«Ίνκουμπους» του Βαγγέλη Γιαννίση

10:17 7/4/2022 - Πηγή: Diastixo

Προδημοσίευση από το αστυνομικό μυθιστόρημα του Βαγγέλη Γιαννίση Ίνκουμπους, που θα κυκλοφορήσει στις 13 Απριλίου από τις Εκδόσεις Διόπτρα.

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

ΙΝΚΟΥΜΠΟΥΣ
Βαγγέλης Γιαννίσης
2


Τρίτη, 27 Μαρτίου
Καναλβέγκεν


Ο φωτογράφος έσκυψε δίπλα στην όχθη, έφερε το σκόπευτρο της Canon EOS 5D στο δεξί του µάτι και πάτησε

το κουµπί λήψης. Το φλας άστραψε, τροµάζοντας δύο πάπιες, οι οποίες κολυµπούσαν σε κοντινή απόσταση. Ο Άντερς αναγνώρισε πως ήταν αρσενικές από το πράσινο κεφάλι τους. Η αλήθεια ήταν πως γνώριζε ελάχιστα για τα πτηνά γενικότερα, ωστόσο µια σχολική εργασία του γιου του πριν από µερικούς µήνες τού έµαθε διάφορα ενδιαφέροντα πράγµατα για τις πάπιες, τα οποία, αν µπορούσε, θα προτιµούσε να ξεχάσει. Όπως, για παράδειγµα, την τάση τους προς τη νεκροφιλία ή την ιδιοµορφία των γεννητικών οργάνων της θηλυκής πάπιας, τα οποία διαθέτουν µέχρι και εννιά ψεύτικες οπές, ώστε να αποφεύγουν τη γονιµοποίηση από κάποιο αρσενικό που δεν έχουν επιλέξει.
Αφού ο φωτογράφος ικανοποιήθηκε από την ποιότητα των λήψεων, έκανε στην άκρη και επέτρεψε σε έναν εξερευνητή των εγκληµατολογικών εργαστηρίων να γονατίσει δίπλα στο αντικείµενο που φωτογράφιζε. Ήταν µικρό και έµοιαζε µε βόλο, ή µε µισοφαγωµένο γλειφιτζούρι, το καλαµάκι του οποίου είχε σπάσει. Δυο οµόκεντροι κύκλοι, ένας µεγαλύτερος και ένας κατά πολύ µικρότερος, κάλυπταν ένα µέρος ιάς του, πάνω στην οποία απλώνονταν µικροσκοπικές κόκκινες κηλίδες.
Ο εξερευνητής το πήρε µε προσοχή στο δεξί, γαντοφορεµένο του χέρι και έπειτα το τοποθέτησε µέσα σε µια δια­­φανή πλαστική σακούλα. Κιτρινωπό υγρό διέρρευσε από τον βόλο, γεµίζοντας τη γωνία της σακούλας. Ο Άντερς αναρωτήθηκε πόσοι άνθρωποι είχαν περάσει δίπλα του, πεζοί, πάνω σε ποδήλατα, βγάζοντας βόλτα τον σκύλο τους ή τροχάδην, προτού ένα µικρό αγοράκι, ο Περ, ξεφύγει από το χέρι της µητέρας του για να «χαιρετήσει τις πάπιες στο ποτάµι» και στη συνέχεια να σκύψει στην άκρη του δροµάκου και να σηκώσει ένα «πετραδάκι», το οποίο γεµάτος περηφάνια ήθελε να δείξει στη µητέρα του, καθώς ήταν «όµορφο και πολύχρωµο». Η µητέρα του διαπίστωσε πως το πετραδάκι ήταν στην πραγµατικότητα ένα µάτι.
Παρότι ήθελε να ουρλιάξει και να το πετάξει µε όλη της τη δύναµη στον ποταµό Σβαρτόν, φέρθηκε µε ψυχραιµία· το άφησε στο σηµείο όπου το είχε βρει ο Περ, τράβηξε το αγόρι παράµερα, το κάθισε στο πιο κοντινό παγκάκι, του καθάρισε τα χέρια µε αντισηπτικό και έπειτα κάλεσε από το κινητό της το 112.
Ο Άντερς πλησίασε τον εξερευνητή και ζήτησε να περιεργαστεί το εύρηµα. Το µάτι έµοιαζε ανθρώπινο· πάνω του έφερε διάφορες πληγές, πιθανότατα από το ράµφος κάποιου πουλιού, το οποίο το τσιµπολογούσε. Αν έκρινε από την ανυπαρξία αίµατος στο ευρύτερο σηµείο, πιθανότατα το πεινασµένο πουλί είχε μεταφέρει το µάτι µέχρι εκεί.
Αν και οι αστυνοµικοί εκπαιδεύονται να µη βγάζουν ποτέ αμέσως συµπεράσµατα, η πείρα τούς έχει µάθει να µην αγνοούν τις πρώτες τους σκέψεις, εκείνες που το µυαλό τους παράγει µηχανικά, ως αποτέλεσµα νοητικών διεργασιών που ολοκληρώνονται σε κλάσµατα δευτερολέπτου.
Οι συλλογισµοί αυτοί µοιάζουν µε επιπόλαιες συντοµεύσεις, θυμίζουν τον µαθητή που γράφει απευθείας τη λύση µιας εξίσωσης δίχως να κάνει τις πράξεις, στην πραγµατικότητα ωστόσο είναι το προϊόν της συσσωρευµένης εµπειρίας. Μαθαίνουν να διακρίνουν επαναλαµβανόµενα µοτίβα, τα οποία τους οδηγούν στην ταξινόµηση των εγκληµάτων σε κάποιο προφίλ. Μπορεί στην πορεία της έρευνας αυτές οι πρώτες σκέψεις να αποδεικνύονται λανθασµένες, ωστόσο τους δίνουν µια πρώτη κατεύθυνση.
Οι Ρώσοι.
Την περασµένη τριετία, το Τµήµα Εγκληµάτων του Έρεµπρο είχε αντιµετωπίσει δύο περιστατικά στα οποία τα µάτια των θυµάτων είχαν αφαιρεθεί. Στην πρώτη περίπτωση, ένας δεκαεννιάχρονος τοξικοεξαρτηµένος είχε καταλήξει φορτωµένος στο πίσω κάθισµα ενός ταξιτζή, ο οποίος ανέφερε πως ένας καραφλός γορίλας έβαλε το θύμα –που φορούσε φτηνά γυαλιά ηλίου– να καθίσει πίσω και, αφού έδωσε στον οδηγό δύο τσαλακωµένα χαρτονοµίσµατα των πεντακοσίων κορονών, του είπε να πάει τον φίλο του στο νοσοκοµείο. Προτού ο ταξιτζής προλάβει να διαµαρτυρηθεί, καθώς ο νεαρός αιµορραγούσε κάτω από τα γυαλιά του, ο γορίλας είχε εξαφανιστεί. Ο νεαρός ισχυρίστηκε στους γιατρούς πως είχε ένα ατύχηµα, δίχως να διευκρινίσει τη φύση του, και η αστυνοµική έρευνα που ξεκίνησε τυπικά µπήκε γρήγορα στο συρτάρι, µε δεδοµένη την άρνηση του νεαρού να µιλήσει. Το δεύτερο θύµα, ένα σεσηµασµένο βαποράκι, δεν ήταν τόσο τυχερό. Βρέθηκε νεκρό σε ένα πάρκο της Βιβάλα, δίχως µάτια και γλώσσα. Ο ιατροδικαστής σηµείωσε ως αιτία θανάτου τον πνιγµό· τα πνευµόνια βρέθηκαν γεµάτα από το αίµα του.
Η εξόρυξη των οφθαλµών αποτελεί αγαπηµένη πρακτική συµµοριών που θέλουν να τιµωρήσουν παραδειγµατικά όσους είδαν κάτι που δεν έπρεπε, εφαρµόζοντας, λίγο καταχρηστικά, η αλήθεια είναι, τις προσταγές του μωσαϊκού νόµου. Η εγκληµατική οργάνωση που µονοπωλούσε τη διακίνηση ναρκωτικών και την πορνεία στην περιοχή του Έρεµπρο δεν πρωτοτυπούσε στον τοµέα αυτό. Μέχρι πριν από µερικά χρόνια, την επιβολή του νόµου είχε αναλάβει ο Γιόχαν Λινέ, ένας πρώην πεζοναύτης και δεξί χέρι του Μαξ, ανθρώπου για τον οποίο γνώριζαν ελάχιστα πέρα από το ότι στρογγυλοκαθόταν στον θρόνο της οργάνωσης. Ωστόσο, ο Λινέ ήταν τώρα νεκρός και ο αντικαταστάτης του παρέµενε άγνωστος.
Ο Άντερς έδωσε τη σακούλα µε το µάτι στον εξερευνητή και έγνεψε κοφτά. Στο βάθος, στο σηµείο όπου η Καναλβέγκεν συναντούσε τη Μανιλαγκάταν, είχαν τοποθετηθεί µεταλλικά κιγκλιδώµατα, αποκλείοντας τον πεζόδροµο. Δίπλα τους, ένας ένστολος στεκόταν χαλαρός, βλέποντας τα αυτοκίνητα και το αδιάφορο αραιό πλήθος των περαστικών να περνούν. Άλλοι ένστολοι ερευνούσαν µεθοδικά τις δύο περιοχές που διέτρεχε ο Σβαρτόν, το Σταντσπάρκεν, το νησί Στόρα Χόλµεν, αλλά και το γειτονικό Χιτεπάρκεν, παρότι ο αρχιεπιθεωρητής αµφέβαλλε πως θα έβρισκαν κάτι. Αν έκρινε από την όψη του, η αποσύνθεση του µατιού ήταν προχωρηµένη και, εφόσον ήταν βάσιµη η θεωρία πως το πτώμα βρισκόταν εκτεθειµένο σε εξωτερικό χώρο και κάποιο πουλί είχε μεταφέρει το μάτι µέχρι την όχθη, οι πιθανότητες να µην έχει παρατηρήσει –ή έστω µυρίσει– κανείς ένα πτώµα εδώ και µέρες σε ένα από τα πιο πολυσύχναστα σηµεία της πόλης ήταν ελάχιστες.
Ο ασύρµατος του αρχιφύλακα παραδίπλα έτριξε, καθώς κάποιος από τους αστυνοµικούς που συµµετείχαν στην έρευνα έδινε αναφορά.
«Δεν βρήκαν τίποτα στο Στόρα Χόλµεν», είπε στον Άντερς, στερεώνοντας τον ασύρµατο στη ζώνη του. «Θα φέρουν τα πτωµατόσκυλα στο πάρκο, µήπως τελειώνουµε µια ώρα αρχύτερα».
Ο αρχιεπιθεωρητής κατένευσε και έβαλε τα χέρια στις τσέπες του µάλλινου παλτού του. Σε λίγο καιρό θα ζέσταινε, και το παλτό θα έµπαινε στην ντουλάπα, µαζί µε τα υπόλοιπα χειµωνιάτικα ρούχα. Ο σπάγγος του κοµπολογιού τυλίχτηκε γύρω από τα δάχτυλα του δεξιού του χεριού.
«Επιστρέφω στο τµήµα», είπε στον αρχιφύλακα. «Αν βρείτε τίποτα…»
«Ξέρω».
Τράβηξε το αριστερό χέρι από την τσέπη και µαζί του έβγαλε ένα πακέτο Prince. Ώσπου να φτάσει στο ύψος των κιγκλιδωµάτων, είχε ξετυλίξει το πλαστικό περιτύλιγμα του πακέτου.

Keywords
Τυχαία Θέματα