αμίλητη/ μέχρι η σκουριά στα σπλάχνα της/ να διασταυρωθεί με άταφα μοιρολόγια («Αγία Ερημία»).

Το βίωμα γίνεται πνιγηρή μνήμη. Ματαιώσεις και αδικαίωτες προσμονές. Αδιόρατες απηχήσεις ενός επερχόμενου μέλλοντος: Η αναίρεση γδέρνει τις ώρες/ με ήχο αιώρησης αινιγματικό, που σημαίνει:/ Ας μείνουν ανεντόπιστες οι απαντήσεις («Οι ήρωες του Μπέκετ φορούσαν πάντοτε καπέλο»). Φυσιογνωμίες αινίγματα, μορφές μύθων, υπαρκτοί ήρωες, όλα ανεξιχνίαστα στο ορατό πεδίο. Εποχές κατάρρευσης, αγωνίας και τρόμου: Μετέωροι, ημιάγριοι και κατακλυσμιαίοι/ μίσχοι που επινόησε κάποια εγγύτητα άνοιξης/ απάνθρωπης κι εκδικητικής/ απελπισία θαύματος/ που δεν ευτύχησε να μπει στην τελική ευθεία («Tableau vivant μέχρι νεωτέρας»). Ο θάνατος η μόνη αδιαμφισβήτητη εξουσία: Λάμψη θανάτου και ριπή/ διά παντός αθάνατη («Έκθεση φωτογραφίας: “Το βλέμμα των μικρών προσφύγων”»). Πού έχει θέση, άραγε, η αγάπη και η συγχώρεση; Η τέχνη του βίου έγκειται στην προετοιμασία («Από το σπίτι της παρόδου Κράσνη 18 μέχρι το σπίτι μου»).

Αυτήν ακριβώς την αίσθηση της μετάβασης στη σφαίρα της ενήλικης πραγματικότητας και των συμπαρομαρτούντων της, την αγωνία και την πικρόστυφη γεύση του σύγχρονου κοινωνικού και πνευματικού μας αδιέξοδου εισπράττουμε από τη γραφή της Λουκίδου στον Θυρωρό των ημερών με μια ομολογουμένως μορφική και υφολογική ποικιλία. Η ποιητική της μπορεί να εκκινεί, όπως μας εξομολογείται, από κάτι ευτελή υλικά τελείως αβαρή: το πούπουλο/ κι ένα ρυθμό αρχαίο, καταγωγικό/ σαν τον αδιόρατο συλλογισμό φτερού/ πριν ξεκολλήσει από τον άγγελο/ ή απ’ τη σουσουράδα («Και πώς ξεκινάτε να γράφετε;»). Δεν είναι όμως η ποίηση της αυταπάτης και των ψευδαισθήσεων. Είναι η συνάντηση με τον φόβο, τη φρίκη, την ανάσχεση, το ανοιχτό ενδεχόμενο, σε μια θεατρική συνθήκη όπου πρόσωπα και προσωπεία συνυπάρχουν και εναλλάσσονται, αλληλεπιδρούν, διαλέγονται ή σιωπούν, δρουν ή αποσύρονται, πρωταγωνιστούν ή παραμένουν εμφατικά στο περιθώριο. Συμπλέουν με την πραγματικότητα ή αντιστέκονται σθεναρά, αφουγκράζονται ή τελούν υπό καθεστώς ανοσμίας κι άοσμα παραμένουν τα χρώματα παρά τις αποχρώσεις («Tableau vivant μέχρι νεωτέρας»).

Η ίδια, σε συνέντευξή της στο Θευθ, αναφερόμενη στη θεατρικότητα που χαρακτηρίζει την ποίησή της έχει πει: «η θεατρικότητα που επανέρχεται με κάποιες διαλογικές εισβολές είναι η ανάγκη μου άλλοτε να προκαλέσω μια κάποια διαβεβαίωση για ύπαρξη παραλήπτη κι άλλοτε να ελαφρύνω την αίσθηση του πνιγμού. Ίσως πάλι να είναι απλώς μια απόπειρα να πείσω πως όλα παίζονται επί σκηνής, πως η διανομή των ρόλων γίνεται από σκηνοθέτη με γνώση και αίσθημα βαθύ, αλλά κυρίως ότι η συζήτηση λαμβάνει χώρα επί σκηνής με τον συγγραφέα του έργου παρόντα και με το τέλος ανοιχτό σε μετατροπές και διορθώσεις».

Η επίσκεψη σε κάθε σκηνή του ποιητικού χώρου της Ευτυχίας-Αλεξάνδρας Λουκίδου είναι και μια αδιαμφισβήτητη νοητική και συναισθηματική εμπλοκή. Μια διαρκώς παλλόμενη εντύπωση καταγράφεται στον λευκό χάρτη της ψυχής του αναγνωστικού υποκειμένου, που συνδιαμορφώνεται με την εξέλιξη των προσώπων στο διάβα της ποιητικής φανέρωσης. Η μέθεξη, όμως, ακολουθεί μια καμπύλη κίνηση, όπως αυτή της αιώρησης σε μια κούνια ή σε μια τραμπάλα. Η ποιήτρια έτσι μας αφήνει να βυθιστούμε στον λαβύρινθο της σκέψης και του συναισθήματος μόνο τόσο, ώστε να αποφύγουμε το αίσθημα της ψυχικής δυσφορίας και του αδιέξοδου. Σκοπός να μας εμβαπτίσει, να μας γνωρίσει τα αφανέρωτα, αυτά που δύσκολα μπορούν να ειπωθούν, κι έπειτα να μας φέρει ξανά στην επιφάνεια του ιστορικού μας παρόντος. Όπως ένα κινηματογραφικό φιλμ νουάρ που γυρίζεται αριστοτεχνικά αφήνοντας στο τέλος το αίσθημα του ανεκπλήρωτου.

Ο θυρωρός των ημερών
Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου
Κέδρος
σ. 96
ISBN: 978-960-04-5313-3
Τιμή: 9,90€

Keywords
Τυχαία Θέματα