Lust from Beyond – Review

Αυτά είναι τα λόγια που θα ξεστομίσει – κατά πάσα πιθανότητα – ένας παίκτης μόλις πάψει την ενασχόλησή του με το Lust from Beyond. Είτε κατορθώσει να το τελειώσει, είτε το παρατήσει σε κάποιο σημείο της πορείας. Μην ξεγελιέστε όμως! Η φράση αυτή δεν έχει τη συνηθισμένη της εφαρμογή που συναντάται συχνά στην ελληνική καθομιλουμένη, παρά προεκτείνεται σε περισσότερους από έναν τομείς (και τελικά, δυστυχώς, πολλούς). Αυτό, θα μπορούσε να το αποκαλέσει κανείς και επίτευγμα της δημιουργού Movie Games

Lunarium. Ένα από τα λίγα κι όχι κάποιο για το οποίο θα αισθανόταν κανείς περήφανος.

“Δεν τρελάθηκα”, λοιπόν, με τον τεχνικό τομέα του Lust from Beyond. Λογικό, από μία άποψη, μιας και πρόκειται για τίτλο χαμηλού budget, προερχόμενου από kickstarter campaign. Αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι τα γραφικά αποτελούνται από φτωχά textures, μέτριο φωτισμό και εφέ, αλλά και πολλά μικρά και ενοχλητικά θεματάκια που καταφέρνουν στην συνολική εμπειρία του παιχνιδιού τον ίδιο εκνευρισμό που προκαλεί μια παρέα από κουνούπια σε έναν δύσμοιρο που προσπαθεί να κοιμηθεί μια μέτρια και συνηθισμένη καλοκαιρινή νύχτα.

Frame drops μεγαλειώδους επιπέδου, glitches, bugs και μερικά crashes, δεν αφήνουν τον παίκτη να αφεθεί στο setting του τίτλου, που αρχικά μοιάζει ενδιαφέρον. Η δημιουργός επικαλείται επιρροές από H.R Giger, H.P. Lovecraft και αλλού… Το άγγιγμα του πρώτου είναι πέραν του δέοντος φανερό. Ολόκληρα επίπεδα είναι φτιαγμένα σαν κακέκτυπα κάποιας ταινίας Alien.

Πολλά πλάσματα παραπέμπουν άμεσα σε αντίστοιχα των ταινιών και το όλο κλίμα θυμίζει περισσότερο Alien spin-off, παρά κάτι ξεχωριστό, που προήλθε από την τεχνοτροπία του μεγάλου δημιουργού και κατόρθωσε κάτι φρέσκο ή αξιομνημόνευτο. Όσο για τις επιρροές Lovecraft του Lust from Beyond, η κατάσταση πηγαίνει στην άλλη άκρη, μιας και αυτές είναι πρακτικά μηδενικές – εκτός αν θεωρήσουμε την ονειρική επαφή με μια απόκοσμη θεότητα επιρροή του μεγάλου συγγραφέα. “Δεν τρελάθηκα” λοιπόν…

Η προβληματική παρουσίαση του Lust from Beyond καταδεικνύει από πολύ νωρίς ένα χαρακτηριστικό του τίτλου που δεν αργεί καθόλου να βγει στην επιφάνεια: την έλλειψη ξεκάθαρου στόχου και ταυτότητας. Το όλο παιχνίδι διαδραματίζεται στη σημερινή εποχή, όμως, με κάποιον τρόπο, προσπαθεί να δώσει μια ατμόσφαιρα που ανήκει στις αρχές του προηγούμενου αιώνα και σε μια περιοχή που θυμίζει τον αμερικανικό νότο, χωρίς όμως ποτέ να το αναφέρει ξεκάθαρα.

Παλαιά αρχοντικά, σκοτεινές cults που δεσμεύουν με ανίερη omerta ολόκληρη πόλη, φεστιβάλ που προσπαθούν να παραπέμψουν σε Mardi Gras… όλα μαζί ανακατεμένα. Λίγο απ’ όλα, ίσα ίσα για να δηλωθεί η παρουσία τους, χωρίς όμως να επιτευχθεί η κεφαλαιοποίηση όλων αυτών των χαρακτηριστικών – πράγμα πολύ δύσκολο εξ αρχής… Ένα μεγάλο “Δεν τρελάθηκα” πλανάται και πάνω από το συνολικό setting, έτοιμο να κατέλθει σα λαιμητόμος.

Όμως τι γίνεται με τον ελέφαντα στο δωμάτιο; Το Lust from Beyond ήταν ευθύς εξ αρχής ένα πείραμα. Ένα στοίχημα ίσως. Μέσα από την άνοστη σαλάτα που δημιούργησαν τα παραπάνω, οι devs ήθελαν να δείξουν ότι μπορούν να συνδυάσουν το ακραία ερωτικό περιεχόμενο με horror στοιχεία. Ευγενές σαν εγχείρημα – και άκρως ενδιαφέρον – απαιτεί μαεστρική διαχείριση και ακροβατική ισορροπία για να αποδώσει καρπούς. Ας το εξετάσουμε από το πρώτο τμήμα, αυτό του (ακραία) ερωτικού περιεχομένου.

Η εύκολη απάντηση είναι ότι, ναι, υπάρχει έντονο, ακομπλεξάριστο ερωτικό στοιχείο, το οποίο πολλές φορές αγγίζει και ξεπερνά τα όρια του ακραίου. Η συχνότητά του δεν είναι τέτοια που να χαρακτηρίσει το παιχνίδι ως κακέκτυπο ταινίας σκληρού πορνό, αλλά αποτελεί το θεμέλιο της ιστορίας και του θέματος.

Πρόκειται για ένα αντικείμενο που οι δημιουργοί γνωρίζουν καλά, νιώθουν τη σχετική αυτοπεποίθηση και το χειρίζονται επιδέξια. Αν το εγχείρημα του Lust from Beyond ήταν η δημιουργία ενός τίτλου στο κλίμα της ροζ βιομηχανίας ταινιών, τότε το αποτέλεσμα θα ήταν πολύ θετικότερο.

Όμως εδώ επιχειρείται η μίξη με το horror και για να το κατορθώσουν αυτό εισήγαγαν το εξής σενάριο: Παράλληλα με τον κόσμο μας υπάρχει και η πραγματικότητα της Lusst’ghaa, της γης της αιώνιας έκστασης. Ο κόσμος αυτός (που μοιάζει με το μικρό αδελφάκι κάποιου Alien homeworld) διατηρεί ασθενείς δεσμούς με τον δικό μας. Η επαφή γίνεται μέσω ατόμων που έχουν το χάρισμα να ταξιδεύουν ποικιλοτρόπως από τη μια πραγματικότητα στην άλλη.

Αυτοί ονομάζονται “The seeing ones” και αποτελούν αντικείμενο πόθου για τις κλίκες που καταπιάνονται με τη λατρεία της Lusst’ghaa και του αιμοδιψούς θεού της, lauv’abrarc. Ο πρωταγωνιστής, διωκόμενος αρχικά από τους αναμενόμενους εφιάλτες, καταλήγει να διώκεται από δύο κλίκες που αντιμετωπίζουν την… αλήθεια της ύπαρξης της Lusst’ghaa, αλλά και της ίδιας της ερωτικής έκστασης με διαφορετικό τρόπο. Ως Seeing one… τρίτου επιπέδου, θα παίξει κομβικό ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής.

Είναι ένα όντως ενδιαφέρον θέμα και υποκίνησε στον γράφοντα ένα μεγάλο “What if?”. Τι θα γινόταν, αν το “μεγάλο παλαιό” Dark Seed αποκτούσε υπέρμετρα ακραίο ερωτικό περιεχόμενο, σε τακτικές, αλλά σχεδόν θανατηφόρες κάθε φορά δόσεις; Ίσως κάτι τέτοιο να είχαν κατά νου και οι δημιουργοί -δε θα μαθευτεί ίσως ποτέ – αλλά απέτυχαν σε κάθε περίπτωση να το συνδυάσουν. Θα έπρεπε ο ερωτισμός και η έκσταση να είχαν αναχθεί σε είδος λατρείας. Σε επίπεδο μυστικιστικό. Θα έπρεπε να είχαν χαρακτήρα διαδικασίας, μέσω της οποίας επιτυγχάνεται κάποια ανίερη πνευματική ανάταση που οδηγεί σε έκσταση και διασυμπαντική επαφή.

Σε μια παράγραφο, ο γράφων είπε πιο πολλά από όσα ειπώθηκαν σε ολόκληρο το Lust from Beyond. Εκεί, οι όποιες ακραίες ερωτικές σκηνές υπάρχουν δοσμένες ξερά, άγαρμπα, με στόχο μοναχά να σοκάρουν, αλλά και να συμπληρώσουν ένα κουτάκι στην “τι θέλω να βάλω στο παιχνίδι μου” λίστα. Σοκ, αποτροπιασμός, gore και περιστασιακή αηδία είναι το μονοπάτι που επέλεξαν για να ταυτοποιήσουν το ερωτικό περιεχόμενο του δημιουργήματός τους και να θίξουν ενδεχόμενα πουριτανικά ή αμύητα μυαλά.

Φεύ, ο γράφων αυτοπροσδιορίζεται ως απέχων παρασάγγας από τους προαναφερθέντες ισχυρισμούς, γι’ αυτό και θεωρεί ότι η προσέγγιση είναι αποτυχημένη και μετά το δεύτερο, τρίτο “σοκαριστικό” στοιχείο (ας κρατήσουμε το κείμενο αναγνώσιμο από όλους) το όλο θέμα καταντάει βαρετό. “Δεν τρελάθηκα” και πάλι…

Είναι όμως horror; Λογικά θα έπρεπε! Η μυστικιστική μετάβαση σε έναν εφιαλτικό κόσμο θα έπρεπε να εμπνέει τρόμο. Όμως αυτός είναι σχεδόν άδειος! Που και που εμφανίζεται κανένα τέρας που επιδεικνύει τέτοια έλλειψη νοημοσύνης ώστε ο παίκτης να θεωρεί ότι είναι με κάποιον απροσδιόριστο τρόπο αόρατος εκεί. Συχνά, μάλιστα, ο παίκτης νιώθει πιο ασφαλής εκεί, παρά στην οικεία του παραγματικότητα.

Η δε εμπλοκή με τις κλίκες, σε συνδυασμό με το σκοτεινό setting, (και τη θολούρα των γραφικών), κατορθώνει να δημιουργήσει μια αίσθηση ανασφάλειας, αλλά ο τρόμος χάνεται όταν τα εργαλεία υλοποίησής του περιλαμβάνουν cheesy διαλόγους, κάποια jump scares, φτηνά εφέ, μακρότατα loading times, αλλά – το σημαντικότερο απ’ όλα – καταστρέφεται εξαιτίας των εγκληματικών αδυναμιών στο gameplay.

Τι συμβαίνει λοιπόν; Μετά από κάποιο cinematic και το γιγάντιο loading time που το ακολουθεί, ο ήρωας αναλαμβάνει να διεκπεραιώσει κάποια objectives. Εξερευνά, μαζεύει δύο με τρία αντικείμενα, άντε να λύσει και κανέναν πρωτόλειο γρίφο. Cinematic, loading, άλλο κεφάλαιο, μόνο που αυτήν τη φορά χρειάζεται stealth. Πρωτόλειο κι αυτό. Κανένας μηχανισμός, απλά σκύβει… Καμία ΑΙ της προκοπής. Αν τον ανακαλύψουν θα υπάρξει λίγος τρόμος, κάποια ανάγκη για φυγή μέσα στα σκοτάδια.

Εκεί κάποιο stutter ή μια φυσιολογική αβλεψία θα οδηγήσει στον θάνατο. Save δεν υπάρχει, οπότε πάλι από την αρχή: loading times, ίσως κάποιο daily quest στο mobile game που απασχολεί τον παίκτη εκείνην την περίοδο και νέα προσπάθεια. Στο επόμενο κεφάλαιο θα χρειαστεί και λίγη μάχη…

Περιττό να αναλύσουμε το επίπεδο του μηχανισμού μάχης. Ένα όπλο σχεδόν μέχρι το τέλος του παιχνιδιού κι ένα αδιανόητο σύστημα όπου απαιτείται συνδυασμός των δύο mouse buttons για επίθεση. Frame drops, ανύπαρκτο animation κατά το χτύπημα, θάνατος, loading times, λίγο facebook και πάλι από την αρχή.

Immersion; Καταστράφηκε την τελευταία φορά που θα περιμένετε να φορτώσει “η πίστα” για να χάσετε επειδή φτάσατε εκεί με ελάχιστη ζωή και δεν υπάρχει save point να σας γυρίσει πίσω. Tρόμος; Στα Τάρταρα, όταν βλέπετε το ίδιο jump scare 6 φορές μιας που αυτό βασίζεται σε pixel trigger. Επιρροές Giger και (σχεδόν καθόλου) Lovecraft;

Πήγαν περίπατο γιατί δεν υλοποιήθηκαν ποτέ σωστά. Ερωτικό στοιχείο; Υπέρμετρα ακραίο και συνδυασμένο με βαρύ gore, εξυπηρετεί μόνο το σοκ στον παίκτη κι όχι στο να εξυπηρετήσει το άκρως ενδιαφέρον όραμα που (ίσως) είχαν οι δημιουργοί. Τρόμος; Τα τεχνικά προβλήματα και το νηπιακό επίπεδο στα gameplay στοιχεία που υποτίθεται τον υποστηρίζουν (γρίφοι, stealth, μάχη) τον αντικαθιστούν με πλήξη και οργή. Όχι! “Δεν τρελάθηκα”!

Καταπώς φαίνεται, η Movie Games Lunarium έφτιαξε μια λίστα κι έβαλε σ’αυτήν όλα τα στοιχεία που οραματιζόντουσαν να προσθέσουν στο παιχνίδι τους, ή όλα τα στοιχεία που θα ήθελαν να καυχιούνται ότι περιέλαβαν: horror, γρίφους, ακραίο ερωτικό στοιχείο, gore, stealth κι επιρροές από βαριά ονόματα, όπως Giger και Lovecraft – και το έκαναν.

Τα πρόσθεσαν, όπως προσθέτει κάποιος τριάντα διαφορετικά είδη σε ένα καροτσάκι σούπερ-μάρκετ, μη στοχεύοντας να δημιουργήσει κάτι. Απλά θέλοντας να τα μαζέψει όλα σε ένα μέρος. Όμως έτσι δεν μπορεί να δημιουργηθεί ένα καλό παιχνίδι. Κάποιο που να συνδυάζει erotic και horror στην ίδια συνταγή.

Πόσο, δε, μάλλον, να το πετύχει ισορροπημένα, ενορχηστρωμένα και με μεράκι. Δυστυχώς, πίσω από το ενδιαφέρον όραμα υπάρχει μια πρόχειρη προσπάθεια και μια ανεπαρκώς εκτελεσμένη δουλειά – και ακόμα πιο πέρα, μια ευκαιρία που δε βρέθηκε ποτέ κοντά στο να μην πάει χαμένη.

Το Lust from Beyond κυκλοφορεί από τις 11/3/21 για PC (με προοπτική να γίνει διαθέσιμο και για PS4, Xbox One και Switch). To review βασίστηκε σε review code που λάβαμε από τον developer.

The post Lust from Beyond – Review appeared first on GameOver.

Keywords
Τυχαία Θέματα