Dishonored Review

“The boldest measures are the safest” ισχυρίζεται η οθόνη έναρξης του Dishonored, πριν καλά καλά ξεκινήσει ο κινηματογραφικότατος πρόλογος. Μία φράση σαφής, υπόνοια για το τι πραγματεύεται το σενάριο του παιχνιδιού. Kάποια απολυταρχική δύναμη ίσως; Ή μια μοίρα, της οποίας τα δεσμά φαντάζουν άσπαστα; Δεν έχει σημασία, όποιο από τα δύο και να συμβαίνει. Σημασία, και μάλιστα πολύ μεγάλη, έχει η ειρωνία στην οποία έχουν εντρυφήσει οι άνθρωποι της Arkane: τί συμβαίνει όταν σε μια πόλη με τόσους αυστηρούς κανόνες και νόμους, ο παίκτης μπορεί να κάνει οτιδήποτε θέλει με τις συνέπειες να ακολουθούν;

Στην

πόλη Dunwall, λοιπόν, η οποία υποφέρει από μία αδυσώπητη πανούκλα, ο Corvo Attano, προσωπικός σωματοφύλακας της αυτοκράτειρας, καθώς επιστρέφει από μία αποστολή, πέφτει θύμα μίας μεγάλης συνωμοσίας, όταν η ίδια η αυτοκράτειρα δολοφονείται εν ψυχρώ και η κόρη της, Emily, κρατείται ως όμηρος, όντας το κλειδί για την κατάκτηση του θρόνου από την αριστοκρατεία. Όσο λοιπόν οι ευγενείς αλληλοκαννιβαλίζονται για τη διαδοχή, ένας υψηλά ιστάμενος πολίτης, ο λόρδος Regent, παίρνει την εξουσία και μετατρέπει το Dunwall σε κολαστήριο για τους εναπομείναντες κατοίκους, προσβλημένους ή μη από την αρρώστια. Και όλα αυτά, ενώ ο Corvo μαζί με τους loyalists, μια ομάδα (την οποία ομάδα στηρίζει φωνητικά ένα σύνολο από stars όπως η Susan Sarandon, η Chloe Grace Moretz και ο John Slattery, με καλά αποτελέσματα) που θέλει να δει την πραγματική διάδοχο, την Emily, στο θρόνο, καταστρώνουν ένα σχέδιο για να παραγκωνίσουν τον Regent.

Η όλη ιστορία, από την πτώση του Corvo μέχρι την αποκατάσταση της ισορροπίας, βαφτίζεται από το παιχνίδι ως εκδίκηση. Το θέμα όμως είναι ότι πολύ αργά στο παιχνίδι γίνεται φανερό πού οφείλεται η βάφτιση αυτή. Ως τότε, ο Corvo δεν είναι τίποτε άλλο από ένας απλός hitman, πιόνι στις στρατηγικές αυτών που τον έσωσαν. Η διαδικασία αυτή δεν έχει κάποιο φανερό σφάλμα στη λογική της βέβαια, η ιδιοσυγκρασία του πρωταγωνιστή όμως λάμπει δια της απουσίας της, αφού γίνεται συχνά πυκνά έρμαιο ανώτερων δυνάμεων. Και ενώ κάτι τέτοιο θα μπορούσε και πράγματι έγινε εμβληματικό σε έναν τίτλο του 2004, το Half-Life 2, σε παιχνίδι του 2012 καταλήγει να είναι το πιο απογοητευτικό σημείο του σεναρίου, ιδίως προς τις τελευταίες στιγμές του Dishonored.

Τον σκοτώνω ή όχι;

Αυτό το συγκεκριμένο μελανό σημείο υπερκαλύπτεται πάντως από την ίδια την πόλη του Dunwall. Μπορεί να μην την απολαύσετε ποτέ ως μία πόλη sandbox, έχει όμως υπέρμετρο στιλ και δική της προσωπικότητα, ακόμα και όταν τη ζείτε τμηματικά. Το Dunwall δεν είναι μια δυστοπία όπως η City 17 ή μια φουτουριστική μητρόπολη όπως η πόλη του Mirror’s Edge. Είναι μια πόλη που υποφέρει, μια πόλη ετοιμοθάνατη, και αυτό γίνεται φανερό σε κάθε γωνιά της. Από τα ημερολόγια των κατοίκων της που περιγράφουν της πορεία της αρρώστιας στα παιδιά τους, μέχρι τις στοίβες από πτώματα που δεν αναπαύονται ποτέ από την ύπαρξη των εντόμων τριγύρω, η ατμόσφαιρα που έχουν δημιουργήσει οι

Keywords
Τυχαία Θέματα