«Zero Dark Thirty»: η ταινία για τον Οσάμα μπιν Λάντεν που διχάζει

Το πολιτικό θρίλερ «Zero Dark Thirty» έχει διχάσει κριτικούς και πολιτικούς. Σχεδόν κάθε αμερικανός κριτικός κινηματογράφου το επαινεί και η Film Critics Circle (Ένωση κριτικών) της Νέας Υόρκης το ανέδειξε καλύτερη ταινία της χρονιάς, κάνοντάς το φαβορί για Όσκαρ. Αντίθετα, πολλοί πολιτικοί αρθογράφοι έχουν διασύρει την

ταινία, ανάμεσά τους Jane Mayer στο New Yorker και ο Glenn Greenwald στον Guardian, ενώ οι γερουσιαστές Dianne Feinstein, John McCain και Carl Levin έγραψαν μια επιστολή διαμαρτυρίας στον διανομέα της ταινίας, τη Sony Pictures, αναφέροντας ότι είναι «χονδροειδώς ανακριβής και παραπλανητική όσον αφορά τα υπονοούμενα ότι απέσπασαν πληροφορίες με βασανιστήρια» τα οποία οδήγησαν στην επιχείρηση που σκότωσε τον Οσάμα Μπιν Λάντεν. Η διάσταση απόψεων μεταξύ των πολιτικών αρθογράφων, των πολιτικών και των κριτικών έγινε πιο έντονη όταν ο αναπληρωτής διευθυντής της CIA, Michael Morell, δημοσίευσε μια ασυνήθιστη επιστολή αποκήρυξης της ταινίας. Όσον αφορά τα βασανιστήρια, έγραψε ο Morell, «η ταινία έχει σημαντική καλλιτεχνική άδεια, ενώ παρουσιάζεται ως ιστορικά ακριβής».
Όλες αυτές οι αψιμαχίες έφεραν ξανά στο προσκήνιο αυτές τις δύο μορφές σχολιασμού – την κινηματογραφική κριτική και την πολιτική σκέψη. Στις μεταπολεμικές δεκαετίες, οι καλύτεροι σχολιαστές ενσωμάτωναν τον πολιτικό σχολιασμό στις πολιτιστικές κριτικές τους, αναζητώντας πάντα το πολιτικό υπόβαθρο πίσω από τα έργα. Εξάλλου, είτε στα φασιστικά είτε στα κομμουνιστικά καθεστώτα, η τέχνη συνδεόταν ανέκαθεν με την πολιτική. Εξάλλου, η δύναμη της ιδεολογίας στον φασισμό έκανε τους αρθογράφους να συνδυάζουν την πολιτική με την αισθητική. Κατάλαβαν την προπαγανδιστική δυναμική της συντριπτικά δραματικής δημοφιλούς διασκέδασης.
Σήμερα, εν μέρει επειδή η λαϊκή τέχνη έχει σε μεγάλο βαθμό αποσυνδεθεί από την πολιτική, οι κριτικοί κινηματογράφου έχουν την τάση να περιορίζονται στην τεχνογνωσία τους. Λειτουργούν επίσης σε μια Αμερική, όπου το «κομματικό» και το «πολιτικό» έχουν εξισωθεί επικίνδυνα. Όμως, κριτικοί και πολιτικούς στοχαστές δεν μπορεί να συμφωνούν κατ ‘ανάγκη σε κάτι σημαντικό. Τα πορτραίτα των αξιωματούχων της CIA που βασανίζουν τους κρατούμενους στο Zero Dark Thirty –και τελικά οδηγούν στην εύρεση και τη δολοφονία του Μπιν Λάντεν – εξόργισαν αυθεντίες όπως ο Greenwald της Guardian. Κατηγόρησε τους κριτικούς κινηματογράφου επειδή αγνοούν, όπως είπε, το πολιτικό μήνυμα της ταινίας. Γιατί οι κριτικοί επαινούν τη σκηνοθεσία και το σενάριο, αλλά δεν υπογραμμίζουν τα πολιτικά μηνύματα, ότι δηλαδή τα βασανιστήρια είναι ένα παραγωγικό εργαλείο. Σε απάντηση, ο ιδιαίτερα δημοφιλής κριτικός του Time, James Poniewozik, έγραψε ότι η προοπτική του Greenwald ήταν «ένας απλοϊκός τρόπος θεώρησης της τέχνης, κάτι που δεν αποτελεί έκπληξη επειδή ο Greenwald είναι ένας πολιτικός αρθογράφος (ή τουλάχιστον ένας ιδεολογικός αρθογράφος δημοσίων υποθέσεων) και αυτός είναι ο πολιτικός τρόπος θεώρησης της τέχνης». Και συνέχισε: «Η ιστορία του κινηματογράφου είναι γεμάτη από ταινίες που είναι ψευδείς, ανήθικες, βίαιες, σαδιστικές, αλλά είναι θρίαμβοι της αφήγησης και του οράματος».
Ο Poniewozik, φυσικά, έχει δίκιο. Υπήρξαν ταινίες, από τη «Γέννηση ενός Έθνους» ως τον «Θρίαμβο της θέλησης», που «είναι αισθητικά ακαταμάχητες και ηθικά απεχθείς. Σε αυτές μπορούμε να προσθέσουμε και τις πρόσφατες ταινίες του Quentin Tarantino. Και οι πολιτικά αρθογράφοι σπάνια πιστεύουν ότι η τέχνη υπερισχύει των γεγονότων ή της ιστορίας.

Αν όμως οι πολιτικοί αρθογράφοι κάνουν τη δουλειά τους καλά, καταλαβαίνουν κάτι ακόμα πιο σημαντικό: ότι η ιδεολογία και οι πολιτικές ατζέντες δεν είναι συνυφασμένες με τη συναρπαστική πλοκή και τις ταινίες του κινηματογράφου. «Γιατί να αφαιρέσεις χειρουργικά την πολιτική από μια ταινία, καθιστώντας το επιχείρημα καθαρά αισθητικό;» αναρωτήθηκε ο Richard Roeper σε μια εκπομπή. Ο Roeper θεωρεί την ταινία την καλύτερη της χρονιάς: «ένα αριστούργημα του κινηματογράφου». Τα ηθικά κενά στις ταινίες πρέπει να επικρίνονται, όπως και οι παράλογες ιστορίες ή η κακή απόδοση. Όπως έγραψε ο Mayer, η ταινία «δεν περιλαμβάνει ούτε μια σκηνή που να αμφισβητεί τα βασανιστήρια, παρότι στην εποχή Μπους απασχόλησε πολύ το θέμα αυτό».

Η κριτικός των New York Times, Manohla Dargis, ήταν η εξαίρεση: επικεντρώθηκε στα βασανιστήρια της ταινίας και συμβουλεύθηκε ένα μη-μυθοπλαστικό έργο, το «The Ten-Year Search for Bin Laden from 9/11 to Abbottabad» του Peter L. Bergen. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι σκηνές βασανισμού ήταν δικαιολογημένες. «Το να τις αποκλείσεις από το Zero Dark Thirty θα ήταν μια κατακριτέα ηθικά πράξη» έγραψε. Ο Peter Rainer του Christian Science Monitor, (ο οποίος έγραψε: «Αυτό που βρίσκω ανησυχητικό και εξοργιστικό είναι ότι η μετατροπή για το κυνήγι του Μπιν Λάντεν, αν και γίνεται επιδέξια, σε μια δοξασμένη αστυνομική επιχείρηση, όπου η σκηνοθέτις Kathryn Bigelow, εξουδετερώνει τις πιο αμφιλεγόμενες και κατακριτέες πτυχές αυτής της ιστορίας ») και η Dargis, ήταν μια μειοψηφία.
Ίσως η λύση θα ήταν για τα mainstream μέσα ενημέρωσης να ανοίξουν την πολιτισμική κριτική τους σε μια ευρύτερη γκάμα απόψεων. Ένα από τα σύγχρονα κλισέ των μέσων είναι η διαφορά ανάμεσα σε ένα επαγγελματία κριτικό και σε ερασιτέχνες bloggers. Αν, όπως φαίνεται, ο καθένας είναι πράγματι κριτικός κινηματογράφου, μάλλον θα πρέπει να τους ακούμε περισσότερο.

http://blogs.reuters.com/great-debate/2012/12/28/why-zero-dark-thirty-divides-the-media-in-half/

Keywords
Τυχαία Θέματα