The Dark Pictures Anthology: House of Ashes | Review

Μένοντας πιστή στο ραντεβού με το κοινό της, η Supermassive Games, για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, επιστρέφει στο προσκήνιο με ένα ακόμα κεφάλαιο στη cinematic/ horror adventure σειρά The Dark Pictures, το House of Ashes. Όπως έχουμε αναφέρει και γράψει πολλές φορές μέχρι σήμερα, το εν λόγω

ανθολόγιο τρόμου του βρετανικού στούντιο αποτελεί μια προσπάθεια μεταφοράς του ύφους και της δομής τηλεοπτικών σειρών και λογοτεχνικών βιβλίων τρόμου στον κόσμο των videogames.

Είναι μια προσπάθεια στην κατηγορία (γενικότερα) που ξεκίνησε με το Until Dawn (με την αρωγή της Sony), συνεχίστηκε με το Hidden Agenda (επίσης με τη Sony ως publisher) και πορεύεται μέχρι και σήμερα με τη στήριξη πια της Bandai Namco. Μέχρι τώρα, μέχρι τα τέλη του 2021 δηλαδή, η σειρά The Dark Pictures έχει δει τρία παιχνίδια. Ο λόγος για τα Man of Medan, Little Hope και, τέλος, το νεότερο “επεισόδιο”, το House of Ashes, που θα εξετάσουμε εδώ.

Έχοντας καταπιαστεί με δύο εντελώς διαφορετικές κατηγορίες τρόμου στα δύο πρώτα παιχνίδια του ανθολογίου της, με το House of Ashes η Supermassive δοκιμάζει κάτι νέο, ένα “creature feature” όπως αποκαλείται, δηλαδή μια ιστορία τρόμου όπου μια ομάδα ανθρώπων βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα τρομακτικό πλάσμα (εξωγήινο, δαίμονα ή απλώς κάποιο τέρας), προσπαθώντας πρωτίστως να επιβιώσει και εν συνεχεία να το εξοντώσει.

Δεν υπάρχουν πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της κατηγορίας τρόμου από το Creature from the Black Lagoon και, βεβαίως, το Alien, τον ογκόλιθο του Ridley Scott. Επάνω στο Alien λοιπόν (όπως οι ίδιοι οι δημιουργοί αναφέρουν συνεχώς), αλλά και στο The Descent, μια πολύ ενδιαφέρουσα και καλογυρισμένη ταινία τρόμου από το 2005, βασίζεται το House of Ashes. Τέλος, σε ό,τι αφορά τις επιρροές, ο H.P. Lovecraft αποτέλεσε για μια ακόμα φορά πηγή έμπνευσης για videogame, αυτή τη φορά μέσα από το μνημειώδες βιβλίο At the Mountains of Madness.

To σενάριο του House of Ashes διαδραματίζεται στο 2003 (ως επί το πλείστον) και κατά τον δεύτερο πόλεμο κατά του Ιράκ από τους “Συμμάχους”. Πρωταγωνιστές σε αυτήν την ιστορία είναι μια ομάδα ετερόκλητων προσωπικοτήτων -πεζοναυτών των Η.Π.Α., πρακτόρων της CIA και ενός στρατιώτη του Ιράκ, ανδρών και γυναικών- που η μοίρα τους ρίχνει σε μια απίστευτη περιπέτεια στα βάθη των σπηλαίων. Καθώς τα πρόσωπα αυτά βρίσκονται αντιμέτωπα σε μια σύρραξη κατά τη διάρκεια έρευνας χημικών όπλων μαζικής καταστροφής, ανοίγει μια καταβόθρα στο χωριό όπου εξελίσσεται η μάχη, και χάνονται στα βάθη ενός αρχαίου ναού των Σουμερίων.

Από εκεί και πέρα η περιπέτεια θα οδηγήσει τη βασική πεντάδα των πρωταγωνιστών, καθώς και κάποιους περιφερειακούς χαρακτήρες, σε ένα παιχνίδι “γάτας με ποντίκι”, καθώς μια σκοτεινή οντότητα καραδοκεί στις σπηλιές με στόχο να τους εξοντώσει ενώ ταυτόχρονα οι διαπροσωπικές σχέσεις των ατόμων της ομάδας (έχουμε αντιπαλότητες μεταξύ του Ιρακινού στρατιώτη με τους Αμερικάνους πεζοναύτες, ενώ οι δύο πράκτορες της CIA είναι ζευγάρι σε διάσταση) δημιουργούν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ.

Για το σενάριο του House of Ashes θα αποφύγουμε να πούμε περισσότερα προς αποφυγή spoilers -όπως πάντα πράττουμε σε reviews της σειράς- διότι το 90% των παιχνιδιών αυτών βασίζονται στο σενάριο, την πλοκή και τις αποκαλύψεις που έρχονται σταδιακά. Μπορούμε, ωστόσο, να πούμε ότι με το House of Ashes η Supermassive Games έκανε ένα βήμα μπροστά. Πρόκειται για το πιο ενδιαφέρον setting που έχουν στήσει οι Βρετανοί μέχρι σήμερα, που συνοδεύεται από αξιοπρεπή γραφή, ένα υπέροχα κλειστοφοβικό περιβάλλον, ενδιαφέροντες χαρακτήρες (εκ διαμέτρου αντίθετοι μεταξύ τους, προσφέροντας έτσι ρεαλιστική ποικιλία) και μια απειλή που αυτή τη φορά είναι πραγματική και πέρα για πέρα θανάσιμη.

Δεν θα διεκδικήσει όσκαρ πρωτοτυπίας ή γραφής το House of Ashes, αλλά η βάση είναι δουλεμένη και εξυπηρετεί σωστά το όραμα των δημιουργών. Σε αυτό το επίπεδο μείναμε πραγματικά ικανοποιημένοι, ειδικά παίζοντας και ολοκληρώνοντας το παιχνίδι δύο φορές, κάτι που θεωρούμε ως κίνηση εξέχουσας σημασίας για να γίνει ορατή και κατανοητή η “μεγάλη εικόνα” και όχι απλά και μόνο για να δούμε μια ή δύο διαφορετικές αντιδράσεις ή για να σώσουμε περισσότερα πρόσωπα στο τέλος του παιχνιδιού.

Ικανοποιημένοι νιώσαμε και από το gameplay του House of Ashes, που πέρα από μια σημαντική μεν αλλά με προβλήματα δε, αλλαγή της κάμερας, δεν παίρνει κανένα ρίσκο και κινείται σε γνώριμα ύδατα. Το House of Ashes, όπως και οι προκάτοχοί του, είναι ένα παιχνίδι τύπου “cinematic adventure” όπου ο παίκτης (ή οι παίκτες, αφού υποστηρίζεται και εδώ τοπικό συνεργατικό παιχνίδι για ως και πέντε παίκτες ή online για δύο) ελέγχει πέντε διαφορετικούς χαρακτήρες, αποφασίζει αυτός τις κινήσεις, τις αντιδράσεις και τις πράξεις τους, και ως εκ τούτου καθορίζει την πορεία και των ίδιων αλλά και της ιστορίας.

Μιλάμε, εν ολίγοις, για ένα σύγχρονο “choose your own adventure”, όπου τα αποτελέσματα των επιλογών δεν είναι επιδερμικά αλλά ουσιαστικά, αφού αυτά θα καθορίσουν πότε και ποιοι χαρακτήρες θα ζήσουν και ποιοι (και αν) θα πεθάνουν.

Η δομή του gameplay είναι απλούστατη και περιορίζεται σε αργή κίνηση στον χώρο -κυρίως προς εύρεση σημαντικών στοιχείων για την ιστορία- επιλογές απαντήσεων σε συζητήσεις, οι οποίες επηρεάζουν τις σχέσεις μεταξύ των προσώπων αλλά και τη μοίρα τους, και, τέλος, υπάρχουν ορισμένα QTEs (quick time events) σε διάφορες σκηνές δράσης. Η συνταγή είναι κλασική, δεν τολμά να κάνει κάτι διαφορετικό, αλλά εντός του πλαισίου όπου κινείται το παιχνίδι ειδικότερα, και η σειρά The Dark Pictures γενικότερα, πετυχαίνει το στόχο της. Πρέπει όμως να πούμε ότι αν δεν μείνατε ικανοποιημένοι από τη δομή των προηγούμενων επεισοδίων, εδώ δεν θα βρείτε κάτι που θα καταφέρει να σας αλλάξει γνώμη.

Το House of Ashes μάς ικανοποίησε λοιπόν σε ορισμένους νευραλγικούς τομείς. Την ίδια στιγμή όμως, μας απογοήτευσε σε ό,τι αφορά άλλους, που αν και δεν είναι τόσο σημαντικοί όσο το σενάριο, η πλοκή και η γραφή των χαρακτήρων (πάντα μιλώντας για ένα παιχνίδι τέτοιου τύπου), δεν μπορούν επουδενί να θεωρηθούν ως αμελητέα ποσότητα.

Η νέα κάμερα για παράδειγμα, που τόσο πολύ διαφημίστηκε από τη Supermassive Games, και η οποία δεν είναι πια στατική και με προκαθορισμένες λήψεις, αλλά πλήρως ελεύθερη, δεν λειτουργεί πάντα σωστά. Σε κλειστούς, στενούς χώρους όπως οι διάδρομοι (να μην ξεχνάμε ότι το παιχνίδι εξελίσσεται ως επί το πλείστον εντός σπηλαίων…), είναι “σπασμένη”, απεικονίζοντας περιορισμένο εύρος ή απλά οδηγεί τον παίκτη στο να παλεύει με τον αναλογικό μοχλό για να τη διορθώσει.

Και αν κάποιος παραβλέψει αυτό το πρόβλημα, σίγουρα δεν μπορεί να αγνοήσει (και να συγχωρήσει πλέον) τα σημαντικά τεχνικά σφάλματα του House of Ashes. Τόσα χρόνια και τρία παιχνίδια μετά στη σειρά, έχουμε ακόμα χαρακτήρες με ρομποτικό ύφος, “νεκρά” μάτια και φαινόμενο Uncunny Valley, προβλήματα που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τα υπέροχα, φωτορεαλιστικά γραφικά και το εξαιρετικό motion capture, με αποτέλεσμα ανά περιπτώσεις να “σπάει” η ψευδαίσθηση του ρεαλισμού που πρέπει να επιβληθεί στον παίκτη από ένα τέτοιο παιχνίδι.

Επιπροσθέτως -και εδώ ήρθε η οικτρή απογοήτευση από το τεχνικό τμήμα του τίτλου- παίζοντας στο PS5 σε quality mode (και όχι μόνο), δηλαδή με 30 fps και ανάλυση 4Κ, για κάποιο λόγο η Unreal Engine αδυνατούσε να ακολουθήσει την πορεία του παιχνιδιού, με αποτέλεσμα στις εναλλαγές πλάνων (που σε ένα παιχνίδι κινηματογραφικής φύσεως είναι πολλές και συνεχόμενες) να έφερνε πρώτα τα βασικά μοντέλα χαρακτήρων και το περιβάλλον, και εν συνεχεία τις υφές και τους φωτισμούς. Αυτή η κατάσταση εν έτει 2021 από ένα έμπειρο και μεγάλο στούντιο δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.

Στα αρνητικά του House of Ashes θα προσθέταμε και το αίσθημα της “βιασύνης” που αναδύεται από την τελευταία ώρα του παιχνιδιού. Δίνεται η εντύπωση ότι η Supermassive δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει (μιλώντας πάντα για το τεχνικό κομμάτι) τα assets, με αποτέλεσμα να υπάρχει ευδιάκριτη διαφορά στην ποιότητα των γραφικών -και κυρίως των textures- μεταξύ της πρώτης και της τελευταίας ώρας του τίτλου.

Στον αντίποδα όλων των προαναφερθέντων, το House of Ashes είναι σε γενικές γραμμές ένα όμορφο παιχνίδι, με καλοσχεδιασμένο και πολλές φορές συγκλονιστικό περιβάλλον, μουσική που ταιριάζει στο όλο ύφος, εξαιρετικές ερμηνείες από όλους τους ηθοποιούς και μια ατμόσφαιρα που κατορθώνει να απορροφήσει τον παίκτη.

Καταληκτικά, η τρίτη προσπάθεια της Supermassive Games στη σειρά The Dark Pictures δεν είναι η καλύτερή της. Είναι σίγουρα η πιο φιλόδοξη και ενδιαφέρουσα, αλλά τα τεχνικά προβλήματα που αντιμετωπίζει την κρατάνε από το να κάνει την υπέρβαση και να φύγει μπροστά από το Little Hope, που εν συνόλω θεωρούμε ότι είναι η μέχρι σήμερα καλύτερη στιγμή του franchise. Αναμένουμε με αγωνία το πού θα οδηγηθεί το ανθολόγιο με το Devil in Me.

Το The Dark Pictures Anthology: House of Ashes κυκλοφορεί από τις 22/10/21 για PS5, PS4, PC, Xbox Series και Xbox One. To review μας βασίστηκε στην έκδοσή του για το PS5 με review code που λάβαμε από την Bandai Namco Entertainment Greece.

The post The Dark Pictures Anthology: House of Ashes | Review appeared first on GameOver.

Keywords
pictures, house, house, pictures, εν λόγω, ridley scott, unreal engine, xbox one, games, adventure, dawn, sony, namco, hope, black, alien, scott, cia, υποψηφιοτητες οσκαρ 2013, online, quick, time, νέα, fps, unreal, engine, franchise, devil, ps4, xbox, series, gameover, κινηση στους δρομους, αποτελεσματα δημοτικων εκλογων 2010, εκλογες 2010 αποτελεσματα , παγκόσμια ημέρα της γυναίκας 2012, Καλή Χρονιά, αλλαγη ωρας 2012, τελος του κοσμου, αποτελεσματα, βημα, γνωμη, ιρακ, μουσικη, παιχνιδια, τρομακτικο, ωρα, cia, fps, games, ps4, scott, sony, time, αγωνια, απλα, αρωγη, ατμοσφαιρα, βιβλιο, βρειτε, βρισκεται, γινει, δευτερο, δομη, υπαρχει, εκρηκτικο, εν λόγω, ερχονται, ιδια, υφος, κεφαλαιο, κινηση, κοκτειλ, ληψεις, λογο, ματια, μοιρα, μοντελα, ομαδα, παντα, οραμα, ουσιαστικα, πεζοναυτες, περιβαλλον, πηγη, πιστη, ποιοτητα, προβληματα, πρωταγωνιστες, ραντεβου, ρισκο, σεναριο, σιγουρα, συνεχεια, σειρα, σκηνες, συνταγη, συγχρονο, τμημα, τρια, τριτη, φορα, alien, black, dawn, devil, adventure, engine, franchise, gameover, hope, μπροστα, namco, παιχνιδι, ridley scott, series, online, unreal engine, unreal, βεβαιως, ξεκινησε, ζευγαρι
Τυχαία Θέματα