GO Talks: Η πρώτη στιγμή απελπισίας στα "Soulsborne"

"Προσοχή, Τοίχος".

Για το δεύτερο άρθρο της στήλης "GameOver Talks" αντλήσαμε έμπνευση από την είδηση που είδε το φως της δημοσιότητας την προηγούμενη εβδομάδα, η οποία έκανε λόγο για την τεράστια εμπορική επιτυχία που έχει σημειώσει η σειρά Dark Souls. Όπως αναφέρει η Bandai Namco, συνολικά η σειρά έχει πουλήσει περισσότερα από 27 εκατομμύρια αντίτυπα, με το Dark Souls III να κρατάει τα ηνία,

με πωλήσεις άνω των δέκα εκατομμυρίων αντιτύπων. Οι αριθμοί, για μια κατηγορία παιχνιδιών που δεν την λες και "φιλική" προς τον παίκτη, είναι άκρως εντυπωσιακοί και καταδεικνύουν την τεράστια δυναμική που έχει το franchise, αλλά και τη μεγάλη αγάπη που δείχνει το κοινό προς αυτά τα παιχνίδια.

Έτσι, βρήκαμε την ευκαιρία να γράψουμε -τι άλλο;- για χαρακτηριστικές στιγμές... πόνου και απελπισίας που έχει προκαλέσει η FromSoftware δέκα χρόνια τώρα, όχι μόνο στα Dark Souls, αλλά σε όλα τα παιχνίδια του "φάσματος" που αποκαλούμε "Soulsborne". Εγώ προσωπικά δεν έχω να περιγράψω μια συγκεκριμένη στιγμή απελπισίας από τα παιχνίδια αυτά. Γιατί έχω πολλές.

Η εμπειρία μου είναι ελάχιστη με το franchise, διότι κάθε φορά που έχω ξεκινήσει ένα από τα Demon's/ Dark/ Bloodborne, λίγες ώρες μετά η απελπισία έρχεται "πρώτο τραπέζι", το χειριστήριο εκσφενδονίζεται και η κονσόλα κλείνει με συνοπτικές διαδικασίες. Αφού δεν είχαμε κανένα ατύχημα στο σπίτι όσες φορές έχω δοκιμάσει ένα από τα παιχνίδια της FromSoftware, τυχεροί είμαστε. Δεν απέκτησα ποτέ την υπομονή ή την ικανότητα για να απολαύσω αυτά τα παιχνίδια. Και όταν ακούς τους υπόλοιπους να περιγράφουν πόσο καταπληκτικά είναι, τότε έρχεται η χειρότερη στιγμή, η πραγματική απελπισία, του ότι χάνεις κάτι σπουδαίο, επειδή δεν του έχεις δώσει όσα ζητάει για να το απολαύσεις.

Γιώργος Καλλίφας

Τι να πρωτογράψεις όταν το θέμα έχει να κάνει με την απελπισία στα soulsborne όταν κάθε παιχνίδι βρίθει από τέτοιες στιγμές; Η πρώτη επαφή με οποιονδήποτε τίτλο του είδους θα μπορούσε να αποτελεί κάλλιστα για τον καθένα μάλλον την πρώτη υποψήφια περίπτωση. Δύσκολα να μην νοιώσεις απελπισία όταν κάνεις το παρθενικό σου ξεκίνημα στο Boletarian Palace και συνειδοποιήσεις ότι το button mashing δεν θα σε πάει πουθενά. Η αλήθεια είναι όμως ότι αυτή η δύστροπη αρχή φέρνει μία λανθάνουσα αίσθηση απελπισίας, που σχετικά γρήγορα και με λίγο πείσμα ξεπερνιέται, μία bonfire τη φορά.

Και είναι λανθάνουσα αίσθηση γιατί η πραγματική απελπισία παραμονεύει στη γωνία. Έρχεται όταν έχεις καταφέρει με ιδρώτα να κατακτήσεις το αμείλικτο Sen’s Fortress, ξεπερνώντας τους αδυσώπητους φιδάνθρωπους, τους στρατηγικά τοποθετημένους μάγους σε στενούς διαδρόμους με αιωρούμενα τσεκούρια, τις κοτρώνες που σε κάνουν ένα με το έδαφος, και εκείνο το σεντούκι που σου μαθαίνει τι θα πει jump scare. Αφού έχεις ξεπεράσει αυτόν τον γολγοθά, νοιώθοντας ότι πλέον κατέχεις το gameplay και ενώ την έχεις δει ασσασσίνος, περπατώντας στα πανύψηλα στενά αντερείσματα του καθεδρικού, ξαφνικά σου σκάνε, από το πουθενά, δύο βέλη που σε πετάνε στα τάρταρα της Anor Londo. Αιφνιδιαστική επίθεση, λες, απροετοίμαστο σε βρίσκει σκέφτεσαι μαγκωμένος και προσπαθείς να ξαναδοκιμάσεις με την πάντα πιστή ασπίδα σηκωμένη, μόνο για να δεις την καθιερωμένη στρατηγική να καταρρέει.

Η πραγματική απελπισία έρχεται όταν κοιτάς αποσβολωμένος αυτή τη λωρίδα τοίχους που πρέπει να διασχίσεις, αναγνωρίζοντας ότι η μόνη τακτική που μπορεί να λειτουργήσει είναι αυτή του αλαφιασμένου τρεξίματος και της μανιασμένης επίθεσης, δίχως αύριο, μία μέθοδος που έως τότε φάνταζε συνταγή για σίγουρη αυτοκτονία. Μία τακτική βέβαια που τελικά εκεί καταλήγει στο 99% των περιπτώσεων μέχρι να καταφέρει αυτό το 1% να έρθει, συνοδευόμενο από 80% τύχη και 20%, ας τα πούμε, αντανακλαστικά ώστε να αναφωνήσει κανείς ξεθεωμένος Praise the Sun!

Νικόλας Μαρκόγλου

Διαβάζοντας τον τίτλο του σημερινού θέματος, συμπεραίνω πως απλά ένα και μόνο όνομα χρειάζεται για να φτιαχτεί η εξίσωση. Και το όνομα αυτό, ανήκει φυσικά στον καταραμένο Fume Knight με τη "φλεγόμενη" σπάθα του. Και αυτό, επειδή το DS2 ήταν το πρώτο του είδους με το οποίο έτυχε να ασχοληθώ και να βιώσω την πρώτη μου Soulsborne απελπ... εεε... εμπειρία! Χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως σε ολόκληρο το DS2 δεν "τα βρήκα σκούρα" πουθενά αλλού. Απλώς η έννοια του όρου "απελπισία", μου ταιριάζει καλύτερα στην προκειμένη περίπτωση με τον Fume Knight -έτσι τουλάχιστον όπως βίωσα εγώ το παιχνίδι. Βέβαια, οι απελπισίες και οι -ουκ ολίγες- έντονες ψυχολογικά φορτισμένες στιγμές στα Soulsborne προφανώς και είναι περισσότερες -ίσως και μεγαλύτερες, αλλά προκειμένου να μείνουμε πιστοί στον τίτλο του σημερινού θέματος, η τιμητική πηγαίνει στην πρώτη από αυτές που βιώσαμε παρέα με το παιχνίδι που μας έβαλε στο μονοπάτι της συγκεκριμένης κατηγορίας.

Αν και αρκετά χρόνια αργότερα από την τελευταία επαφή με το συγκεκριμένο παιχνίδι, εκείνη η ανάμνηση από την πρώτη αναμέτρηση μαζί του, ελάχιστα φαίνεται να φθίνει με την πάροδο του χρόνου. Τροχάδιν, μόλις διαπεράσεις την ομίχλη και βρεθείς μέσα στην αρένα της αναμέτρησης για να προλάβεις να του δώσεις όσο το δυνατόν περισσότερα χτυπήματα, ώστε να έχεις έστω κι ένα μικρό πλεονέκτημα, πριν πιάσει τη σπάθα του και είναι έτοιμος για τη μάχη, και σε στείλει για ακόμα μία φορά, με συνοπτικές διαδικασίες, στο κοντινότερο Bonfire.

Από εκεί και πέρα, η κλασική προσέγγιση που ακολουθούμε όλοι -λίγο ή πολύ- σε κάθε boss fight. Με εξαίρεση τις πρώτες φορές που λειτουργούν σχεδόν πάντα ως παρατηρητικές για να 'κόψεις' τις κινήσεις του και να μάθεις πότε είναι ευάλωτος για να θεχτεί τα χτυπήματά σου, στις επόμενες παρατηρούνταν έστω και κάποια μικρή πρόοδος, συγκριτικά με τα πρώτα "δειλά" βήματα. Πράγμα που φαινόταν τότε από δύσκολο έως ακατόρθωτο, διότι με ένα συγκεκριμένο συνδυασμό κινήσεων, σου κατέβαζε το stamina στα τάρταρα, και έπειτα, με μόλις δύο ή τρία χτυπήματα... YOU DIED. Οι δύο λέξεις που είχαν αποκτήσει τότε διακοσμητικό ρόλο για την οθόνη μου. Μετά από αρκετές ημέρες έντονων προσπαθειών και τριψήφιο πλέον αριθμό συνολικών αποτυχιών, και με τους καρδιακούς παλμούς να "χορεύουν" στο ρυθμό του Fume Knight, ο περίφημος αυτός ιππότης γνώρισε επιτέλους την παρακμή του και το πολυαναμενόμενο "VICTORY ACHIEVED" έλαμψε για ακόμα μία φορά.

Γιώργος Ανδρεαδάκης

Μα να πω ότι ήταν μια και δύο φορές. Τι να πρωτοθυμηθώ, πόσα να απαριθμήσω και πώς να τα βάλω σε μια σειρά; Σχεδόν κάθε ένα νέο boss ήταν μια στιγμή απελπισίας από μόνη της. Σχεδόν κάθε ένα νέο επίπεδο είχε στιγμές που σε έστελναν στην τρέλα. Από εκείνη την αλησμόνητη κατηφόρα στο Shrine of Storms, στις ακροβασίες με τους τοξότες στο Anor Londo. Από το Irithyl Dungeon στο Nightmare Frontier, πίσω στα Shrine of Amana και Blighttown.

Αν κρατούσα μια μόνο στιγμή, τότε πιθανότατα αυτή θα ήταν η πρώτη επαφή “ever” με τη σειρά. Μια σειρά, που ήρθε ως «αντίστροφη ψυχολογία» σε όλη τη λογική των checkpoints, του πιασίματος από το χεράκι, των όλων ανέσεων που είχαν αρχίσει απλόχερα να προσφέρουν τα σύγχρονα παιχνίδια. Έσκασε σε μια στιγμή όπου είχα φρέσκο το PlayStation 3, με παιχνίδια όπως το Metal Gear Solid: Guns of Patriots και Darksiders, σε μια μετάβαση από την προηγούμενη γενιά ενώ τότε ήμουν πολύ ενεργός στα του PC Gaming. Κάποια εγχώρια καταστήματα είχαν φέρει το παιχνίδι, έτσι, μετά την αγορά έβαλα υποψιασμένος να παίξω. Δεν ήμουν καθόλου μα καθόλου έτοιμος για εκείνο που επακολούθησε. Γιατί κάνω επιθέσεις με τα «αυτάκια»; Γιατί με σαπίζουν έτσι οι εχθροί; Γιατί είναι όλα τόσο περίεργα και δεν έχει ξεκάθαρο «στόρι»; Γιατί ο πρώτος δαίμονας μου διάλυσε το κορμί; Τι σημαίνει world tendency; Γιατί βλέπω φαντάσματα μέσα στο παιχνίδι; Τι είναι αυτά τα μηνύματα στο πάτωμα; Mε ποια σειρά να πάρω τις πίστες; Γιατί οι npcs είναι τόσο μυστήριοι;

Ε, με έπιασε απελπισία. Τέτοιο τεράστιο ερωτηματικό πάνω από το κεφάλι μου, πρώτη φορά. Τα παράτησα. Άντε ρε με τη βλακεία. Ξανά πίσω στα forums. Έχοντας πλέον μια ιδέα, εμπλέκομαι ενεργά στις συζητήσεις και αρχίζω να αντιλαμβάνομαι, δεν έχω όμως το σθένος να ξεκινήσω πάλι. Ένα χρόνο περίπου μετά το ξαναπιάνω και τα υπόλοιπα είναι ιστορία.

Οδυσσέας Γιαννιώτης

Ήταν Σεπτέμβριος του 17 όταν έπαιξα για πρώτη φορά το Bloodborne. Η αλήθεια είναι ότι δεν το ξεκίνησα ούτε με μεγάλη χαρά ούτε γιατί δεν έβλεπα την ώρα να βυθιστώ στον κόσμο του Soulsborne. Η αρχή ήταν δύσκολη αλλά όχι ανυπόφορη, μπορούσα να νιώσω ότι με λίγες παραπάνω προσπάθειες θα περάσω στην επόμενη περιοχή. Δεν ήταν τα ωραία skyboxes, τα πανέμορφα κτήρια, η τακτική στα bosses κ.ο.κ. που με παρακινούσαν να συνεχίσω. Δύο πράγματα με "τραβούσαν" και μου έλεγαν “έλα, συνέχισε”: α) ο χειρισμός του χαρακτήρα, που ανταποκρίνονταν άμεσα στις εντολές μου και β) το challenge που όλο και μεγάλωνε αλλά δεν έφτανε σε σημεία που να είναι αβάσταχτο και να μην νιώθω ότι μπορώ να αντεπεξέλθω.

Επομένως, δεν απελπίστηκα από κάποιο boss, από κάποια περιοχή ή κάτι τέτοιο, αντιθέτως, αυτά με ωθούσαν να συνεχίσω να παίζω. Δεν ψάρωσα με τα “είναι δύσκολα παιχνίδια” και “πρέπει να είσαι 100% προσηλωμένος για να παίξεις soulsborne” που λένε όλοι. Θεωρούσα τον εαυτό μου καλό παίκτη, νόμιζα ότι είναι κάποιο ταλέντο μου. "Αφού ήρθα από μια εντελώς ξένη κατηγορία και ακόμα σκοτώνω, μάλλον είμαι above average ρε παιδί μου, το έχω, πως το λένε;". Δευτέρα απόγευμα λοιπόν, Θεσσαλονίκη. Είμαστε μαζεμένοι στο σπίτι μου. Καλλίφας, Καζαντζίδης, Tσιτσέλης, και όπως καθόμαστε κάνω το λάθος να πω στον Σάββα ότι παίζω Bloodborne, “και να, είμαι εκεί”, “και να, με αυτό το όπλο παίζω” και “μέχρι τώρα καλά πάει”. Μου λέει, δώσε μου να σου δείξω μερικές περιοχές που έχεις χάσει σίγουρα. Πιάνει το χειριστήριο και παίζει. Αρχικά συνειδητοποίησα πόσο λάθος παίζω εγώ, πως όχι μόνο above average δεν είμαι, αλλά παίζω σαν 90χρονος γερός που του λείπουν τέσσερα δάχτυλα. Κάνει rolls, κάνει parry, μπαίνει σε κρυφά σοκάκια στη Yarnam πίσω από βαρέλια, ανοίγει ανελκυστήρες για Blood Vials farm, που εντάξει, πάει στο καλό τα κρυφά σημεία και τα μυστικά shortcuts, αλλά parry και roll; Ποιος κάνει parry και roll, σκέφτηκα.

Φυσικά, έχω χάσει τη μπάλα με αυτά που βλέπω και αυτά που μου εξηγεί για το lore, για την πόλη, για μια κρυφή περιοχή πάνω από το κτήριο στο οποίο ο παίκτης ξεκινάει για πρώτη φορά το παιχνίδι. Οπότε, νεύω καταφατικά και απαντάω μόνο “ναι” σε ό,τι με ρωτάει, “Κατάλαβες; Ναι”. “Από εδώ έχεις πάει σίγουρα. Ναι, ναι” νομίζω κάπου κατάλαβε ότι απλά έλεγα "ναι" γιατί είχα χαθεί, και το χοντραίνει το παιχνίδι. Γυρίζει πίσω στο Hunters Dream, πηγαίνει σε ένα σημείο που ούτε είχα προσέξει πως υπάρχει, πατάει δύο κουμπιά και ανοίγει τα Dungeons. Συνεχίζει, εξηγεί τι είναι, πώς διαφέρουν από το υπόλοιπο παιχνίδι, πώς τα άνοιξε κ.λπ. Συνεχίζω και εγώ να λέω “ναι”. Περνάει η ώρα, φεύγουμε για φαγητό.

Μερικές μέρες αργότερα, και αφού έχουν φύγει τα παιδιά, ξεκουράζομαι και ανοίγω πάλι το Bloodborne. Βρίσκομαι πλέον σε μια καινούρια περιοχή, σε ένα dungeon αντιμέτωπος με το Watchdog of the Old Lords, να τρώω τόσο ξύλο που να φεύγουν χειριστήρια στον αέρα. Επιστρέφω στη Yarnam και βρίσκω ανοιχτές πόρτες εκεί που δεν υπήρχαν, χάνομαι σε κάθε στροφή, δεν ξέρω ποιο είναι το επόμενο μέρος που πρέπει να πάω γιατί πλέον οι ταφόπλακες στο Hunters Dream είχαν γεμίσει με ονόματα τοποθεσιών για fast travel. Εκνευρίζομαι, παθαίνω ένα ψυχοπλάκωμα και σβήνω το παιχνίδι για τους επόμενους τρεις μήνες. Μέχρι και σήμερα δεν έχω περάσει το Watchdog of the Old Lords και δεν θέλω να το περάσω και δεν θέλω καν να ξέρω ότι υπάρχει, τον ανελκυστήρα στη Yarnam τον άνοιξα με tutorial όταν ξεκίνησα ξανά να παίζω ενώ ακόμα και σήμερα δεν ξέρω πως να "googlαρω" την περιοχή πάνω από το σημείο που ξυπνάει ο παίκτης για να πάω να βρω μια γυναίκα, η οποία αν θυμάμαι καλά έχει ένα μενταγιόν το οποίο ξεκλειδώνει ένα από τα endings; Πφφφ το θυμήθηκα και με έπιασε ένα άγχος.

Θάνος Τσομπάνης

Πρίν 5 χρόνια έπαιξα πρώτη φορά Soulsborne παιχνίδι. Συγκεκριμένα το Bloodborne, το οποίο ήρθε σαν bundle με το νεοαποκτηθέν τότε PS4. Η άξαφνη και ανέλπιστη διεύρυνση των gaming οριζόντων μου, που ήρθε με αυτή τηn πρωτόγνωρη για μένα εμπειρία, δεν συνοδεύτηκε, ωστόσο, με την ανάλογη ωριμότητα αλλά αντίθετα με "προίκισε " με μια υπέρμετρη αλαζονεία και μια έντονη διάθεσή gaming ελιτισμού. Με αλλα λόγια, άθελά μου, είχα μετατραπεί στο εκνευριστικό hipsterόψωνο, το οποίο σνόμπαρε την υπόλοιπη παρέα του ως τηn gaming πλέμπα που έπαιζε ακόμα LoL και Call of Duty, και με διδακτικό ύφος νουθετούσε τους αδαείς για την αποκρυφιστική αλήθεια της FromSoftware και τη δυσκολία κατάκτησής της.

Ο Miyazaki όμως έχει πολλά ποδάρια, και την αλαζονεία, σχεδόν τελεσίδικα, ακολουθεί η νέμεσις και η τίσις. Αυτές ήρθαν μέσω ενός φίλου που έτυχε να με επισκεφθεί στο σπίτι τη στιγμή που προσπαθούσα μάταια να περάσω το Watchdog of the Old Lords (χαμόγελο θλίψης), ένα γιγαντιαίο δαιμονικό σκύλο, τελικό boss ενός dungeon chalice του Bloodborne. Ακούγοντάς με να κηρύττω τη δυσκολία του συγκεκριμένου boss, καθώς και την ικανότητα που χρειάζεται για να νικηθεί, με ρωτάει με αφοπλιστική απάθεια αν μπορεί να δοκιμάσει, και εγώ, προβλέποντας την ευκαιρία που παρουσιάζεται να επιδειξω επι του πρακτέου τον "νέο κόσμο" για τον οποίο τόσο ένθερμα φιλολογούσα, δεν του το αρνούμαι, και με σαρδόνιο χαμόγελο του ανταπαντώ: "Χαχ...ναι, αλλά προσπάθησε να μην μου φας πολλά blood vials".

Μετά από 5 λεπτά, η οθόνη γράφει με μεγάλα γράμματα τις λέξεις "BEAST SLAINED" και ο φίλος, μου επιστρέφει το χειριστήριο με την ίδια απάθεια με την οποία το ζήτησε, και με το, σχεδόν ειρωνικό, "Καλό είναι, πλάκα έχει, βάλε Fifa τώρα". Σοκ! Οργή! Όνειδος! Εγώ; Ο guru του action-rpg (που να ήξερα...); Ο μύστης (ΜΤΚ) της υψηλής τέχνης των Ιαπώνων; Να γελοιοποιούμαι κατά αυτόν τον τρόπο στα μάτια ενός πρωτάρη; Πήρα το χειριστήριο (με έντονη διάθεση να το σπάσω), κατακόκκινος από τα νεύρα και τη ντροπή μου, και μετά από ένα σύντομο logic skill check, ηρέμησα και έβαλα το Fifa.

Υ.Γ. Μετά από λίγους μήνες οι ρόλοι έχουν αντιστραφεί και βρίσκομαι εγώ στο σπίτι του συγκεκριμένου φίλου, λάτρη της σειράς πλέον, χαζεύοντάς τον να παίζει Dark Souls 3, προσπαθώντας να περάσει ένα boss (που εγώ είχε τύχει να περάσω με την πρώτη) και ακούγοντάς τον εν εξάλω να φωνάζει: "Ρε φίλε θα το σπάσω το *#%-παίχνιδο!! 20 φορες το έχω παίξει σήμερα". Κάπου εκεί κατάλαβα την ομορφιά των παιχνιδιών Soulsborne...

Δημήτρης Αγγέλου

Απελπισία=Ludwig και Ludwig=Απελπισία. Πρωτάρης με τα Souls, ξεκίνησα το Bloodborne και όλα πήγαιναν καλά. Μα για αυτό γκρινιάζουν; Για αυτό έχουμε τα git gud; Σιγά το πράγμα. Μέχρι που...

Συνάντησα αυτό το έκτρωμα της φύσης. Η απελπισία πρέπει να ήρθε όχι την πρώτη, ούτε την πέμπτη φορά που με σκότωσε, χωρίς να τον φτάσω ούτε στη μέση. Ήρθε όταν κατάλαβα ότι κόλλησα και θα χρειαστεί πολύ δουλειά για το συγκεκριμένο σημείο. Μετά από προσπάθειες κατάφερα και έφαγα τη μισή του ζωή και τον είδα να αλλάζει τελείως moveset. Εκεί είχαμε απελπισία level 2. Πάμε ξανά από την αρχή, μάτωμα για να περάσεις την πρώτη φάση, για να πας στη δεύτερη και απλά να δεις (ούτε καν να μάθεις) τις κινήσεις της. Κάπου εκεί, σίγουρα πάνω από 50 You Died αργότερα, λύγισα και το άφησα. Ε, δεν θα μας χαλάσεις και όλο το καλοκαίρι φίλε μου Ludwig.

Οι μήνες πέρασαν και γύρισα στο σπίτι μου, εκεί που σπούδαζα. Ένα απόγευμα είδα το κουτάκι του Bloodborne, και λέω "γιατί όχι;". Δεν ξέρω πώς και γιατί, αλλά με λιγότερες από 5 προσπάθειες, πριν καν συνηθίσω τα κουμπιά, ο Ludwig με κοιτούσε ανάποδα. Το τέρας είχε πέσει και η απελπισία έδωσε τη θέση της σε ένα μοναδικό αίσθημα ικανοποίησης. Μετά από όλο αυτό, πώς να ξεχάσεις την απίστευτη μουσική αυτής της μάχης;

Χρήστος Χιωτέλλης

Δεν ξέρω αν για μένα πρόκειται τόσο για πρώτη στιγμή «Απελπισίας», όσο στιγμή «Απορίας». Βλέπετε, ο γράφων δεν φημίζεται για το IQ του. Προσθέστε σε αυτό -ή, καλύτερα, αφαιρέστε- τα συχνά ξεσπάσματα απύθμενης ξεροκεφαλιάς, και έχετε τις ιδανικές στιγμές βλαχομαγκιάς. Η πρώτη τέτοια στιγμή ήταν με τον Φρουρό με το δόρυ, την ασπίδα και τα κόκκινα φωσφορίζοντα μάτια, στα στενά τείχη του Boletarian Palace στο Demon’s Souls. Άμαθος τότε από το τι εστί From Software, όπως οι περισσότεροι εκείνα τα πρώτα πέτρινα χρόνια, στάθηκα απέναντί του και ήδη σκεφτόμουν που να πάω μετά και τι loot θα βρώ στο πτώμα του και στον πύργο που φυλούσε. Χρήστος κοιτάει φρουρό. Φρουρός κοιτάει Χρήστο. Χρήστος λέει: «κλάσε μου».

Φρουρός παίρνει φόρα. Το πετσόκομμα που ακολούθησε δεν ήταν οδυνηρό για την ψυχική ή συναισθηματική μου υγεία -όπως ήταν για παράδειγμα η μάχη με τους Ornstein και Smough του Dark Souls- αλλά οδυνηρό για την όποια νοημοσύνη μου. Έμεινα χαζός να κοιτάω την οθόνη. Τι εννοείς δεν μπορώ να τον ρίξω; Πώς γίνεται αυτός ο τύπος, που είναι στο ύψος μου και δεν είναι καν boss, να με λιανίζει σε κάθε ευκαιρία με απλές κινήσεις; Πλήρωνα συνεχώς τα λάθη μου, δεν υπήρχε κάποιο άδικο ability του Φρουρού να κατηγορήσω. Πάθαινα εγκεφαλικό κοκομπλόκο όταν συνηδειτοποιούσα ότι το παιχνίδι δεν με αποτρέπει από το να τον σκοτώσω, υπάρχουν οι ευκαιρίες, αλλά για κάποιο λόγο δεν μπορώ να τις αδράξω. Μέχρι τότε η gaming εμπειρία μου έλεγε ότι αργά ή γρήγορα, θα περνούσα τα εμπόδια και μόνο με τη δύναμη της θέλησής μου (aka ξεροκεφαλιά). Είμαι το κριάρι που κουντράει τσιμεντένιο τοίχο μέχρι να σπάσει ο τοίχος αντί να κοιτάξει γύρω αν υπάρχει άνοιγμα.

Είμαι ο τύπος που στο Skyrim αντί να ακολουθήσω τον δρόμο, θα φάω 20 λεπτά προσπαθώντας να σκαρφαλώσω άβατα σημεία των βουνών για να ακολουθήσω ευθεία γραμμή προς το quest, διατηρώντας την ψευδαίσθηση ότι γλυτώνω χρόνο. Είμαι ο τύπος που αν κάποιος πολίτης στο GTA πέσει καταλάθος με το αμάξι του πάνω μου, θα εγκαταλείψω ό,τι κάνω και θα διασχίσω αν χρειαστεί όλο το χάρτη για να τον βρώ και να αδειάσω ένα γεμιστήρα στα αλαζονικά του μούτρα. Οπότε, στην προαναφερθείσα περίπτωση, κάθε φορά που με σκότωνε ο Φρουρός, ήταν λάδι στην πυρκαγιά. Τόσο μεγαλύτερο πείσμα να εγκαταλείψω το υπόλοιπο παιχνίδι, να επιστρέψω εκεί όπως είμαι, ίδιος, με τα όπλα που έχω και το mindset που έχω, και να δείξω ότι δεν χρειάζεται να αλλάξω εγώ, είμαι καλύτερος και το ξέρω. ΑΥΤΟΣ θα αλλάξει αργά ή γρήγορα, αυτός θα πρέπει να ΣΕΒΑΣΤΕΙ.

Αναμενόμενα, τελικά, κάποια στιγμή, μετά από ώρες παίζοντας την ίδια μάχη, έσπασα. Είχε πάει αργά, είχα πονοκέφαλο, λαδωμένα μαλλιά, δεν μιλιόμουν, έκανα ένα ντους, πήγα να ξαπλώσω. Η μεγαλύτερη ήττα ήταν εκτός παιχνιδιού, όταν ξαπλωμένος συνειδητοποίησα ότι δεν είμαι αρκετά καλός. Και η μεγαλύτερη νίκη ήταν όταν αναγκάστηκα να γίνω, να μάθω, να αλλάξω. Μια μέρα μετά, πάνω από το πτώμα του Φρουρού ήμουν πάλι εγώ, αλλά δεν ήμουν ίδιος.

Χρήστος Λιάπης

Έχετε ακούσει ποτέ το τσιτάτο πως υπάρχουν τόσα Dark Souls, όσα οι παίκτες που το παίζουν; Παρόλη την εγγενή υπερβολή, που περιέχει στο νόημα της αυτή η φράση, είναι και από τις πιο κατάλληλες στο να περιγράψει με μία ατάκα το φαινόμενο "Soulsborne". Και αν ήθελα να φιλτράρω όλα τα συναισθήματα που έχω νιώσει παίζοντας τη σειρά, ως το ένα που είναι πάντα παρόν, είναι ο φόβος. Πλάι σε όλα τα άλλα που μπορεί να νιώσει κάποιος (δέος, μελαγχολία κ.λπ.), ο φόβος είναι αυτός, θαρρώ, που χαρακτηρίζει τη σειρά. Φόβος προερχόμενος από τα απόκοσμα περιβάλλοντα, τα αλλόκοτα και «εξωτικά» τέρατα, τα επιβλητικά bosses. Ο φόβος της αποτυχίας και του θανάτου, του αγνώστου και του ξένου.

Ειδικότερα τις πρώτες ώρες, που ακόμα ο παίκτης δεν έχει καταλάβει πως ο θάνατος είναι και αυτός μέρος μιας αέναης και επίπονης διαδικασίας εκμάθησης του παιχνιδιού, ο φόβος «χαριεντίζεται» με το ξαδελφάκι του, τον τρόμο, και διευθύνουν την εφιαλτική ορχήστρα του παιχνιδιού σαν εκκεντρικοί ξεμαλλιασμένοι μαέστροι. Όταν ακόμα κλαις για τις ψυχές που έχασες. Όταν ακόμα παίζεις το παιχνίδι για το προχωρήσεις παρακάτω και όχι για το απολαύσεις, όπως θα απολάμβανες μια αρχαία τραγωδία. Γιατί κάτι τέτοιο είναι. Η δική μου «ύβρις» ήταν πως τελειώνοντας το πλανευτικό Αnor Londo, από όλες τις απόψεις και εξοπλισμένος με το πλήρες Havel σετάκι, νόμιζα πως το κατείχα το παιχνίδι. «Fatboi» roll και ακατανίκητο poise (που ανάθεμα αν καταλάβαινα τι ήταν). Επόμενη στάση, το New Londo Ruins, όπου για πρώτη φορά το παιχνίδι μετατρεπόταν από dark fantasy, σε κανονικό horror, και ενώ μια κλεφτή ματιά πιο νωρίς στους αποτρελαμένους hollows της αρχής έπρεπε να με είχε προετοιμάσει, δεν ήμουν έτοιμος για την άβυσσο, μεταφορικά και κυριολεκτικά, που με περίμενε.

Προσπερνώντας, νιώθοντας απλά ένα σφίξιμο, τα αρχικά φαντάσματα και banshees, άνοιξα το φράγμα και μαζί την κερκόπορτα για να τρυπώσει η «άτη» των θεών του παιχνιδιού. Ο συνδυασμός των ξεβρασμένων πτωμάτων των κατοίκων του New Londo, των γκροτέσκων blob monster και της εμφάνισης των Dark Wraiths που δίκαζαν, ως άλλη «νεμεσις», το μονόπλευρο μου παιχνίδι, μαζί με ένα χαμένο shortcut, με έφεραν στο χείλος της αβύσσου με ελάχιστα estus flasks και την ψυχολογία στα τάρταρα. Πριν καν πέσουν οι παλμοί μου, χωρίς να το σκεφτώ ιδιαίτερα, βουτάω μέσα στο απύθμενο πηγάδι και για 10 δευτερόλεπτα, τρέμω πως ξεγελάστηκα από το παιχνίδι και θα έπρεπε να επαναλάβω το επίπονο session, που με είχε αφήσει λειψό από πολεμοφόδια.

Το άγχος μετατρέπεται σε τρόμο, όταν αντιλαμβάνομαι πως έρχονται κατά πάνω μου, οι Four Kings, ένας τη φορά, αλλά μπορεί σε κάποια φάση να πάλεψα και δύο μαζί για κάποια δευτερόλεπτα (είναι κάπως θολή η ανάμνηση). Ο τρόμος πηγάζει από την αποστροφή που μου προκαλούσε η επανάληψη της περιοχής, μα και από το βαθύ σκοτάδι της αβύσσου, που εξάλειφε οποιαδήποτε πιθανότητα αντίληψης της αρχιτεκτονικής του χώρου. Εγώ, η ασπίδα μου, το μονόχειρο σπαθί μου, η κυριαρχική παρουσία των αρχόντων του life drain, η ανατριχιαστική μουσική και το ζοφερό, απόλυτο σκότος, επιδιδόμαστε σε ένα πρωτόγονο τελετουργικό επιβίωσης, σε ένα χορό ανταλλαγής χτυπημάτων, με μόνο στόχο να παραμείνω ζωντανός.

Γιατί δεν ήθελα να το ξαναζήσω, γιατί το παιχνίδι με είχε καταβάλει ψυχολογικά και με είχε συντρίψει. Η «τίσις» μου. Δεν θυμάμαι πόσο κράτησε η μάχη. Πιθανότατα να ήταν λίγα λεπτά, αλλά η χαοτική τροπή, που είχε πάρει (σε σχέση με την ορθολογική προσέγγιση που είχα ως τότε) την έκανε να μοιάζει ατελείωτη. Το ειρωνικό της υπόθεσης -κάτι που το κατάλαβα φυσικά αργότερα μελετώντας το lore- είναι πως την θέση των estus, ως μέσο ίασης, χρησιμοποίησα hard humanity, όλα μου τα αποθέματα. Γινόμουνα δυνατότερος και συνάμα ακόμα μεγαλύτερο δέλεαρ. Να μη τα πολυλογώ, κέρδισα με την πρώτη, αλλά με πολύ φθηνό τρόπο, όντας σκλάβος της απροθυμίας μου να το ξαναζήσω και να μάθω, παραβιάζοντας τον ιερότερο κανόνα του παιχνιδιού: Να μαθαίνεις από την αποτυχία. Νικητής-ηττημένος με μία Lord Soul στο χέρι, ανακουφισμένος μα όχι περήφανος. Τραγωδία, κλασικά Dark Souls πράγματα δηλαδή.

Νίκος Πλωμαριτέλης

Το Dark Souls παίχτηκε ενάμιση χρόνο μετά την κυκλοφορία του. Όχι για κάποιο άλλο λόγο, αλλά γιατί ήξερα ότι ή θα ασχοληθώ δύο μέρες και θα το αφήσω, ή θα χρειαστώ ένα ολόκληρο τρίμηνο για να το χορτάσω. Συνέβη το δεύτερο. Το Dark Souls άλλαξε πολλές από τις απόψεις μου για τα games, άλλαξε αρκετά τον τρόπο που σκεφτόμουν έως τότε, και κάθε φορά, με κάθε κυκλοφορία, η σειρά μου «κόστιζε» ένα τρίμηνο το λιγότερο (εκτός από το Sekiro που είναι τελείως διαφορετική ιστορία).

Επειδή έναν εγωισμό τον έχουμε, είπα κι εγώ να ξεκινήσω χωρίς πληροφορίες, χωρίς οδηγούς, χωρίς tips, αν και στην περίπτωση του DS και λόγω του τρόπου που λειτουργεί (upgrades, smiths, χρήση miracles και stats γενικώς) αυτό αποδείχθηκε δύσκολο. Πολύ δύσκολο. Αλλά εκεί, να βγει όσο το δυνατόν περισσότερο χωρίς καμία απολύτως πληροφορία (ήξερα μόνο ότι χρειάζεται δαχτυλίδι για τους 4 Kings και εννοείται σε καμία περίπτωση δεν θα ήξερα πώς ενεργοποιείται το Artorias DLC).

Και το ταξίδι άρχισε στραβά. Πολύ στραβά. Γιατί το κάστρο πάνω δεξιά μου φάνηκε... μακρινό. Και τα σκαλιά προς New Londo Ruins, απλά δεν τα πήρα χαμπάρι. Και ξεκίνησα με Catacombs. Γελοίο; Τώρα μου το λέτε; Μπερδεμένο level design (μετά κατάλαβα ότι απλά ήταν υποδειγματικό), σκελετοί που δε σκοτώνονταν (Divine Weapon κανείς; Τι είναι το Divine;) Μη ρωτάτε πώς, φτάνω στον Pinwheel. Χωρίς να έχω ανακαλύψει τον Vamos. Κι επειδή μου φάνηκε εύκολος είπα «καλά το πάω». Και μετά σκοτάδι. Χάος. Tomb of Giants. Κατάλαβα ότι κάτι δεν έκανα καλά. Αλλά βρες εσύ τρόπο να γυρίσεις. Χαριτωμενιές όπως fast travel πριν το Wrap δεν παίζουν. Τρεις βασανιστικές μέρες κόβω βόλτες στα σκοτάδια του Tomb. Ανεβάζω stats κάνω leveling και grinding όπου μπορώ, έχω βεβαιωθεί ότι κάτι έκανα τρομερά λάθος, βρίσκω τον Patch, με ρίχνει ο Patch, δρόμο παίρνω και δρομάκι, κανένα τρίωρο να ξαναβρώ το δρόμο, βάζω τη φωτεινότητα και το gamma στο τέρμα, μη ξαναρωτήσετε πώς, βλέπω φώς. Και μια πύλη καλυμμένη με χρυσή ομίχλη. Λυπήθηκα και τον εαυτό μου και τις ώρες που έφαγα και τα καντήλια που έριξα έκανα σαν καλό παιδί New Game, γιατί δεν τόλμησα να σκεφτώ να ξαναγυρίσω πίσω ποδαράτο. Ε, στο New Game, μέρες μετά για να ηρεμήσω και αφού απέφυγα τα Catacombs σαν ο διάολος το λιβάνι, κατάλαβα ποια ήταν η σωστή διαδρομή.

Το τυφλό playthrough, πέρα από το Covenant of Artorias Ring και το πώς πάς στο dlc ήταν πραγματικά τυφλό. Κάτι που σημαίνει ότι έχασα το Painted World γιατί δεν ήξερα πώς ξαναγυρνάς στο Undead Asylum. Και έχασα και το Ash Lake, γιατί... τι πάει να πει γιατί; Ποιος βρήκε το chest και πήγε από πίσω και έκανε roll δηλαδή; Οπότε, ούτε Snuggly, ούτε Slab, ούτε Priscilla. Τους επόμενους τρεις μήνες, όλα έγιναν με τον δέοντα τρόπο. Υπήρξαν κι άλλοι «τοίχοι». Δεν το «είχα» με τους Archers στο Anor Londo (τώρα μου φαίνεται περίεργο, αλλά τότε εφιάλτης) και ναι, το διπλό Boss Fight του Ornstein και Smogg για κάποιον ξένο στη λογική των Souls, είναι βαρύ κι ασήκωτο. Και τα ιδιότυπα quest του DS, αν ολοκληρώθηκαν (κάποια από αυτά), ολοκληρώθηκαν τυχαία. Αλλά η γοητεία ενός «τυφλού» playthrough τέτοιων τίτλων δεν ξεπερνιέται με τίποτα. Ο κανόνας τηρήθηκε ευλαβικά και στα υπόλοιπα παιχνίδια, ίσως με ελάχιστες εξαιρέσεις που χρειάζεται αποκρυπτογράφηση γραμμικής β’ για να καταλάβεις πού πας και τι κάνεις. Αλλά αυτά, σε άλλη περίσταση.

Σάββας Καζαντζίδης

Keywords
call of duty, το φως, gameover, φως, namco, iii, ηνία, franchise, button, jump, knight, σημαίνει, συγκεκριμένο, boss, fight, nightmare, playstation, gear, guns, darksiders, world, forums, θεσσαλονικη, blood, dream, travel, ps4, lol, φας, beast, fifa, σοκ, guru, καλοκαιρι, software, aka, skyrim, quest, gta, monster, νεμεσις, session, kings, life, games, tips, smiths, dlc, design, divine, βρες, wrap, patch, game, ηρεμήσω, ring, undead, asylum, ash, κινηση στους δρομους, καθαρα δευτερα, παγκόσμια ημέρα της γυναίκας 2012, Πρώτη ημέρα του Καλοκαιριού, Καλή Χρονιά, η ημέρα της γης, η ζωη ειναι ωραια, ξανα, τι σημαινει, skyrim, ηνία, το θεμα, γυναικα, γωνια, δουλεια, εγκεφαλικο, εμπορικη, ηττα, θανατος, θεμα, μουσικη, ξυλο, ομορφια, ονοματα, παιχνιδια, περιεργα, πυλη, σθενος, τυχη, υγεια, υψος, φως, ψυχολογια, ωρα, boss, dlc, games, game, gta, iii, lol, ps4, quest, rpg, wrap, αγαπη, αγορα, αγχος, αρθρο, εξαιρεσεις, απλα, ασπιδα, απυθμενο, αρχαια, ατυχημα, βρες, φαγητο, γινεται, γοητεια, δαιμονας, δαχτυλα, δευτερο, δεοντα, δευτερα, δυναμη, δικη, δειχνει, δωσει, διπλο, εδαφος, ευκαιρια, υπαρχει, εβδομαδα, εμπνευση, ενεργα, εννοια, επρεπε, επιτυχια, ερωτηματικο, ερχεται, ερχονται, ζωη, ζοφερο, ιδεα, ιδια, η δικη, υπηρχαν, υπομονη, ηρεμήσω, υφος, καζαντζιδης, λαδι, λαθη, λαθος, λιβανι, λογια, λογο, μαλλια, ματια, μηνυματα, μηνες, μικρο, μυστικα, νευρα, νεμεσις, νικη, νοημοσυνη, νοημα, ντροπη, νομιζα, ξεκινημα, παντα, οθονη, ολα τα παιχνιδια, ομιχλη, ονομα, οντας, ωριμοτητα, παιδι, παιδια, παμε, πεμπτη, πηγαδι, πιστη, πεισμα, πλακα, πορτες, πωλησεις, ρολοι, ρολο, σιγουρα, σιγουρη, συγκεκριμένο, συγκεκριμενα, σειρα, σκεφτεσαι, συνταγη, σπιτι, τυπος, τοιχος, τι ειναι, τειχη, το φως, τρια, τρελα, φαντασματα, φας, φιλε, φυσικα, φοβος, φορα, χαζος, χερι, χαμογελο, χαος, χρηστος, χρυση, χαρα, ψυχολογικα, ωρες, ανηκει, ash, asylum, button, βηματα, blood, call of duty, darksiders, δαχτυλιδι, design, dream, δωσε, δωσεις, ευθεια, εννοεις, fight, fifa, franchise, guns, gear, guru, ηρθα, ιδιαιτερα, kings, knight, κρυφα, λεξεις, life, μεθοδος, μια φορα, μοιαζει, monster, namco, nightmare, νιωσω, ορχηστρα, travel, patch, παιχνιδι, πληροφοριες, ring, session, σημαίνει, σκλαβος, σκοτωσω, smiths, software, ταξιδι, tips, undead, θελω να, jump, world, ψυχες, forums
Τυχαία Θέματα