Wallachia: Reign of Dracula – Review

Contravania.

Πολύ μας έχουν λείψει τα Castlevania. Μια από τις πιο αγαπημένες σειρές παιχνιδιών όλων των εποχών, έχει να μας δώσει επίσημη κυκλοφορία από το 2014 και το Lords of Shadow 2, ενώ το Grimoire of Souls προορίζεται μόνο για mobile συσκευές και προς το παρόν έχει κυκλοφορήσει μόνο στον Καναδά. Είχαμε βέβαια την κυκλοφορία της εξαιρετικής συλλογής Castlevania: Anniversary Collection, αλλά για νέες κυκλοφορίες περιοριζόμαστε σε πνευματικούς απογόνους όπως το επίσης

εξαιρετικό Bloodstained του Κoji Igarashi. Μόλις λοιπόν είδαμε την επικείμενη κυκλοφορία του Wallachia: Reign of Dracula, οι ελπίδες μας για ένα ακόμα καλό Castlevania inspired game αναπτερώθηκαν.

Η σύνδεση του Wallachia με τα Castlevania στηρίχθηκε τόσο στο εικαστικό που μας αποκαλύφθηκε από τα πρώτα screenshots, τον Dracula που δηλώνει παρών από τον τίτλο ακόμα (άγνωστο γιατί ο IGA δεν τον χρησιμοποίησε σαν villain στο Bloodstained, άλλωστε δεν είναι copyrighted χαρακτήρας) αλλά και επειδή το στούντιο παραγωγής, η γαλλική Migami Games, έχει κυκλοφορήσει στο παρελθόν τα πολύ καλά (όπως ακούγεται, δεν τα έχουμε ακόμα δοκιμάσει) Castlevania fan games The Lecarde Chronicles 1 και 2.

Το Wallachia αποδείχθηκε μια σύντομη αλλά πολύ ευχάριστη και έντονη εμπειρία, που τελικά αντλεί έμπνευση λιγότερο από τα Castlevania και περισσότερο από arcade και run & gun τίτλους όπως τα Contra, τα Strider, τα Mega Man, τα Shinobi και το Sunset Riders. Ας ξεκινήσουμε από την ιστορία. Βρισκόμαστε στο έτος 1456 και ελέγχουμε την Εlcin, μια νεαρή κοπέλα άριστη στο τόξο, που ζει με την οικογένειά της κάπου στην εξοχή της Wallachia (Βλαχία).

Μια μέρα, γυρίζοντας από το κυνήγι, βρίσκει τους γονείς της παλουκωμένους και τον αδερφό της εξαφανισμένο. Ένας γέρος, που τον συνοδεύει ένας λύκος, τυγχάνει να είναι μάρτυρας, και μας συστήνεται ως Christian Rosenkreuz. Αποκαλύπτει στην απαρηγόρητη Elcin ότι δράστης ήταν ο πρίγκηπας της Wallachia, Vlad the Impaler, o οποίος έχει πιάσει τον αδελφό της αιχμάλωτο. Ο Christian προτίθεται να πάρει την Elcin υπό την προστασία του, να την εκπαιδεύσει και να καλλιεργήσει το ήδη μεγάλο ταλέντο της.

Κάποια χρόνια αργότερα, στην αυλή ενός Μωαμεθανού ηγέτη, του Μehmed, οργανώνεται μια αποστολή δολοφονίας του Vlad. Ανάμεσα στα μέλη της ομάδας βρίσκονται ο αδελφός του Δράκουλα, Radu, και ένας μεγάλος πολεμιστής, ο Konstantin, ενώ κάπως απρόθυμα ο Mehmed δέχεται να τους πλαισιώσουν ο Christian, η Elcin και ο λύκος τους. Κάπως έτσι ξεκινά για την πρωταγωνίστρια το ταξίδι εκδίκησης και αναζήτησης της τύχης του αδελφού της. Όλα αυτά εξιστορούνται μέσω της μακροσκελούς εισαγωγής, η οποία δίνεται με εικόνες ζωγραφισμένες σαν σε πάπυρο με κάρβουνο (δυστυχώς αυτές δεν θα φανούν ελκυστικές σε όλους καθώς έχουν μικρή ανάλυση και λεπτομέρεια).

Είναι πάντως θετικό που υπάρχει μια αρκετά καλή ιστορία, ενώ να σημειωθεί ότι το παιχνίδι παρουσιάζει τον Δράκουλα περισσότερο σαν τον αληθινό Vlad Tepes και λιγότερο σαν τον βρικόλακα που έχουμε συνηθίσει από τα Castlevania. Οι περισσότεροι εχθροί που θα αντιμετωπίσουμε ανήκουν στους στρατιώτες-μέλη του στρατού του Vlad ή σε πολεμικές μηχανές όπως καταπέλτες, πύργους, ακόμα και ένα ξύλινο τανκ. Όποιοι αντίπαλοι τείνουν προς το υπερφυσικό εμφανίζονται σε στιγμές ψευδαισθήσεων. Κύριο όπλο μας είναι το τόξο της Elcin, που μπορεί να ρίξει έναν ανεξάντλητο αριθμό από βέλη σε 8 κατευθύνσεις. H ranged μάχη είναι αυτό που μας έφερε στο μυαλό τα Contra και τα Shinobi.

Εκτός από το τόξο, έχουμε στη διάθεσή μας και ένα σπαθί για κοντινές επιθέσεις, το οποίο μπορεί και να αποκρούσει τα αντίπαλα βέλη. Η Elcin διαθέτει επίσης double jump και μπορεί να κάνει slide. Οι νικημένοι εχθροί μπορεί να ρίξουν αναβαθμίσεις για τα βέλη και το σπαθί (που χάνονται όμως αν δεχτούμε ζημιά), άλλου είδους βέλη (διατρητικά, πύρινα κ.λπ.) περιορισμένα όμως σε αριθμό, και orbs, που αν μαζέψουμε αρκετά, μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε για να ενεργοποιήσουμε κάποια από τις special επιθέσεις μας. Οι τέσσερις σύντροφοί μας είναι ουσιαστικά αυτές οι επιθέσεις και καθένας από αυτούς διαθέτει δύο επιλέξιμα επίπεδα δύναμης, με το δεύτερο να είναι δυνατότερο και να απαιτεί περισσότερα orbs. Drops ρίχνουν και πουλιά που περιφέρονται στην πίστα και πρέπει να τα πετύχουμε πριν εξαφανιστούν.

Συνολικά υπάρχουν 7 επίπεδα, και αν δεν χάσουμε, μπορούμε να τελειώσουμε το καθένα σε 5 με 7 λεπτά. Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι μιλάμε για ένα πολύ σύντομο παιχνίδι, όπως πολλά παρόμοια και μη arcade games του παρελθόντος, που μπορεί να ολοκληρωθεί σε κάτι περισσότερο από μισή ώρα. Βέβαια, η ολοκλήρωση μέχρι να τα καταφέρουμε θα μας πάρει παραπάνω. Με τα συνεχή replays και αναλόγως το skill του καθενός, ο χρόνος ολοκλήρωσης του level (ειδικά των δύο τελευταίων) μπορεί να προσεγγίσει και τη μία ώρα.

Η βαθμολογία μας θα βασιστεί κυρίως στην ποιότητα και όχι στην ποσότητα, αλλά σίγουρα ο υποψήφιος αγοραστής θα πρέπει να είναι ενημερωμένος όσον αφορά στη διάρκεια της εμπειρίας. Να πούμε εδώ ότι υπάρχουν και τρία επίπεδα δυσκολίας (εμείς το τελειώσαμε στο Normal) και κάποια challenges που αυξάνουν με τη σειρά τους τη διάρκεια του παιχνιδιού.

Διαθέτουμε τρεις ζωές και μια health bar με τέσσερα χτυπήματα. Αν χάσουμε και τις τρεις ζωές, βλέπουμε την οθόνη του Game Over και ξεκινάμε την πίστα από την αρχή, έχοντας άπειρα continues, ενώ αν κλείσουμε το παιχνίδι μπορούμε να ξεκινήσουμε από την τελευταία πίστα που δεν ολοκληρώσαμε. Σε κάποια σημεία της πίστας μπορούμε να βρούμε και health upgrades που μεγαλώνουν την health bar μας στα έξι χτυπήματα, ενώ τα checkpoints είναι αρκετά συχνά. Αν όμως χάσουμε μια ζωή, χάνουμε όλα τα orbs που έχουμε μαζέψει καθώς και τα health upgrades. Βλέπουμε λοιπόν πως αν καταφέρουμε να φτάσουμε στο boss της πίστας χωρίς να χάσουμε ζωή, έχουμε ένα μικρό πλεονέκτημα. Ιδιαίτερα σημαντικό αυτό, ειδικά στα δύο τελευταία επίπεδα όπου η διάρκεια και η γενικότερη δυσκολία είναι μεγαλύτερη, τα checkpoints πιο αραιά και τα bosses πιο απαιτητικά.

Γενικά, το όλο νόημα του παιχνιδιού είναι να μάθουμε το layout της πίστας, να απομνημονεύσουμε τους εχθρούς, τα drops και τα checkpoints και να σχεδιάσουμε τη στρατηγική μας ώστε να ελαχιστοποιήσουμε τα χτυπήματα που θα δεχτούμε και να φτάσουμε στο boss ώστε να εξασκηθούμε στα patterns του. Οι πίστες έχουν πολύ καλό σχεδιασμό, που εξυπηρετεί τη δράση και την πρόκληση του τίτλου, καθώς και καλά κλιμακούμενη δυσκολία. H κίνηση της ηρωίδας είναι αρκετά γρήγορη, πράγμα που κάνει τη δράση ακόμα πιο καταιγιστική, ενώ ο χειρισμός είναι ακριβής, και μόνη μας ένσταση είναι πως το slide ενεργοποιείται αρκετά εύκολα, με συνέπεια να πέσουμε σε pits χωρίς να το θέλουμε. Το invincibility window μετά από ένα χτύπημα είναι αρκετά μικρό και απαιτεί από τον παίκτη να το συνηθίσει και να προσαρμοστεί σε αυτό.

Οπτικά το παιχνίδι μάς άφησε αρκετά ικανοποιημένους. Είπαμε ότι το εισαγωγικό βίντεο (όπως και ο τερματισμός) είναι θέμα γούστου αν θα σας αρέσει, αλλά σίγουρα πρόκειται για συνειδητή επιλογή και όχι για έλλειψη ταλέντου των σχεδιαστών. Από κει και πέρα, τα γραφικά του κυρίως παιχνιδιού έχουν 16 bit τεχνοτροπία αλλά είναι πολύ καλοσχεδιασμένα, έχουν λεπτομέρεια και η χρωματική παλέτα είναι ποικίλη και ταιριαστή.

Γενικά, ο οπτικός τομέας του Wallachia είναι αυτός που προσεγγίζει περισσότερο τη σειρά Castlevania και το μεσαιωνικό, gothic ύφος της. Τα levels έχουν καλή ποικιλία στα περιβάλλοντα και ο παίκτης θα επισκεφτεί πολλές εσωτερικές αλλά και εξωτερικές τοποθεσίες, ενώ συχνά θα συναντάμε στο background τα αποτρόπαια παλούκια που έδωσαν στον Vlad το προσωνύμιό του. Εκεί που εντυπωσιαστήκαμε ήταν στο θέμα του ήχου. Για ένα παιχνίδι τέτοιου μεγέθους, οι δημιουργοί προσφέρουν ένα πολύ μεγάλο αριθμό τραγουδιών, τα οποία μάλιστα είναι ταιριαστά, πιασάρικα και εύκολα ξεχωρίζουν, ενώ και αυτά μας θυμίζουν τα soundtracks των Castlevania.

Πολύ θετική εντύπωση μας έκανε η πρόσληψη των γνωστών voice actors Kira Buckland (η 2Β του Nier: Automata -μεταξύ άλλων) στο ρόλο της πρωταγωνίστριας και Robert Belgrade (o θρυλικός Alucard του Symphony of the Night – άλλη μια Castlevania σύνδεση) στο ρόλο του Radu.

Mικρό μεν, αλησμόνητο δε όπως τα arcades της παιδικής μας ηλικίας και των παλαιότερων gaming εποχών, το Wallachia: Reign of Dracula μάς προσφέρει μια έντονη εμπειρία. Ελπίζουμε ότι αν – όπως υπαινίσσεται το φινάλε – υπάρξει sequel, η μερίδα θα είναι και μεγαλύτερη.

To Wallachia: Reign of Dracula κυκλοφορεί για το Nintendo Switch από τις 29/10/2020 (η έκδοση για PC κυκλοφορεί από τον Φεβρουάριο του 2020). To review βασίστηκε σε review code που λάβαμε από τον developer.

The post Wallachia: Reign of Dracula – Review appeared first on GameOver.

Keywords
Τυχαία Θέματα