Ουκρανία: Η ρωσική εισβολή “βρήκε τοίχο”

Ο όρος πρωτοκαθιερώθηκε στα γερμανικά: Nebel des Krieges, η αχλύς του πολέμου. Παραπέμπει στο γεγονός ότι σε πολεμικές συγκρούσεις χάνεται κάθε βεβαιότητα και κάθε προκατασκευασμένη αντίληψη για τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της κάθε πλευράς. Άπαξ και μπεις στον πόλεμο, δεν μπορείς να ξέρεις πώς θα βγεις από αυτόν.

Η αχλύς του πολέμου έχει τυλίξει για τα καλά το Κρεμλίνο, αφότου ο έβδομος μήνας του πολέμου στην Ουκρανία, συνέπεσε με την εκδήλωση της μεγαλύτερης έως τώρα ουκρανικής αντεπίθεσης, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη ραγδαία και εκ πρώτης όψεως απροσδόκητη

υποχώρηση των ρωσικών δυνάμεων στο ανατολικό μέτωπο του πολέμου.

Πρώτος απολογισμός

Ο απολογισμός, σύμφωνα τουλάχιστον με όσα ανέφερε προχθές Πέμπτη προς τους δημοσιογράφους ο Ουκρανός πρεσβευτής στην Αθήνα, είναι σαφής: η ουκρανική πλευρά πέτυχε την ανάκτηση 11.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, δηλ. έκτασης ίσης προς του Εμιράτου του Κατάρ, με 400 οικισμούς και 100.000 κατοίκους στις περιοχές του Χαρκόβου και της Χερσώνας. Σε κάποια σημεία οι ουκρανικές δυνάμεις έφθασαν μέχρι τα ρωσο-ουκρανικά σύνορα, εξαπολύοντας επιθέσεις και σε χωριά εντός της ρωσικής επικράτειας.

Το ρωσικό γενικό επιτελείο, πάλι, μετά από πολλές ημέρες αμήχανης σιωπής ανακοίνωσε ότι στη συγκεκριμένη περιοχή, όπου είχαν απομείνει μόνο Ρώσοι συνοριοφύλακες, πραγματοποιούνταν ήδη αναδίπλωση των στρατιωτικών δυνάμεων, την οποία εκμεταλλεύθηκε (προφανώς κατόπιν πληροφοριών από τους δυτικούς συμμάχους της) η ουκρανική πλευρά, καταγράφοντας εδαφικά κέρδη, πλην με μεγάλες ανθρώπινες απώλειες.

Ανησυχία εντός Ρωσίας

Όμως στη ρωσική δημόσια σφαίρα αποτυπώνεται μια διαφορετική εικόνα. Από τα τηλεοπτικά στρογγυλά τραπέζια μέχρι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η ανησυχία, η απορία για την πορεία ενός πολέμου δίχως ορατό τέλος και συχνά η αγανάκτηση για τους κυβερνώντες είναι εμφανέστατες. Οι δε εθνικιστικών αντιλήψεων διαμορφωτές κοινής γνώμης, που μέχρι τώρα είχαν αναλάβει να γαλβανίζουν την κοινή γνώμη, πρωτοστατούν τώρα σε καταγγελίες για “ανικανότητα” και “προδοσία”.

Ήδη ο Σεργκέι Μιρόνοφ, ένθερμος υποστηρικτής της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και αρχηγός του μικρού συμπολιτευόμενου κόμματος “Δίκαιη Ρωσία”, δήλωσε προς την εφημερίδα Kommersant ότι η Δούμα εξετάζει το ενδεχόμενο να καλέσει σε κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση τον υπουργό Άμυνας Σεργκέι Σοϊγκού, για να δώσει εξηγήσεις.

Καμπή το Ράμσταϊν

Αλλά οι απαντήσεις μάλλον θα πρέπει να αναζητηθούν πολύ μακριά από το ουκρανικό μέτωπο – ίσως επί γερμανικού εδάφους. Διότι η συνεδρίαση του “Ukraine Defence Contact Group”, που πραγματοποιήθηκε στην αεροπορική βάση του Ράμσταϊν στις 8 Σεπτεμβρίου, με την πρωτοβουλία του επικεφαλής του Πενταγώνου Λόιντ Όστιν και τη συμμετοχή υπουργών Άμυνας από πλειάδα κρατών (συμπεριλαμβανομένου του Έλληνα Νίκου Παναγιωτόπουλου) καταδεικνύει την όλο και εντονότερη, πλην πάντοτε “διαψεύσιμη”, εμπλοκή της Δύσης στις πολεμικές επιχειρήσεις. Η εισροή εξελιγμένων οπλικών συστημάτων, εκπαιδευτών και βεβαίως πληροφοριών δίνει πλέον στην Ουκρανία πλεονεκτήματα που δεν διέθετε στην έναρξη της κατά Πούτιν “ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης”.

Το δίλημμα του Κρεμλίνου

Απέναντι σε αυτή την εξέλιξη, η Ρωσία και ο ηγέτης της προσωπικά αντιμετωπίζουν ένα σκληρό δίλημμα. Η ίδια η έννοια της “ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης” (που πέρα από προπαγανδιστικούς λόγους υπηρετεί και νομικούς περιορισμούς, διότι το ρωσικό σύνταγμα απαγορεύει την ανάπτυξη κληρωτών εκτός συνόρων δίχως κήρυξη πολέμου) συναντά τα όριά της.

Ο Πούτιν θέλησε η εισβολή να στηριχθεί σε ένα σχετικά μικρό σε αριθμούς εκστρατευτικό σώμα αποτελούμενο αποκλειστικά από επαγγελματίες, ώστε αφενός να κάνει οικονομία δυνάμεων για το μέλλον και αφετέρου να δώσει στη ρωσική κοινωνία την εικόνα ότι “η κανονικότητα παραμένει”, όπερ και το κυριότερο μέλημά του. Η επιλογή αυτή στηριζόταν στο προηγούμενο της Συρίας, όπου η Ρωσία “μόχλευσε” την αποστολή μιας μικρής δύναμης για την επίτευξη μεγαλύτερων πολιτικών αποτελεσμάτων, και προφανώς συμβάδιζε με την προσδοκία ότι το Κίεβο θα εκδήλωνε σύντομα διαθέσεις συνθηκολόγησης.

Όμως μετά τη διακοπή των υπό τουρκική διαμεσολάβηση ρωσο-ουκρανικών συνομιλιών τον Απρίλιο (έπειτα από την καταλυτική επίσκεψη του Μπόρις Τζόνσον στην Ουκρανία) και κυρίως μετά την έλευση των εξοπλιστικών και λοιπών ενισχύσεων από τη Δύση, η κυβέρνηση Ζελένσκι μόνο διατεθειμένη να συνθηκολογήσει δεν δείχνει.

Επανέρχεται ο στόχος ένταξης στο ΝΑΤΟ

Ακόμη και στο διπλωματικό πεδίο, η σκλήρυνση της στάσης της, παράλληλα προς τη στρατιωτική προώθηση στην περιοχή του Χαρκόβου, είναι εμφανής. To “Σύμφωνο Ασφαλείας του Κιέβου” που παρουσιάσθηκε από την ουκρανική προεδρία την Τρίτη, παρουσία και του γ.γ. του ΝΑΤΟ, Άντερς Φογκ Ράσμουσεν, ως σχέδιο των διεθνών εγγυήσεων που διεκδικεί η κυβέρνηση Ζελένσκι για την επομένη του πολέμου, παρουσιάζει, σε σχέση με όσα συζητούνταν μέχρι τον Απρίλιο δύο κρίσιμες διαφορές: αποκλείει τη Ρωσία από την ομάδα κρατών που θα συνεγγυώνται την ασφάλεια της Ουκρανίας και κυρίως θέτει ρητά τον στόχο της πλήρους ένταξης της χώρας στην Ατλαντική Συμμαχία, τον οποίο σε μία προηγούμενη φάση φερόταν διατεθειμένη, υπό την πίεση του πολέμου, να εγκαταλείψει.

Το κρίσιμο δεδομένο είναι ότι η ουκρανική πλευρά διατηρεί προφανές αριθμητικό πλεονέκτημα, το οποίο με την κατάλληλη καθοδήγηση και εξοπλιστική ενίσχυση θα μπορούσε να αποβεί ουσιαστικό. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ζελένσκι έκανε λόγο για “ένα εκατομμύριο στρατιώτες” τους οποίους μπορεί να κινητοποιήσει.

Απέναντι σε αυτό, οι 200.000 άνδρες, κατά μέγιστον, που παρατάσσουν η Ρωσία και οι αυτοανακηρυχθείσες “Λαϊκές Δημοκρατίες” του Ντονμπάς σε ένα μέτωπο έκτασης 1.400 χιλιομέτρων, χάνουν σταδιακά τα όποια άλλα πλεονεκτήματά τους. Η ουκρανική πλευρά δεν διστάζει να καταβάλλει μεγάλο τίμημα σε ζωές στρατιωτών προκειμένου να εξασφαλίσει εδαφικά κέρδη, αντιθέτως η ρωσική πλευρά εγκαταλείπει εδάφη, όποτε απειλείται με μεγάλες απώλειες λόγω περικύκλωσης, κινούμενη περισσότερο σαν σε ναυμαχία, παρά σε χερσαίο πόλεμο. Και αν αυτό μοιάζει από στρατιωτική άποψη συνετό, δεν παύει να έχει μεγάλο κόστος σε αξιοπιστία και πολιτική απήχηση στο εσωτερικό, εφόσον οι φιλορωσικοί πληθυσμοί των περιοχών που εγκαταλείπονται, στον όνομα των οποίων και διεξάγεται η εισβολή, εκτίθενται κατόπιν στα ουκρανικά αντίποινα.

Στο στόχαστρο οι υποδομές

Με άλλα λόγια, ο Πούτιν, που τον Ιούλιο δήλωσε ότι “ακόμη δεν ξεκινήσαμε στα σοβαρά”, πρέπει τώρα να αντιμετωπίσει τις συνέπειες των ίδιων του των λόγων. Θα πρέπει δηλαδή να ρισκάρει το πέρασμα από την “ειδική στρατιωτική επιχείρηση” στον “πόλεμο”, χωρίς τις έως τώρα ευκολίες και τις καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις του προς τον ρωσικό λαό. Και αν η αποφυγή μιας γενικής επιστράτευσης παραμένει ενδεχομένως ακόμη εφικτή, σίγουρα θα εκλείψει η πολιτικά υπαγορευμένη αυτοσυγκράτηση απέναντι στις υποδομές και τους αμάχους της Ουκρανίας. Ήδη τα πλήγματα σε πέντε σταθμούς παραγωγής ενέργειας, τα οποία βύθισαν στο σκοτάδι ισάριθμες ουκρανικές επαρχίες στα νότια και ανατολικά, καθώς και η ανατίναξη φράγματος από την οποία πλημμύρισαν τα νότια της επαρχίας του Κριβόι Ρογκ προϊδεάζουν για τη συνέχεια. 

Πηγή: capital.gr

The post Ουκρανία: Η ρωσική εισβολή “βρήκε τοίχο” appeared first on antinews.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα